H τροποποίηση της μεθοδολογίας προσδιορισμού των εσόδων του ΔΕΣΦΑ που προωθεί η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας πυροδότησε την αντίδραση του Διαχειριστή που με επιστολή του στη ΡΑΕ στο πλαίσιο της δεύτερης διαβούλευσης ασκεί έντονη κριτική. Μάλιστα ο ΔΕΣΦΑ μιλάει για ευμεταβλητότητα και ασυνέπεια εκ μέρους της ΡΑΕ όσον αφορά στην αντιμετώπιση της δραστηριότητας του Διαχειριστή.
Σύμφωνα, συγκεκριμένα, με όσα αναφέρει ο ΔΕΣΦΑ η ΡΑΕ εισάγει, νέες, ουσιαστικές αλλαγές οι οποίες δεν βασίζονται στις προτάσεις του αλλά και ούτε είχαν συζητηθεί στις συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν. Τονίζει επίσης ότι στην αναθεωρημένη πρόταση της ΡΑΕ παραμένουν ανεπίλυτα ζητήματα που είχαν εντοπιστεί ως προβληματικά ενώ προστίθενται και νέα προβληματικά σημεία, καθώς η Αρχή εισάγει διατάξεις και πραγματοποιεί αλλαγές σε κρίσιμα θέματα της μεθοδολογίας, οι οποίες δεν έχουν νόμιμο έρεισμα αλλά είναι και εσφαλμένες.
Υπενθυμίζεται ότι οι τριβές μεταξύ των δύο πλευρών έχουν ξεκινήσει από πέρυσι τον Ιούλιο όταν ο ΔΕΣΦΑ υπέβαλε την αρχική του πρόταση για τον τρόπο υπολογισμό των εσόδων του. Ακολούθησε η δημοσιοποίηση της πρότασης της ΡΑΕ με την οποία διαφώνησε ο ΔΕΣΦΑ και μετά από διμερείς συναντήσεις και επαφές ακολούθησε τον Δεκέμβριο η δημόσια διαβούλευση επί της τελικής πρότασης της ΡΑΕ και της σχετικής εισήγησης του ΔΕΣΦΑ.
Όπως αναφέρεται στην επιστολή “με την πρόταση της ΡΑΕ επιχειρείται ρύθμιση των εσόδων του ΔΕΣΦΑ από την παροχή υπηρεσιών μη ρυθμιζόμενων δραστηριοτήτων εν γένει. Εντούτοις, είναι πρόδηλο ότι στις περιπτώσεις αυτές η δραστηριότητα του ΔΕΣΦΑ κείται εκτός της ρυθμιστικής αρμοδιότητας της ΡΑΕ, εμπίπτει δε στο πλαίσιο εποπτείας της Αρχής μόνον καθ’ ο μέτρο αφορά στην εκπλήρωση των καθηκόντων του ως Διαχειριστή Συστήματος Φυσικού Αερίου. Περιθώριο δε ρυθμιστικής/εποπτικής παρέμβασης της Αρχής θα μπορούσε να αναγνωρισθεί μόνο σε περίπτωση που αποδεδειγμένα επηρεάζεται αρνητικά η εκπλήρωση των καθηκόντων του ΔΕΣΦΑ ως Διαχειριστή Συστήματος Φυσικού Αερίου, και μόνο στον βαθμό και την έκταση που η παρέμβαση αυτή είναι απολύτως απαραίτητη, λαμβανομένης υπ’ όψιν και της αρχής της αναλογικότητας”.
Επιπλέον ο ΔΕΣΦΑ αναφέρει ότι η προτεινόμενη ρύθμιση ελέγχεται ως κείμενη εκτός της οικείας νομοθετικής εξουσιοδότησης, άλλως ως κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας της Αρχής, και συνιστά περιορισμό της οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας του ΔΕΣΦΑ και προσβολή των δικαιωμάτων του στην οικονομική-επιχειρηματική ελευθερία και περιουσία, όπως αυτά προστατεύονται από το Σύνταγμα και υπερεθνικού χαρακτήρα διατάξεις.
Επίσης κάνει λόγο για οριζόντια απαγόρευση ή επιβολή άμεσων ή έμμεσων περιορισμών στη δραστηριότητα του ΔΕΣΦΑ, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα, τη μετατροπή του σε εταιρεία ειδικού σκοπού με αποκλειστικό και μόνον αντικείμενο την κατασκευή, ανάπτυξη και λειτουργία του ΕΣΦΑ.
Στο ζήτημα του εσόδου και του τιμολογίου των Υπηρεσιών Μη Μεταφοράς και των «Βοηθητικών» υπηρεσιών Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου ο ΔΕΣΦΑ σημειώνει ότι η αφαίρεση της δυνατότητας κοινωνικοποίησης των Ανακτήσιμων Διαφορών στη Βασική Υπηρεσία Μεταφοράς και ΥΦΑ δημιουργεί αβεβαιότητα για την ανάκτηση του κόστους των επενδύσεων και θέτει τις υποδομές σε κίνδυνο σταδιακής απαξίωσης (stranded assets), μη ενθαρρύνοντας έτσι την ανάπτυξη νέων ρυθμιζόμενων υπηρεσιών και μη εξασφαλίζοντας την ανταγωνιστικότητα των υφιστάμενων.
Όπως σημειώνει ο ΔΕΣΦΑ την επιλογή της ΡΑΕ να συμπεριλαμβάνει στην Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση τις «υπηρεσίες φόρτωσης φορτηγών ΥΦΑ» και του «Jetty for SSLNG bunkering», παρά το γεγονός ότι τα έργα αυτά έχουν συμπεριληφθεί για πολλά χρόνια στα εγκεκριμένα Προγράμματα Ανάπτυξης του ΕΣΦΑ, τα οποία εξ ορισμού περιλαμβάνουν μόνο έργα που αφορούν σε ρυθμιζόμενες δραστηριότητες.
Επίσης διαφωνεί με τα κριτήρια αξιολόγησης νέων επενδύσεων που περιλαμβάνονται στην πρόταση της Αρχής καθώς και ο τρόπος εφαρμογής του μηχανισμού αξιολόγησης χαρακτηρίζοντας τα ως αόριστα και ασαφή.