Μενού Ροή
UBS: Γιατί οι λογαριασμοί ενέργειας την Ευρώπη είναι 175% υψηλότεροι από ότι στις ΗΠΑ - Bullish για τον κλάδο των utilities, τα top picks

Ο κλάδος των utilities στην Ευρώπη έχει υποαποδώσει σημαντικά, σημειώνοντας πτώση κατά 5% από τον Σεπτέμβριο του 2024. Οι υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων έχουν παίξει ρόλο σε αυτή την επίδοση, καθώς και οι ανησυχίες για το ύψος του κεφαλαίου που απαιτείται από τον κλάδο. Η άποψη της UBS είναι ότι η δυναμική των κερδών για τον κλάδο είναι σταθερή και ότι η αύξηση των κερδών ανά μετοχή (EPS) θα κινηθεί στο 5% σε ετήσια βάση. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κορυφαίες επιλογές της είναι οι Iberdrola, E.ON, NG και SSE.

Όπως επισημαίνει ο ελβετικός οίκος, ο κλάδος της κοινής ωφέλειας έχει μετατοπιστεί από κλάδο απόδοσης σε κλάδο ανάπτυξης, καθώς μείωσε τα μερίσματα. Ωστόσο, διαπραγματεύεται με μόλις 12,7x εκτιμώμενο P/E για το 2025. «Βλέπουμε τον κλάδο των utilities ως φθηνό σε σχέση με την αγορά με βάση τα ιστορικά πρότυπα», όπως τονίζει και παραθέτει τρία βασικά σημεία στα οποία πρέπει να εστιάσουν οι επενδυτές:

1) Κεφάλαια

Οι κυβερνήσεις βασίζονται στις ιδιωτικές επιχειρήσεις κοινής ωφελείας για τη χρηματοδότηση του κύκλου απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα και του εξηλεκτρισμού. Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας έχουν περισσότερες επιλογές κεφαλαίου από όσες μπορούν να χρηματοδοτήσουν και εστιάζουν στα έργα με το χαμηλότερο κίνδυνο και την υψηλότερη απόδοση. Η UBS βλέπει αύξηση των αποδόσεων στα δίκτυα και πιο γενναιόδωρα μέτρα ταμειακών ροών. Το θετικό story των δικτύων που σημειώνουν αύξηση κερδοφορίας (που δεν είχαν πριν από πέντε χρόνια) συνεχίζεται, όπως προσθέτει, και παρά ορισμένες περικοπές σε φιλόδοξα σχέδια κεφαλαίου, η κατεύθυνση εξακολουθεί να είναι ανοδική.

2) Οι ΑΠΕ επηρεάζονται έντονα από τις μεταβολές των επιτοκίων και τον πολιτικό κίνδυνο των ΗΠΑ

Η UBS πιστεύει ότι οι τιμές των μετοχών των εταιρειών του κλάδου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο σύνολό τους αντανακλούν επαρκώς τον πληθωρισμό κόστους τα τελευταία τρία χρόνια. Πράγματι, τα PPAs και οι τιμές των δημοπρασιών έχουν αυξηθεί για να αντισταθμίσουν τον πληθωρισμό του κόστους. Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας όπως η RWE, η Iberdrola και η Enel είναι σε θέση να μεταφέρουν κεφαλαιακές δαπάνες και επενδύσεις μεταξύ περιοχών και αυτό περιορίζει την έκθεση στις ΗΠΑ. Οι στόχοι της ΕΕ για το 2030 μπορεί να χαθούν, αλλά ο κλάδος εξακολουθεί να αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία.

(3) Έρχεται πτώσης στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αλλά οι λογαριασμοί θα παραμείνουν υψηλοί

Οι τιμές του φυσικού αερίου TTF έχουν αυξηθεί τελευταία λόγω του κρύου καιρού και της αβεβαιότητας για την προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία μέσω Ουκρανίας. Ωστόσο, τα θεμελιώδη μεγέθη είναι αδύναμα με χαμηλότερη ζήτηση και αύξηση της προσφοράς LNG, επομένως η UBS αναμένει ότι οι τιμές του TTF στην Ευρώπη θα υποχωρήσουν στα 30 ευρώ/MWh έως το 2026. Σημειώνει επίσης ότι η ζήτηση ενέργειας παραμένει αδύναμη, λόγω των υψηλών τιμών στους τελικούς καταναλωτές.

Αν και συνολικά εκτιμά πως οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη θα ακολουθήσουν καθοδική πορεία την επόμενη διετία (οι υπολογισμοί της βασίζονται στις εκτιμήσεις για την τιμή του TTF και του άνθρακα), ωστόσο επισημαίνει πως οι λογαριασμοί ρεύματος των νοικοκυριών και της βιομηχανίας, θα παραμείνουν υψηλοί.

Ειδικότερα, όπως σημειώνει η UBS, το 2024, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας των νοικοκυριών στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 5% ετησίως, κυρίως χάρη στη μείωση κατά 17% του αντισταθμισμένου στοιχείου των εμπορευμάτων. Ωστόσο, αυτή η μείωση εξισορροπήθηκε εν μέρει από το υψηλότερο κόστος δικτύου καθώς και από τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων. Το κόστος των εμπορευμάτων αντιπροσώπευε μερίδιο 50% του λογαριασμού του τελικού χρήστη, ακολουθούμενο από τα τέλη δικτύου (25%) και τους φόρους (25%). Οι τιμές του φυσικού αερίου για τα νοικοκυριά στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 7% ετησίως χάρη στη μείωση κατά 20% της συνιστώσας των εμπορευμάτων, κάπως εξισορροπημένη από τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων.

Το γεγονός είναι πως οι λογαριασμοί ενέργειας έχουν αυξηθεί κατακόρυφα στην Ευρώπη, όπως σημειώνει η UBS. Το 2000 ήταν χαμηλοί και όχι πολύ πάνω από αυτούς των ΗΠΑ, ωστόσο έκτοτε, οι λογαριασμοί αυξήθηκαν έντονα με αποτέλεσμα να είναι πλέον κατά 175% υψηλότεροι από ότι στις ΗΠΑ, τόσο σε επίπεδο νοικοκυριού όσο και σε επίπεδο βιομηχανίας. Αυτό, όπως εξηγεί, συνέβη λόγω ενός συνδυασμού των παρακάτω στοιχείων, τα οποία διαφέρουν ανά χώρα και με την πάροδο του χρόνου:

  • Κόστος πολιτικής για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την υποστήριξη της ενεργειακής απόδοσης.
  • Υψηλές τιμές φυσικού αερίου, γεγονός που ώθησε τις τιμές της ενέργειας υψηλότερα.
  • Τιμές CO2 και πρόσθετοι φόροι, και
  • Απορρόφηση στοιχείου σταθερού κόστους σε λιγότερες μονάδες

Κατά την άποψη της UBS, εκτός από την επαναφορά του κόστους στη γενική φορολογία ή την αντιστροφή των πολιτικών για την επίτευξη του net zero, υπάρχουν λίγα πράγματα μπορούν να κάνουν οι κυβερνήσεις για να ανακουφίσουν τους καταναλωτές.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας