του Ραφαήλ Μωυσή
Το κύριο μήνυμα της πρόσφατης παγκόσμιας διάσκεψης για το κλίμα COP27 ήταν: «Περιορίστε την υπερθέρμανση του πλανήτη στους 1,5 βαθμούς Κελσίου ή διακινδυνεύστε την κλιματική καταστροφή».
Στο ίδιο μοτίβο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με την ευθυκρισία που τον χαρακτηρίζει, δηλώνει επίσημα ότι είναι «πεπεισμένος ότι δεν μπορούμε συνολικά ως Ευρωπαϊκή Ένωση να πετύχουμε τους κλιματικούς μας στόχους χωρίς και πυρηνική ενέργεια», δηλώνει όμως ταυτόχρονα ότι «η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει πυρηνική ενέργεια» και ως κύριους λόγους επικαλείται «ότι η θέση αυτή απηχεί τη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας» και ότι «βρισκόμαστε σε μια περιοχή εξαιρετικά σεισμογενή».
Αφού λοιπόν η κοινωνία και η ελληνική γη δεν θέλουν να δεχθούν τους πυρηνικούς αντιδραστήρες, μήπως θελήσει να τους φιλοξενήσει η ελληνική θάλασσα; Όπως η κοινωνία, η θάλασσα και τα λιμάνια μας δέχονται πάντα φιλόξενα και χωρίς φόβο τους αντιδραστήρες που κινούν τα συμμαχικά μας πυρηνοκίνητα σκάφη; Στην παραπάνω σκέψη οδήγησε πρόσφατο άρθρο του MITNews που αναφέρει: «Τα τελευταία χρόνια και παρά τις αυξανόμενες ανάγκες για πυρηνική ηλεκτροπαραγωγή ,ο ρυθμός κατασκευής νέων χερσαίων πυρηνικών σταθμών έχει παντού επιβραδυνθεί. Ειδικά στις δυτικές χώρες, ακόμη και σε εκείνες που έχουν σημαντική εμπειρία με την πυρηνική ενέργεια, η ολοκλήρωση των νέων έργων εγκαίρως και εντός προϋπολογισμού, έχει γίνει πολύ δύσκολη. Διέξοδο στο πρόβλημα αυτό μπορεί να προσφέρουν πλωτοί αντιδραστήρες που κατασκευάζονται σε ναυπηγεία».
Περίπου το ήμισυ της τρέχουσας παγκόσμιας ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκεται σε απόσταση περίπου 150 χιλιομέτρων από κοντινές ακτές. Έτσι, οι πλωτοί πυρηνικοί σταθμοί θα μπορούσαν να γίνουν μια εφαρμογή ικανή να καλύψει ένα μεγάλο μέρος της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας, ιδίως εάν τα προϊόντα τους δεν περιορίζονταν στον ηλεκτρισμό, αλλά περιλάμβαναν αφαλάτωση, υδρογόνο και συνθετικά καύσιμα. Δεν είναι καινούργια τεχνολογική εφαρμογή οι πλωτοί πυρηνικοί αντιδραστήρες. Από τη δεκαετία του 1960, το αμερικανικό ναυτικό τοποθέτησε σε ένα παροπλισμένο πολεμικό πλοίο Liberty, που ονομάστηκε Sturgis, έναν αντιδραστήρα ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 10 MW, ο οποίος παρείχε ηλεκτρική ενέργεια στη ζώνη της Διώρυγας του Παναμά για περίπου μια δεκαετία.
Δεν κατασκευάστηκαν στη συνέχεια πλωτοί πυρηνικοί σταθμοί μέχρι την τελευταία δεκαετία οπότε σχετικό ενδιαφέρον αναβίωσε στη Ρωσία. Ήδη από το 2020, τοποθετημένος σε μια φορτηγίδα και παρέχοντας ηλεκτρική ενέργεια και θερμότητα στο Pevek, μια απομακρυσμένη τοποθεσία εξόρυξης στη βόρεια ακτή της Σιβηρίας, λειτουργεί ο πρώτος ρωσικός πλωτός πυρηνικός αντιδραστήρας που ονομάστηκε Akademik Lomonosov. Η τεχνολογία που χρησιμοποιείται είναι παράγωγο της τεχνολογίας πυρηνικής υποβρύχιας πρόωσης και, σύμφωνα με τις σχετικές ανακοινώσεις, το Akademik Lomonosov είναι το πρώτο από μια ολόκληρη οικογένεια πλωτών πυρηνικών σταθμών ποικίλων μεγεθών, που προγραμματίζεται να κατασκευαστούν σε ναυπηγικές εγκαταστάσεις και στη συνέχεια να ρυμουλκηθούν σε λιμάνια κοντά σε τοποθεσίες που απαιτούν ηλεκτρική ενέργεια.
Εκτός από τη Ρωσία, η Κίνα έγινε για άλλη μια φορά πρωτοσέλιδο με το φιλόδοξο έργο πλωτού πυρηνικού αντιδραστήρα που έχει δοκιμαστεί εκτενώς για να ελεγχθεί η ανθεκτικότητά του έναντι τυφώνων και ακραίων καιρικών φαινομένων. Σύμφωνα με τους μηχανικούς της ναυτιλίας, ο πρώτος πλωτός πυρηνικός σταθμός της Κίνας θα είναι σε θέση να αντέξει ακόμη και τη χειρότερη καιρική καταστροφή που συνέβη στα προηγούμενα 10.000 χρόνια.
Όπως αναφέρεται στο περιοδικό του Τεχνολογικού Ινστιτούτου, η ομάδα που ασχολείται με τους πλωτούς αντιδραστήρες στο ΜΙΤ έχει μια κάπως διαφορετική προσέγγιση: Δεν είναι αντιδραστήρας πάνω σε πλοίο ή φορτηγίδα, αλλά αντιδραστήρας πάνω σε εξέδρα του τύπου που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις εξόρυξης πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Πρόκειται για μονάδα που μπορεί να κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου σε ναυπηγείο, να ρυμουλκείται στον τόπο λειτουργίας (σε απόσταση 8-15 χιλιομέτρων από την ακτή), να αγκυροβολείται σε σχετικά βαθιά νερά (δηλαδή περί τα 100 μέτρα) και να συνδέεται με το δίκτυο μέσω υποβρύχιας γραμμής μεταφοράς.
Η πλωτή μονάδα συνδυάζει δύο ώριμες τεχνολογίες: την πλωτή εξέδρα και τον πυρηνικό αντιδραστήρα. Φωτο: ΜΙΤ.
Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι οι πλωτοί αντιδραστήρες αυτού του τύπου έχουν σημαντικά στοιχεία που συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητά τους:
- Πρώτον, δεν υπάρχει ανάγκη ανάπτυξης νέων βιομηχανικών διεργασιών. Η κατασκευή τους κάνει χρήση δύο διεργασιών που είναι καλά αναπτυγμένες και έχουν χρησιμοποιηθεί σε πυρηνικές και μη πυρηνικές εφαρμογές εδώ και δεκαετίες. Η μια ήδη γνωστή διεργασία αφορά την κατασκευή μεγάλων εγκαταστάσεων για εξέδρες παραγωγής πετρελαίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου στη θάλασσα και η δεύτερη την κατασκευή μεγάλων πυρηνοκίνητων ή μη πλοίων.
- Δεύτερον, ο τμηματικός σχεδιασμός είναι γνωστός στο χώρο των ναυπηγείων, εφαρμόζονται δε τεχνικές και διαδικασίες που είναι συνήθεις σε συγκροτημένα ναυπηγεία. Τέλος, το γεγονός ότι οι πλωτές εξέδρες είναι απαλλαγμένες από τη χρήση σκυροδέματος, συμβάλλει και αυτό ουσιαστικά στη δημιουργία ανταγωνιστικού κόστους.
Οι πλωτοί αντιδραστήρες, επιτυγχάνουν εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ασφάλειας. Με την τοποθέτησή τους σε επαρκώς βαθιά ύδατα (βάθη μεγαλύτερα από 100 μ.) οι πλωτές εγκαταστάσεις μπορούν να απαλλαγούν από φυσικούς κινδύνους όπως είναι οι ισχυροί σεισμοί και τα αντίστοιχα τσουνάμι. Επίσης, μια χωροθέτηση αρκετά μακριά στην ανοικτή θάλασσα, εξαλείφει την ανάγκη για μια ζώνη προστασίας έκτακτης ανάγκης γύρω από τη μονάδα. Τέλος, οι πλωτοί αντιδραστήρες μπορούν να επωφεληθούν από την πρακτικά άπειρη ικανότητα των θαλασσών να απορροφούν θερμότητα, έτσι ώστε οι τακτικές ή έκτακτες ανάγκες ψύξης του αντιδραστήρα, να μπορούν να ικανοποιηθούν πολύ πιο εύκολα από ό,τι σε χερσαίες εγκαταστάσεις.
Ανησυχίες σχετικά με τη μόλυνση των υδάτων και της θαλάσσιας ζωής προκύπτουν σε όλες τις βιομηχανικές δραστηριότητες στη θάλασσα και οι πλωτοί αντιδραστήρες δεν αποτελούν εξαίρεση. Υπάρχει όμως εμπειρία πολλών δεκαετιών ασφαλούς λειτουργίας πυρηνικών αντιδραστήρων στη θάλασσα και μάλιστα περισσότεροι αντιδραστήρες ισχύος έχουν λειτουργήσει στις θάλασσες από ό,τι στην ξηρά, συγκεκριμένα περίπου 800 έναντι περίπου 700 μονάδων. Αυτή η μεγάλη εμπειρία και όλες οι αναλύσεις για τα χαρακτηριστικά ασφαλείας, δείχνουν ένα εξαιρετικό επίπεδο ανθεκτικότητας ακόμη και υπό τις πιο σοβαρές αντίξοες συνθήκες και ότι η πιθανότητα εκλύσεως ραδιενέργειας και το μέγεθός της, είναι εξαιρετικά χαμηλά.
Σύμφωνα με την ηγεσία της ομάδας του ΜΙΤ, η πρωτοβουλία τους για τον πλωτό πυρηνικό σταθμό δεν ανήκει στο χώρο της ερευνητικής δραστηριότητας αλλά πρόκειται για έργο βιομηχανικής καινοτομίας. Η κατασκευή μιας τέτοιας μονάδας θα μπορούσε να ξεκινήσει σήμερα, εάν μια χώρα ή μια επιχείρηση είχε την προθυμία να την εντάξει στον προγραμματισμό της.
Η τελευταία σημείωση θα μπορούσε να προσελκύσει την προσοχή των ελληνικών ναυπηγείων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε στάδιο αναβίωσης και αναδιάρθρωσης. Τα πλωτά μέσα στον τομέα της ενέργειας, είτε πρόκειται για υπεράκτια αιολικά πάρκα ή εξέδρες για έρευνες υδρογονανθράκων ή ακόμη εξέδρες για πυρηνικά εργοστάσια, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ενδιαφέρουσα προσθήκη στον πίνακα των δραστηριοτήτων τους.
Ο κ. Ραφαήλ Μωυσής είναι ιδρυτής του Συλλόγου Αποφοίτων ΜΙΤ στην Ελλάδα. Έχει εκδώσει δύο βιβλία: «Θα γίνει της Δεής» και «ΑΛΗΘΙΝΑ ΚΑΙ ΑΝΕΚΔΟΤΑ. Ιστορίες με 55 πρόσωπα».