Επενδύσεις, αλλά και συμπεριφορικές προσαρμογές είναι η “συνταγή” που προτείνει μελέτη του Green Tank και της εταιρείας συμβούλων Facets για την μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος αλλά και της ενεργειακής κατανάλωσης των νοικοκυριών. Δράσεις που μπορεί να επιφέρουν εξοικονομήσεις που ξεκινούν από -€6 εκατ. και -€561 εκατ. το 2030.
Ειδικότερα, οι μειώσεις των ενεργειακών δαπανών από την υλοποίηση του σεναρίου που βασίζεται στις ήπιες ενεργειακές αναβαθμίσεις (S2-PV) θα ανέλθει σε €890 ανά έτος και για κάθε νοικοκυριό το 2030, ενώ για το σενάριο που βασίζεται στις ριζικές αναβαθμίσεις στα €1370.
Συγκεκριμένα οι δυο φορείς πραγματοποίησαν υπολογιστική ανάλυση με στόχο να προσδιοριστεί το βέλτιστο μίγμα μέτρων και πολιτικών που θα ελαχιστοποιήσουν τόσο το ανθρακικό αποτύπωμα όσο και το ενεργειακό κόστος των νοικοκυριών. Στην ανάλυση με τίτλο «Στρατηγικές για τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας στα ελληνικά νοικοκυριά» εξετάστηκαν οκτώ (8) σενάρια για τον τομέα των κτιρίων και δύο (2) για αυτόν των οδικών μεταφορών.
Για καθένα από τα σενάρια αυτά, εκτιμήθηκε η επιτυγχανόμενη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος την περίοδο 2023-2030, το ύψος των απαιτούμενων επενδύσεων, αλλά και η οικονομική αποδοτικότητα τους. Η τελευταία αποτιμήθηκε με βάση το λεγόμενο «ετησιοποιημένο κόστος», το οποίο εκτός από το αρχικό ύψος των επενδύσεων λαμβάνει υπόψη και τα οικονομικά οφέλη που θα αποκομίσουν τα νοικοκυριά από αυτές τις επενδύσεις, σε όλη τη διάρκεια ζωής τους.
Να σημειωθεί ότι με βάση τη μελέτη τα αποτελέσματα στον οικιακό κτιριακό τομέα δείχνουν ότι τα σενάρια τα οποία περιλαμβάνουν εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων επιπλέον της ήπιας ή ριζικής ανακαίνισης, της χρήσης αντλιών θερμότητας και των μέτρων επάρκειας οδηγούν σε καθαρά κέρδη για την περίοδο 2023-2030. Αυτό προκύπτει και από τις αρνητικές τιμές των ετησιοποιημένων δαπανών, που περιλαμβάνουν τόσο τα επενδυτικά κόστη όσο και τα οικονομικά οφέλη για τα νοικοκυριά.
Για τον τομέα των κτιρίων τα βασικότερα ευρήματα της ανάλυσης συνοψίζονται ως εξής:
- Τα δύο πιο οικονομικά αποδοτικά σενάρια συνδυάζουν συμπεριφορικές αλλαγές και άλλα μέτρα χαμηλού κόστους (ηλιακοί θερμοσίφωνες, αποδοτικός φωτισμός, μονώσεις σε μονά τζάμια κ.ά.), με εγκατάσταση αντλιών θερμότητας, φωτοβολταϊκών για κάλυψη ιδίων αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια και ήπιες (σενάριο S2-PV) ή ριζικές (σενάριο S3-PV) ενεργειακές αναβαθμίσεις. Τα σενάρια αυτά έχουν καθαρό όφελος για τα νοικοκυριά, εμφανίζουν δηλαδή αρνητικές τιμές ετησιοποιημένου κόστους μεταξύ -€6 εκατ. και -€561 εκατ. το 2030, και μάλιστα για ένα μεγάλο εύρος τιμών παραμέτρων όπως το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και ο συντελεστής προεξόφλησης, οι οποίες εξετάστηκαν στην ανάλυση ευαισθησίας που πραγματοποιήθηκε.
- Οι μειώσεις των ενεργειακών δαπανών από την υλοποίηση του σεναρίου που βασίζεται στις ήπιες ενεργειακές αναβαθμίσεις (S2-PV) θα ανέλθει σε €890 ανά έτος και για κάθε νοικοκυριό το 2030, ενώ για το σενάριο που βασίζεται στις ριζικές αναβαθμίσεις στα €1370.
- Το συνολικό κόστος επενδύσεων έως και το 2030 για το σενάριο που περιλαμβάνει ήπιες ενεργειακές αναβαθμίσεις για 100,000 κατοικίες ανά έτος (S2-PV) είναι €22.7 δις ενώ για το σενάριο στο οποίο αντιστοιχούν ριζικές ενεργειακές αναβαθμίσεις ετησίως για 80,000 κατοικίες (S3-PV) ανέρχεται στα 28.6 δις. Και οι δύο αυτές τιμές είναι στην ίδια τάξη μεγέθους με τις αντίστοιχες του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που ανέρχονται σε €29.2 δις για την ίδια περίοδο (€6.3 δις για αναβαθμίσεις και €22.9 δις αγορά συσκευών). Σημειώνεται ωστόσο ότι μια ακριβής, αναλυτική σύγκριση με το ΕΣΕΚ δεν είναι εφικτή, καθώς δεν είναι γνωστά ούτε τα ακριβή μέτρα, ούτε οι παραδοχές που έγιναν προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι σχετικοί υπολογισμοί του ΕΣΕΚ.
Οι προτάσεις 7 σημείων
Αναλυτικά, με βάση την ανάλυση καταγράφονται μια σειρά συστάσεων προς τους διαμορφωτές πολιτικών. Πιο συγκεκριμένα η ανάλυση προτείνει:
1. Τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής αντικατάστασης των συστημάτων θέρμανσης που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο και αέριο) με αντλίες θερμότητας κατά την ανακαίνιση του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος, το οποίο ενέχει το πλεονέκτημα ότι το μέγεθος των αντλιών θερμότητας προσαρμόζεται ώστε να ανταποκρίνεται στις μειωμένες ενεργειακές ανάγκες των ανακαινισμένων δομών.
2. Την εφαρμογή μέτρων που ενθαρρύνουν την αλλαγή στις καταναλωτικές επιλογές με στόχο την ενεργειακή επάρκεια ενώ, ταυτόχρονα, εξασφαλίζουν ικανοποιητικές συνθήκες ποιοτικής διαβίωσης για να αποφευχθεί το «φαινόμενο ενεργειακής ανάδρασης» (rebound effect).
3. Την επιλογή της ριζικής ανακαίνισης στον σχεδιασμό υποστηρικτικών μέτρων, αν και η ήπια ανακαίνιση ή ο συνδυασμός των δύο αποτελούν επίσης αποδεκτές επιλογές.
4. Την υποστήριξη της αύξησης του ρυθμού εγκατάστασης μικρών φωτοβολταϊκών συστημάτων για σκοπούς αυτοκατανάλωσης, ιδίως σε συνδυασμό με την ανακαίνιση, και ενδεχομένως με συστήματα αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες). Οι ενεργειακές κοινότητες μπορούν επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση της χρήσης φωτοβολταϊκών συστημάτων για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών των νοικοκυριών.
5. Ανακατεύθυνση των κονδυλίων που προορίζονται για την αντικατάσταση των οικιακών συσκευών προς την αξιοποίηση των αντλιών θερμότητας όπως και προς την αύξηση των ποσοστών εγκατάστασης ηλιακών θερμοσιφώνων και φωτοβολταϊκών συστημάτων.
6. Ανάληψη εκστρατειών επικοινωνίας που αναδεικνύουν τα οικονομικά οφέλη από τις επενδύσεις σε ανακαινίσεις, αντλίες θερμότητας και φωτοβολταϊκά συστήματα.
7. Εφαρμογή μέτρων επάρκειας στον τομέα των μεταφορών (μείωση του μέγιστου ορίου ταχύτητας, ήπια κινητικότητα, συνεπιβατισμός, τηλεργασία) τα οποία οδηγούν σε σημαντική μείωση των εκπομπών ΑΦΘ, που υπερβαίνει συνολικά εκείνη της διείσδυσης των ηλεκτρικών οχημάτων BEV μέχρι το 2030.
Ταξινόμηση κτιρίων
Εστιάζοντας στον κτιριακό τομέα, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι για τη λεπτομερή αξιολόγηση των διαφόρων μέτρων χαμηλών εκπομπών άνθρακα απαιτείται μια αναλυτική ταξινόμηση των κτιρίων, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να αποτυπώνονται με ακρίβεια τα διάφορα χαρακτηριστικά του κτιριακού αποθέματος. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο του μοντέλου που αναπτύχθηκε για την παρούσα μελέτη, τα οικιακά κτίρια ταξινομούνται με βάση την ενεργειακή τους κλάση, διακρίνοντας 9 διαφορετικούς τύπους κατοικιών.
Η ταξινόμηση έγινε λαμβάνοντας υπόψη την περίοδο κατασκευής τους, καθώς και στατιστικά στοιχεία σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κατοικιών που κατασκευάστηκαν την αντίστοιχη περίοδο, τα οποία δημοσιεύονται ετησίως από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Όπως αναφέρεται, η προσομοίωση της ενεργειακής κατανάλωσης για κάθε κατηγορία κατοικιών αφορούσε έξι τελικές χρήσεις, και συγκεκριμένα: (i) τη θέρμανση χώρου, (ii) το ζεστό νερό χρήσης, (iii) την ψύξη χώρου, (iv) το μαγείρεμα, (v) τον φωτισμό και (vi) τις ηλεκτρικές συσκευές (που διακρίνονται περαιτέρω σε πλυντήρια ρούχων, πλυντήρια πιάτων, ψυγεία και καταψύκτες, τηλεοράσεις και πολυμέσα, ΤΠΕ (ΙCT) και άλλες μικροσυσκευές).
Η ενεργειακή απαίτηση σε κάθε τελική χρήση υπολογίστηκε με την εφαρμογή αναλυτικών μεθοδολογιών, χρησιμοποιώντας συνήθη μετεωρολογικά δεδομένα και άλλα διαθέσιμα στοιχεία από εθνικές και διεθνείς τομεακές μελέτες σχετικά με την κατανάλωση/απόδοση μονάδων(π.χ. βάση δεδομένων IDEES6 , το Clever Scenario for Europe που αναπτύχθηκε από την οργάνωση NegaWatt7 κ.λπ.). Τα ποσοστά των τεχνολογιών και των καυσίμων που χρησιμοποιήθηκαν (π.χ. κεντρικά συστήματα θέρμανσης χώρων, λέβητες ξύλου, ηλιακά συστήματα παραγωγής ζεστού νερού χρήσης κ.λπ.) αποτελούν τις κύριες παραμέτρους της μοντελοποίησης.
Σενάρια επενδύσεων
Όπως αναφέρεται, δεδομένου ότι το μείγμα των μέτρων που προτείνουμε είναι διαφορετικό από εκείνο του ΕΣΕΚ, αναμένονται επίσης διαφορές στο συνολικό κόστος επένδυσης. Αναλυτικότερα, όπως σημειώνει η μελέτη, παρόλο που είναι δύσκολο να γίνουν ακριβείς συγκρίσεις, ελλείψει πληροφόρησης σχετικά με τις συγκεκριμένες παραδοχές που χρησιμοποιούνται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, οι συνολικές δαπάνες που προορίζονται για τον οικιακό τομέα (ανακαινίσεις και ενεργειακές συσκευές) για την περίοδο 2023-2030 ανέρχονται σε €29,2 δις (€6,3 δις για ανακαινίσεις και €22,9 δις για συσκευές).
Από την άλλη πλευρά, οι συνολικές επενδυτικές δαπάνες για τα σενάρια S0, S1, S2 και S3 που εξετάζονται στην παρούσα ανάλυση για την ίδια περίοδο ανέρχονται σε €8,7 δις, €8,8 δις, €19,1 δις και €25 δις, αντίστοιχα. Επιπλέον, το συνολικό κόστος επένδυσης για τα δύο σενάρια που αναδεικνύονται ως τα πλέον αποδοτικά από οικονομική άποψη (S2-PV και S3-PV), κυμαίνεται από €22,7 έως €28,6 δις, χαμηλότερο ή στην ίδια τάξη μεγέθους με εκείνο του προσχεδίου ΕΣΕΚ.
Ωστόσο, σχεδόν το 50% των επενδύσεων στο σενάριο S2-PV ή, ακόμη περισσότερο, στο σενάριο S3-PV αφορούν ανακαινίσεις παλαιών κατοικιών. Οι ετησιοποιημένες δαπάνες που υπολογίστηκαν για αυτά τα σενάρια αποδείχθηκαν αρνητικές σε ένα ευρύ φάσμα παραμετρικών τιμών. Επιπλέον, τα δύο σενάρια S2-PV και S3-PV, τα οποία εστιάζουν στην ανακαίνιση κτιρίων σε συνδυασμό με τη χρήση φωτοβολταϊκών, έχουν αρνητικό κόστος ανά τόνο μείωσης των εκπομπών CO2 που επιτυγχάνουν για κάθε έτος κατά την υπό εξέταση περίοδο (Πίνακας 7). Επομένως και τα δύο σενάρια αποδείχθηκαν ωφέλιμα τόσο για το κλίμα όσο και την εθνική οικονομία.