Οι Αυστραλοί (της Macquarie) φεύγουν, οι Γάλλοι (της Meridiam) έρχονται. Ξαναμοιράζεται η «τράπουλα» των ενδιαφερόμενων για το 20% της «Αριάδνης», της θυγατρικής εταιρείας ειδικού σκοπού του ΑΔΜΗΕ που υλοποιεί την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής. Σύμφωνα με την χθεσινή ενημέρωση του Διαχειριστή, ένας από τους τέσσερις «μνηστήρες της Αριάδνης», που ήταν η κοινοπραξία της «ΦΑΕΘΩΝ» (συμφερόντων Ομίλου Κοπελούζου) και του Macquarie SuperCore Infrastructure Fund άλλαξε σύνθεση, αφού η Macquarie αποχώρησε από την κοινοπραξία και ο νέος ξένος «παρτενέρ» του Ομίλου Κοπελούζου θα είναι στο εξής το fund Meridiam που επίσης έχει εξειδίκευση σε έργα υποδομών (όπως η Macquarie). Η Meridiam εδρεύει στο Παρίσι, έχει υπό διαχείριση κεφάλαια της τάξης των 22 δις. δολαρίων και διευθύνεται από τον ιδρυτή της Thierry Deau, έμπειρο μάνατζερ στον χώρο των υποδομών που είχε θητεύσει παλαιότερα, επικεφαλής της κατασκευαστικής Egis που έχει παρουσία στην Ελλάδα από το 1994 συμμετέχοντας μαζί με ΕΛΛΑΚΤΩΡ και ΑΒΑΞ στις «Αττικές Διαδρομές», την κοινοπραξία που διαχειριζόταν μέχρι πρότινος την Αττική Οδό και έχοντας συμπράξει πιο πρόσφατα με την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στην κοινοπραξία που κέρδισε την παραχώρηση της Εγνατίας Οδού.
H γνώση του κλάδου υποδομών της Ελλάδας που απέκτησε ο κ. Deau από την θητεία του στην Εgis μάλλον σχετίζεται και με το ενδιαφέρον που επιδεικνύει και η Meridiam για ελληνικά projects, αφού το fund έδωσε το παρών και στον διαγωνισμό για τη νέα σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού (που κατέληξε στην ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ), όπως και η σύμβαση παραχώρησης του Βορείου Οδικού Άξονα Κρήτης, για την οποία Meridiam και Egis συνέπραξαν με την ΑΒΑΞ, αλλά βγήκαν τρίτοι στην κατάταξη.
Σε κάθε περίπτωση, η Meridiam διαχειρίζεται πάνω από 125 assets σε όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η υποθαλάσσια ηλεκτρική διασύνδεση NeuConnect μεταξύ Γερμανίας και Μεγάλης Βρετανίας, δυναμικότητας 1,4 GW (που βρίσκεται σε φάση κατασκευής), το αεροδρόμιο της Σόφιας και του Αμμάν στην Ιορδανία, αυτοκινητοδρόμους σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Ισπανία, Μ. Βρετανία, Σλοβενία, Φινλανδία κ.α.), το λιμάνι του Καλαί στη Γαλλία κ.α.
Όσο για τους λόγους αποχώρησης της Macquarie φημολογείται ότι σχετίζονται με τον παθητικό ρόλο που θα είχε -σε περίπτωση που θα επικρατούσε στον διαγωνισμό- στην ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής, ενώ ο κανόνας για τους Αυστραλούς είναι να έχουν λόγο και δικαίωμα ψήφου στο ΔΣ στα έργα όπου αποκτούν μετοχική συμμετοχή. Σε κάθε περίπτωση, οι Αυστραλοί διαθέτουν ήδη πολυεπίπεδη παρουσία στον ενεργειακό κλάδο της Ελλάδος: Ελέγχουν το 49% του ΔΕΔΔΗΕ, είναι ισότιμοι εταίροι 50%-50% με τους Ιταλούς της Enel στην Principia που αναπτύσσει φωτοβολταϊκά και onshore αιολικά. Αναπτύσσουν επίσης φωτοβολταϊκούς σταθμούς μέσω άλλου σχήματος (Cero Generation) που ελέγχουν αποκλειστικά και προτίθενται να δραστηριοποιηθούν και στα offshore αιολικά μέσω της Corio Generation που σύναψε πρόσφατα συμφωνία συνεργασίας με την ελληνική Globalsat.
Η κοινοπραξία ΦΑΕΘΩΝ- Meridiam, αφού «πιστοποιήθηκε» από τον ΑΔΜΗΕ που διενεργεί τον διαγωνισμό για την παραχώρηση του 20% της «Αριάδνης» έλαβε το πράσινο φως για να συμμετάσχει στη δεύτερη φάση που προβλέπει την υποβολή δεσμευτικών οικονομικών προσφορών έως τις 21 Ιουνίου. Οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι είναι ο Διαχειριστής του Συστήματος Μεταφοράς της Ιταλίας Terna (που ελέγχεται από το ιταλικό Δημόσιο) η κρατική κινεζική εταιρεία State Grid (που ελέγχει το 24% του ΑΔΜΗΕ) και η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Οι τέσσερις υποψήφιοι έχουν πάρει πρόσβαση στο Virtual Data Room (VDR) που περιλαμβάνει τα τεχνικά και οικονομικά στοιχεία της «Αριάδνη Interconnection» και το υλικό που κρίνεται αναγκαίο για τη διαμόρφωση των οικονομικών προσφορών τους. Μόλις ολοκληρωθεί η υποβολή των προσφορών, θα ξεκινήσει η αξιολόγησή τους από τον ΑΔΜΗΕ.
Η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής, μεταφορικής ικανότητας 1 GW βρίσκεται σε τελική φάση κατασκευής. Αναμένεται να τεθεί σε εμπορική λειτουργία το 2025 και με την ολοκλήρωσή του, σε συνδυασμό με τη μικρή διασύνδεση Πελοποννήσου – Κρήτης που λειτουργεί από το καλοκαίρι του 2021, θα άρει την ενεργειακή απομόνωση του νησιού εξασφαλίζοντας την ενεργειακή ασφάλειά του χωρίς τη χρήση των συμβατικών μονάδων, μειώνοντας έτσι το κόστος παραγωγής και βελτιώνοντας το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και την ποιότητα της παρεχόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.