Ποτέ άλλοτε ο λογαριασμός του ρεύματος δεν απασχόλησε τόσο πολύ τόσο πολλά ελληνικά νοικοκυριά και ποτέ άλλοτε δεν έτυχε ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας τέτοιου μεγέθους παραμορφωτικής προπαγάνδας.
Στο πεδίο της δημόσιας συζήτησης για το θέμα παρείσφρησαν εσχάτως και οι πολιτικές σκοπιμότητες, επιχειρώντας να μετατρέψουν το "άσπρο σε μαύρο", εκθειάζοντας τον "μαύρο" λιγνίτη, αμφισβητώντας την επιτυχή έκδοση "πράσινων" ομολόγων από πλευράς της ΔΕΗ με εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο και βάζοντας θέμα ότι η ΔΕΗ πουλάει ακριβά, όταν εν μέσω ενεργειακής κρίσης είναι η μόνη εταιρεία που δέχεται καταιγισμό νέων αιτήσεων συνδέσεων στο δικτυό της, αυξάνοντας για συνεχείς μήνες τα ποσοστά της στην αγορά.
Η αιτία είναι προφανής. Η "νέα" ισχυρή ΔΕΗ μετά την εξυγίανση της τελευταίας διετίας, έχει σταθεί γερά στα πόδια της και επειδή μπορεί να πουλάει φτηνότερα από τις άλλες εταιρείες, έχει ενοχλήσει.
Τις μικρότερες επιβαρύνσεις
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς, το 75% των πελατών της έχουν δει κατά μέσο όρο μέγιστη αύξηση στους λογαριασμούς τους που φθάνει τα 10 ευρώ το μήνα.
Αυτό το ποσό αφορά τους χειρότερους μήνες από άποψη διεθνών τιμών. Πιο συγκεκριμένα, 10,1 εκατομμύρια λογαριασμοί (επί συνόλου 12,3 εκατ. λογαριασμών) έχουν υποστεί αυξήσεις κατ’ ανώτατο 10 ευρώ το μήνα. Πρόκειται για τη συντριπτική πλειοψηφία των λογαριασμών και σίγουρα περιλαμβάνεται το σύνολο των ευάλωτων νοικοκυριών.
Προβλέποντας τις αυξήσεις στις τιμές ενέργειας, προχώρησε ήδη από τον Αύγουστο σε οριζόντια έκπτωση 30% σε όλα τα οικιακά τιμολόγια. Ήταν η εποχή που υποχρεώθηκε από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας στο πλαίσιου του ανταγωνισμού να εφαρμόσει και αυτή την ρήτρα αναπροσαρμογής.
Άρα από την αρχή της κρίσης δίνει μέρος του ισολογισμού της για την ελάφρυνση των πολιτών και αυτό κατάφερε να το κάνει επειδή προχώρησε η εξυγιανσή της.
Ο μύθος του λιγνίτη
Η άλλη μεγάλη αλήθεια αφορά τον λιγνίτη. Την Τετάρτη, κυκλοφόρησε μια θεωρία ότι η αναγκαστική αποχή από τη χρήση του λιγνίτη και η εξώθηση στο ακριβό φυσικό αέριο οδηγούν μέχρι και σε διπλάσια επιβάρυνση μέσω της ρήτρας αναπροσαρμογής!
Η ίδια θεωρεία ανέφερε ότι η ΔΕΗ μετακυλίει στους καταναλωτές τις ρήτρες «πράσινου» δανεισμού ύψους 1,6 δισ. ευρώ στη διάρκεια του 2021, ενώ τα στελέχη της προσδοκούν «χρυσά μπόνους» καθώς τα λειτουργικά κέρδη της ΔΕΗ αναμένονται υψηλότατα και το 2021.
Όλα ανακρίβειες. Όλα βασίζονται στην λαθεμένη πεποίθηση ότι ο λιγνίτης μπορεί να μας σώσει.
Η αλήθεια είναι ότι η ΔΕΗ, αυτή την περίοδο έχει θέσει όλες τις διαθέσιμες λιγνιτικές μονάδες σε λειτουργία. Το ρεύμα που παράγεται σε αυτές είναι το ακριβότερο στο ενεργειακό μίγμα.
Τα μόνα εργοστάσια παραγωγής ρεύματος με λιγνίτη που έκλεισαν, ήταν εκείνα που είχαν συμπληρώσει τις προβλεπόμενες ώρες λειτουργίας τους και το κλείσιμο τους είχε προγραμματιστεί επί ΣΥΡΙΖΑ.
Η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη ωστόσο δεν είναι φθηνότερη, ακόμη και με τις παρούσες τιμές του φυσικού αερίου.
Το πρόστιμο που πληρώνει κάθε παραγωγός ρεύματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την χρήση λιγνίτη είναι 95 ευρώ ο τόνος (από 30 ευρώ το 2019).
Η ΔΕΗ ακόμη και μετά το κλείσιμο παλαιών ρυπογόνων μονάδων “μπαίνει μέσα” περίπου 200 εκατ. ευρώ κατ’ έτος, από τη χρήση του λιγνίτη.
Ακόμη και τον Δεκέμβριο που οι τιμές του Φυσικού Αερίου βρέθηκαν σε ιστορικά υψηλά, η παραγωγή ρεύματος από φυσικό αέριο κόστιζε σχεδόν όσο και η παραγωγή από λιγνίτη. Είναι, λοιπόν μύθος η άποψη ότι με τους λιγνίτες η τιμή χονδρικής θα έπεφτε.
Η πολιτική απολιγνιτοποίησης υπαγορεύεται αποκλειστικά από το ακριβό κόστος παραγωγής με λιγνίτη.
Και βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την έκδοση πράσινων ομολόγων. Αντίθετα, τα πράσινα ομόλογα έδωσαν στη ΔΕΗ τη δυνατότητα πρόσβασης σε φθηνότερο χρήμα και την αντικατάσταση παλαιότερων “ακριβών” δανείων”.
Η Ελλάδα προχώρησε πιο γρήγορα
Ένα ακόμα ερώτημα που διακινείται είναι ότι η Ελλάδα προχώρησε πιο γρήγορα στην απολιγνιτοποίηση από άλλες χώρες. Και αυτό αποτελεί μύθο. Τα μόνα εργοστάσια που έκλεισαν ήταν εκείνα που είχαν συμπληρώσει τις ώρες λειτουργίας που προβλέπονταν ώστε να είναι ασφαλής η λειτουργία τους για τους ανθρώπους και το περιβάλλον.
Ωστόσο ακόμη και αν δεν είχε γίνει αυτή η επιλογή από την προηγούμενη Κυβέρνηση, η ΔΕΗ θα ήταν υποχρεωμένη να την κάνει, καθώς η παραγωγή ρεύματος από λιγνίτη κοστίζει πολύ ακριβότερα, απ ότι με το φυσικό αέριο λόγω των περιβαλλοντικών περιορισμών.
Η λύση
Αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι τιμές χονδρικής είναι ιδιαίτερα ακριβές στην Ελλάδα, κυρίως λόγω της απουσίας επενδύσεων σε Ανανεώσιμες πηγές κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Οι παρεμβάσεις ωστόσο από τη ΔΕΗ και την Κυβέρνηση έχουν σαν αποτέλεσμα η χονδρική να είναι μεν από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, οι τιμές όμως που πληρώνουν οι καταναλωτές είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη, όπως φαίνεται και στον παραπάνω πίνακα.
Για το λόγο αυτό, είναι επιτακτική ανάγκη να συνεχίσει η ΔΕΗ να επενδύει σε ΑΠΕ, τη μόνη φθηνή πηγή ενέργειας.
Μόνη λύση για να βγουν τα νοικοκυριά από το σπιράλ του ακριβού ρεύματος είναι οι επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Οι χώρες που έχουν χαμηλότερη χονδρική τιμή ρεύματος από την Ελλάδα, είναι χώρες με σημαντικό μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή. Όπως οι Σκανδιναβικές χώρες και η Γερμανία. Εκεί οι τιμές χονδρικής είναι από τις πιο χαμηλές στην Ευρώπη.