Του Javier Blas
Για να κατανοήσει κανείς τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται ο Οργανισμός Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών και οι σύμμαχοί του (OPEC+), μπορεί να ξεκινήσει με μια επίσκεψη σε ένα κατάστημα IKEA.
Πριν από μια δεκαετία, εάν ο σουηδικός κολοσσός των επίπλων δεχόταν αργό πετρέλαιο ως μέσο πληρωμής, το καρτέλ πετρελαίου θα μπορούσε να είχε εξοπλίσει ένα μεγάλο μέρος της αίθουσας συνεδριάσεων όπου θα συγκεντρωθούν οι υπουργοί των χωρών - μελών του στις 4 Ιουνίου στη Βιέννη - στην πρώτη τους πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση από τότε που άρχισε η πανδημία του κορονοϊού - με ένα μόνο βαρέλι. Σήμερα, με την ίδια ποσότητα, ο οργανισμός δεν θα αγόραζε ούτε μια ταπεινή βιβλιοθήκη.
Δεν είναι μόνο ότι οι τιμές του πετρελαίου έχουν μειωθεί κατά 25% από τα τέλη του περασμένου έτους, στα 75 δολάρια το βαρέλι, αλλά ότι σε σχέση με την τιμή των βιομηχανικών προϊόντων, το πετρέλαιο είναι στην πραγματικότητα ακόμη φθηνότερο.
Η χαμένη πάλη
Στην παγκόσμια πάλη ενάντια στον πληθωρισμό, το καρτέλ χάνει. Ίσως πρόκειται για μια περίπτωση ποιητικού τύπου δικαιοσύνης. Άλλωστε, ο OPEC+ ήταν μέρος της "συνωμοσίας" του να γίνουν τα πάντα πιο ακριβά. Πλέον ωστόσο, η ομάδα, με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία, διαπιστώνει ότι η αγοραστική δύναμη ενός βαρελιού πετρελαίου δεν συμβαδίζει με τις παγκόσμιες τιμές. Μπαίνω στον πειρασμό να χρησιμοποιήσω το Βιβλικό απόφθεγμα: "Έσπειραν ανέμους και θερίζουν θύελλες".
Συνήθως, οι παραγωγοί εμπορευμάτων πολεμούν ενάντια σε μία εγγενή τάση η οποία είναι γνωστή ως υπόθεση Prebisch-Singer, από τους δύο οικονομολόγους της ανάπτυξης οι οποίοι τη διατύπωσαν τη δεκαετία του 1950. Με απλά λόγια, η υπόθεση λέει ότι, μακροπρόθεσμα, η τιμή των πρωτογενών αγαθών, όπως τα εμπορεύματα, μειώνεται σε σχέση με την τιμή των βιομηχανικών προϊόντων. Ανεξάρτητα από το πόσο υψηλά αυξάνουν οι παραγωγοί τις τιμές, το κόστος όλων των υπόλοιπων πραγμάτων τελικά ανεβαίνει γρηγορότερα. Γι' αυτό οι Raul Prebisch και Hans Singer υποστήριζαν ότι οι χώρες παραγωγής εμπορευμάτων έπρεπε να διαφοροποιούν τις οικονομίες τους, εκβιομηχανίζοντάς τες, εάν ήθελαν ένα πιο υγιές μέλλον γι’ αυτές.
Είναι αλήθεια ότι, για μικρές περιόδους, η τιμή των εμπορευμάτων μπορεί να ξεπεράσει τα μεταποιημένα αγαθά, βελτιώνοντας τους όρους διεξαγωγής του διεθνούς εμπορίου των χωρών με πλούσιους πόρους. Για μεγάλο μέρος των αρχών της δεκαετίας του 2000, συνέβη αυτό ακριβώς. Το 2010, ο Glenn Stevens, τότε διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Αυστραλίας (Reserve Bank of Australia), χρησιμοποίησε μια εύγλωττη μεταφορά για να επεξηγήσει το ζήτημα - και γιατί η Αυστραλία, πλούσια σε ορυκτά, φυσικό αέριο και δημητριακά, επωφελείτο.
"Πριν από πέντε χρόνια, ένα πλήρες φορτίο πλοίου γεμάτου με σιδηρομετάλλευμα είχε περίπου την ίδια αξία με περίπου 2.200 τηλεοράσεις επίπεδης οθόνης. Σήμερα αξίζει περίπου όσο 22.000 τηλεοράσεις επίπεδης οθόνης", είχε σημειώσει.
Ο Stevens μιλούσε στην κορύφωση του υπερκύκλου των εμπορευμάτων, όταν το κόστος του σιδηρομεταλλεύματος, του πετρελαίου, του χαλκού και άλλων φυσικών πόρων είχε εκτιναχθεί χάρη στην αδηφάγο ζήτηση της Κίνας. Πιο πρόσφατα, οι όροι του εμπορίου έχουν αλλάξει δραματικά: οι τιμές των εμπορευμάτων εξακολουθούν να είναι υψηλές με ιστορικούς όρους, ωστόσο δεν συμβαδίζουν με τον παγκόσμιο πληθωρισμό.
Βιβλιοθήκη... Billy
Αντί να χρησιμοποιήσω ως σημείο αναφοράς τηλεοράσεις επίπεδης οθόνης, των οποίων η τιμή ανεβαίνει και κατεβαίνει ανάλογα με την εξελισσόμενη τεχνολογία, προτιμώ ένα διαφορετικό μέτρο σύγκρισης: τη βιβλιοθήκη "Billy" της ΙΚΕΑ. Στην παραγωγή από το 1979, η λιτή μονάδα ραφιών βρίσκεται παντού – και χάρη στο Μουσείο IKEA, το οποίο διατηρεί μια ηλεκτρονική συλλογή των ετήσιων καταλόγων της εταιρείας, η τιμή της μπορεί να ανιχνευθεί για όλα τα τελευταία 44 χρόνια.
Το πετρέλαιο σε βιβλιοθήκες Billy ανά βαρέλι δίνει ένα πρόχειρο μέτρο της αγοραστικής ισχύος ενός βαρελιού. Στο απόγειό του, το 2012, ένα μόνο βαρέλι πετρελαίου αγόραζε δύο βιβλιοθήκες. Σήμερα, δεν φτάνει ούτε για μία. Από την άποψη της IKEA, το πετρέλαιο έχει επιστρέψει στα επίπεδα στα οποία βρισκόταν το 2005. Για να ανακτήσει το αγοραστικό βάρος το οποίο απολάμβανε πριν από μια δεκαετία, το καρτέλ θα έπρεπε να αυξήσει την ετήσια μέση τιμή του πετρελαίου περίπου στα 155 δολάρια το βαρέλι. Με όρους IKEA, αυτό είναι περίπου δύο βιβλιοθήκες Billy ανά βαρέλι. Το 2013, όταν το πετρέλαιο ήταν κατά μέσο όρο περίπου στα 108 δολάρια το βαρέλι, μία Billy κόστιζε 395 σουηδικές κορώνες, σύμφωνα με τον κατάλογο της εταιρείας. Σήμερα, κοστίζει σχεδόν τα διπλάσια: 799 κορώνες.
Για τις χώρες του OPEC+, oι οποίες εισάγουν τα περισσότερα από τα βιομηχανικά προϊόντα που χρειάζονται, ο πληθωρισμός έχει καταστεί μείζον ζήτημα. Όταν προσαρμοστεί με βάση τον πληθωρισμό, το πετρέλαιο των 75 δολαρίων το βαρέλι του 2023 έχει την ίδια αγοραστική ισχύ με 55 δολάρια το βαρέλι πριν από μια δεκαετία. Τότε, οι ονομαστικές τιμές του πετρελαίου κινούνταν πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι.
Ευθύνη
Σίγουρα, ο OPEC+ δεν είναι ο μόνος υπαίτιος για την αύξηση του πληθωρισμού. Ίσως δεν είναι αποτελεί καν τον σημαντικότερο λόγο. Ίσως να ήταν το "χασομέρι" των δυτικών κεντρικών τραπεζών πριν αρχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια ή ο αντίκτυπος της Covid-19, ο οποίος διατάραξε τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού ή η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, μαζί με τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις, καθώς όλα τα παραπάνω συνέβαλαν στην ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των τιμών.
Ωστόσο, ο OPEC+ δίνει μια άνιση μάχη. Η περίοδος μεταξύ 2000 και 2020 είδε τον OPEC+ να κερδίζει σε αγοραστική δύναμη. Την επόμενη δεκαετία η τάση μπορεί να έχει αντίθετη φορά. Όπως διαπίστωσε η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve), ο πληθωρισμός είναι μια πολύπλοκη και επίμονη νέμεσις.