Σήμα για την υιοθέτηση συγκροτημένων πολιτικών για την ενεργειακή θωράκιση της ΕΕ αλλά και των επιχειρήσεών της απέστειλαν εκπρόσωποι των ΜμΕ κατά το 2ο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Μικρομεσαίας Επιχειρηματικότητας, που διοργανώθηκε το περασμένο Σάββατο, από το Επαγγελματικό Επιμελητήριο της Αθήνας (ΕΑΑ), τη ΓΣΕΒΕΕ και το Economist, με κεντιρκό καλεσμένο τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας Φρ. Ολαντ.
“Η ενεργειακή εξάρτηση είναι μια διαρκής απειλή για την ασφάλεια, αλλά και την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Μεταξύ 2021 και 2022, το κόστος ορισμένων εισαγωγών ενέργειας τριπλασιάστηκε, επηρεάζοντας βασικούς τομείς της οικονομίας μας, όπως τα καταναλωτικά αγαθά και η μεταποίηση” τόνισε ο ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου μιλώντας στην έναρξη του 2ου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου για τη Μικρομεσαία επιχειρηματικότητα με κεντρικό ομιλητή τον πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, που βρίσκεται στην Ελλάδα προσκεκλημένος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) και του Economist.
Κι αυτό την ώρα, που με βάση την τελευταία μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, παραμένει ως πηγή αβεβαιότητας η ενέργεια με τις γεωπολιτικές εξελίξεις τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στο μέτωπο της Ουκρανίας με τη συνέχιση του πολέμου να τροφοδοτούν αυτήν την αβεβαιότητα. Αν και υπάρχει σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας αυτή έχει ακόμη έστω και περιορισμένη επίδραση στον πληθωρισμό με τα καύσιμα να έχουν θετικό πρόσημο στη συνεισφορά τους στην ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
“Σήμερα, το κόστος της ενέργειας είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για το 75% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Αντίστοιχα, η Ευρώπη παράγει σήμερα ελάχιστες κρίσιμες πρώτες ύλες και υστερεί σημαντικά στην παραγωγή νέων τεχνολογιών – με κίνδυνο στα επόμενα χρόνια να βρεθεί «όμηρος» εταιριών από τις ΗΠΑ και την Κίνα” τόνισε ο κ. Χατζηθεοδοσίου.
Η γεωπολιτική
Να σημειωθεί ότι με βάση τη μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας διαπιστώνεται σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας, που επιτάχυνε τη μείωση του πληθωρισμού το προηγούμενο έτος, ασκεί πλέον πολύ μικρή αυξητική επίδραση καθώς η σύγκριση γίνεται με τις ήδη μειωμένες ενεργειακές τιμές της αντίστοιχης περιόδου του 2023.
Ωστόσο, οι ενεργές εστίες γεωπολιτικής έντασης, η διατήρηση των περικοπών στην παραγωγή από τον OPEC+ αλλά και η ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας, αρχίζουν να δημιουργούν ήπιες ανοδικές πιέσεις στις τιμές του αργού πετρελαίου. Ως εκ τούτου, οι τιμές καυσίμων είχαν οριακά θετική συνεισφορά στον πληθωρισμό τον Απρίλιο, προσθέτοντας +0,2 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) ετησίως, σε σύγκριση με -1,3 π.μ. το 2023 και +3,1 π.μ. το 2022. Η μέση συνεισφορά των καυσίμων στην ετήσια μεταβολή του ΔΤΚ αναμένεται να παραμείνει ελαφρώς θετική και να κυμανθεί σε +0,2 π.μ. ανά μήνα, έως το τέλος του έτους.
Την ίδια ώρα, όπως σημείωσε ο πρόεδρος του ΕΕΑ, η επέλαση της Τεχνητής Νοημοσύνης – μαζί με τις ευκαιρίες – δημιουργεί τον κίνδυνο νέων ανισοτήτων και αποκλεισμών, με θύματα μικρές επιχειρήσεις και εργαζομένους, που δεν θα καταφέρουν να συμβαδίσουν. Σε όλα αυτά τα θέματα, η Ευρώπη πρέπει να δώσει πειστικές απαντήσεις στα επόμενα χρόνια. ” συμπλήρωσε.
‘Όπως τόνισε ο κ. Χατζηθεοδοσίου “η Ευρώπη βαδίζει σε ταραγμένα νερά. Οι γεωπολιτικές εντάσεις και η κλιματική κρίση δημιουργούν κινδύνους για την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Η ήπειρός μας αντιμετωπίζει βαθιά δομικά προβλήματα, όπως είναι το δημογραφικό, η ασθενική πορεία των επενδύσεων, η χαμηλή ανταγωνιστικότητα, η αδύναμη αύξηση της παραγωγικότητας.
Πριν από 15 χρόνια οι οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ είχαν περίπου το ίδιο μέγεθος. Σήμερα – μετά και την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου – η οικονομία των ΗΠΑ είναι σχεδόν 50% μεγαλύτερη από την ευρωπαϊκή.
Το μερίδιο της Ε.Ε. στην παγκόσμια παραγωγή έχει συρρικνωθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Η ενεργειακή εξάρτηση είναι μια διαρκής απειλή για την ασφάλεια, αλλά και την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Μεταξύ 2021 και 2022, το κόστος ορισμένων εισαγωγών ενέργειας τριπλασιάστηκε, επηρεάζοντας βασικούς τομείς της οικονομίας μας, όπως τα καταναλωτικά αγαθά και η μεταποίηση” ανέφερε ο πρόεδρος του ΕΕΑ και έθεσε το κρίσιμο ερώτημα που δεν είναι άλλο από “το πώς η Ευρωπαϊκή Ένωση θα δημιουργήσει στα επόμενα χρόνια όρους βιώσιμης, ανθεκτικής και συμπεριληπτικής ανάπτυξης. Πώς θα ενισχύσει τη γεωπολιτική της παρουσία, πώς θα αποκτήσει πιο δυναμικές, ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, πώς θα αξιοποιήσει καλύτερα την καινοτομία και τις τεχνολογικές εξελίξεις. Πώς θα στηρίξει το ανθρώπινο δυναμικό της.
Πώς θα δημιουργήσει – με άλλα λόγια – προϋποθέσεις ευημερίας για τους λαούς της, σε έναν κόσμο που αλλάζει.
Το επόμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα αποφασίσει για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την επόμενη δεκαετία.
Θα αποφασίσει αν θα αυξήσουμε τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, αν θα αξιοποιήσουμε την κοινή δανειοληπτική ικανότητα της Ευρώπης, αν θα δημιουργήσουμε κοινούς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς – στο πρότυπο του Ταμείου Ανάκαμψης – για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του μέλλοντος: την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την ψηφιακή μετάβαση, την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας, την αναζωογόνηση της παραγωγικής βάσης, αλλά και τη στήριξη του κοινωνικού κράτους της Ευρώπης, τη μείωση αλλά και την πρόληψη των ανισοτήτων.
Η ενδυνάμωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας είναι αναπόσπαστο μέρος αυτής της προσπάθειας” σημείωσε ο κ. Χατζηθεοδοσίου.
Νέα τάξη
Για νέα τάξη πραγμάτων η οποία απαιτεί νέα μορφή δράσης από την Ε.Ε. μίλησε στο συνέδριο του Economist για της μικρομεσαίες επιχειρήσεις ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, τονίζοντας ότι το πρόβλημα της Ευρώπης σήμερα είναι πρωτίστως γεωπολιτικό. Αναφέρθηκε στους πολέμους που είναι σε εξέλιξη ως πηγή ανησυχίας για την Ευρώπη και τάχθηκε υπέρ της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας και αμυντικής βιομηχανίας.
Ο κ. Ολάντ στάθηκε σε παραμέτρους όπως η ρωσική απειλή αλλά και οι πιέσεις από την Κίνα, «η οποία δεν είναι μόνο οικονομική και τεχνολογική αλλά και στρατιωτική δύναμη». Έπειτα, αναφέρθηκε στις χώρες του Νότου, τονίζοντας ότι με τη δημογραφική τους ορμή διεκδικούν θέση στον διεθνή ανταγωνισμό. «Και φυσικά η κλιματική αλλαγή, όπως και το ενεργειακό ζήτημα, που απαιτεί την αποτελεσματική διαχείριση των πόρων», σημείωσε ο κ. Ολάντ, περιγράφοντας ένα πλέγμα προκλήσεων υπό την επισήμανση ότι απειλεί την πρωτοπορία της Ευρώπης ως οικονομικής δύναμης.
Ο ίδιος εξέφρασε την εκτίμηση ότι σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχουν διαθέσιμα αποταμιεύσεων τα οποία δεν αξιοποιούνται επαρκώς και αποτελεσματικά για τη χρηματοδότηση επενδύσεων και ενθάρρυνε τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της Ε.Ε. που θα διευκολύνουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
«O Ντόναλντ Tραμπ ό,τι λέει το πράττει. Μου είχε πει ότι θα ακυρώσει τη συμφωνία με το Ιράν και το έκανε. Αντίστοιχα έπραξε και με τη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή. Όταν λέει ότι θα απαιτήσει μεγαλύτερη συμμετοχή της Ευρώπης στη βορειοατλαντική συμμαχία θα το πράξει επίσης», σχολίασε ο κ. Ολάντ ερωτηθείς για τις επικείμενες αμερικανικές εκλογές.
Οι κρίσιμες πρώτες ύλες
Να σημειωθεί ότι αναπόσπαστο τμήμα της συζήτησης, όπως ανέφερε και ο κ. Χατζηθεοδοσίου στο συνέδριο για τις ΜμΕ είναι το θέμα τοων κρίσιμων πρώτων υλών, που όπως φαίνεται “ενώνει” τόσο τις μεγάλες όσο και τις μικρότερες επιχειρήσεις. Είναι ενδεικτικό, ότι όπως ανέφερε σε αρθογραφία του ο Δημήτρης Βέργαδος, Χημ. Μηχανικός ΕΜΠ, Διευθυντής ΜΜΕ και Ενημέρωσης του ΣΕΒ. το πλαίσιο του Φόρουμ των Δελφών, στις πλαγιές του Παρνασσού, που έγινε πρόσφατα, στην εκδήλωση-πάνελ που διοργάνωσε ο ΣΜΕ, με τίτλο: “RawMaterials and Geopolitical Independence, European Industrial Policy”, στην οποία συμμετείχαν ο Πρόεδρος της ΕΕ του ΣΕΒ κ. Ευθύμιος Βιδάλης, ο Επίτιμος Πρόεδρος της Euromines, κ. Μαρκ Ραχωβίδης ο Πρόεδρος του Πανευρωπαϊκού Συνδέσμου Λατομείων UEPG, κ. Αντώνης Αντωνίου Λατούρος και ο πρόεδρο του ΣΜΕ και CEO της ΓΕΩΕΛΛΑΣ, κ. Κωνσταντίνος Γιαζιτζόγλου τέθηκε μετ’ επιτάσεως το ζήτημα.
Ο κ. Βιδάλης, μίλησε μεταξύ των άλλων, για τη σημασία των ορυκτών στη μεταποίηση, σημειώνοντας πως «υπάρχει μια μετατόπιση από την οικονομική ανταγωνιστικότητα στην στρατηγική αυτάρκεια και πως η επίτευξη των στόχων της βιομηχανικής ανάπτυξης είναι αδύνατον να πραγματοποιηθεί χωρίς σταθερή πρόσβαση στις κρίσιμες πρώτες ύλες. Οι απαραίτητες πρώτες ύλες, για τις αναγκαίες τεχνολογίες για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, είναι κρίσιμης σημασίας ενώ δημιουργούν σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις». Ο ομιλητής επεσήμανε πως η μεταποίηση πρέπει να αντιμετωπίσει την κρίση αυτάρκειας και να τη δει σαν ευκαιρία. Τόνισε ακόμη ότι ο κλάδος της εξορυκτικής βιομηχανίας εκπροσωπείται στον ΣΕΒ από εξέχουσες εταιρείες του χώρου και αναφερόμενος στην Κομισιόν, έκανε λόγο για τη σημασία των κρίσιμων πρώτων υλών στην κυκλική οικονομία και για τη βιώσιμη ανάπτυξη, σημειώνοντας πως «οι στόχοι κυκλικής οικονομίας είναι αδύνατον να επιτευχθούν χωρίς ανθεκτική και βιώσιμη πρόσβαση σε πρώτες ύλες. Για αυτό και οι μεταποιητικές μονάδες και τα κράτη θα πρέπει να εντάξουν τη μακροπρόθεσμη επάρκεια πρώτων υλών στη στρατηγική τους».
Ο κ. Ραχωβίδης από την πλευρά του επισήμανε πως η Ευρώπη βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, η οποία θα καθορίσει την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, τονίζοντας πως «εάν συνεχίσουμε να ‘εξάγουμε’ ρύπανση και να εισάγουμε πρώτες ύλες, όπως σήμερα, τότε η Πράσινη Μετάβασή μας δεν μπορεί να ευημερήσει». Καταλήγοντας, είπε πως ένα όραμα που περιλαμβάνει 20 με 30 νέα στρατηγικά έργα εξόρυξης στην Ευρώπη έως το 2030 θα επιτρέψει μια βιώσιμη, υπεύθυνη και ευημερούσα βιομηχανία εξόρυξης, ευθυγραμμισμένη με τις ευρωπαϊκές αξίες.
Ο κ. Λατούρος μίλησε για τις ανάγκες της Ευρώπης για 3 δισ. τόνους αδρανών υλικών ετησίως, καθιστώντας τα αδρανή τον πιο χρησιμοποιούμενο φυσικό πόρο, μετά το νερό και τον αέρα. Αναφέρθηκε ακόμη στην χρήση κατάλληλων απορριμμάτων για την παραγωγή ανακυκλωμένων αδρανών, καθώς και στο ότι οι εγκαταστάσεις παραγωγής αδρανών υλικών πρέπει να βρίσκονται κοντά στα κέντρα ζήτησης..
Από την πλευρά του, ο κ. Γιαζιτζόγλου τόνισε πως οι ανάγκες υιοθέτησης νέων τεχνολογιών αυξάνουν σημαντικά τη ζήτηση συγκεκριμένων ορυκτών πρώτων υλών. «Η χώρα μας είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε ορισμένες από αυτές τις περιπτώσεις». Συμπλήρωσε όμως ότι «δυστυχώς το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, καθιστά την εξορυκτική δραστηριότητα μη ανταγωνιστική. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αντιμετωπίσει το θέμα με σοβαρότητα και αποφασιστικότητα». Κλείνοντας, ανέφερε πως η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα πρώτων υλών που σήμερα κατατάσσονται στις μη κρίσιμες, με την έντονη εξαγωγική δραστηριότητα αυτών των κλάδων να είναι βέβαιο ότι μπορεί να αποτελέσει γεωπολιτικό ατού για τη χώρα μας.
Όπως καταφαίνεται, η κρισιμότητα της αυτάρκειας σε πρώτες ύλες είναι πλέον αναγνωρισμένη σε ανώτατο επίπεδο μέσα από την πρόσφατη πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τον κανονισμό CRITICAL RAW MATERIALS ACT. “Παρ όλα αυτά, τόσο ως σύνδεσμος όσο και ως μέλη της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας Euromines, πιστεύουμε ακράδαντα ότι θα χρειαστεί να γίνουν πάρα πολλά πράγματα ακόμη για να μην βρισκόμαστε σε πλήρη εξάρτηση από συγκεκριμένες τρίτες χώρες, οι οποίες δεν έχουν κρύψει τη διάθεσή τους να αξιοποιήσουν αυτή τη γεωπολιτική ισχύ” ανέφερε ο Πρόεδρος του ΣΜΕ.
Στο ίδιος μήκος κύματος και ο Χρήστος Μπαλάσκας (Ελληνικός Χρυσός) από το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ανέδειξε τη σημασία των κρίσιμων πρώτων υλών αλλά και το ρόλο της Ελλάδας, όπου όπως είπε καταγράφεται σημαντική πρόοδος μέχρι σήμερα.
Να σημειωθεί ότι η χώρα μας, με ανεξερεύνητο ορυκτό πλούτο που αποτιμάται στα 72 δισ. ευρώ, μπορεί να γίνει ο πρωταγωνιστής των εξελίξεων στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως. Βάσει της ανάπτυξης τεχνολογιών εξόρυξης και επεξεργασίας, η Ελλάδα έχει δείξει τη δυναμική της στο μεταλλευτικό τομέα εδώ και πολλά χρόνια. Ωστόσο, όπως τονίζεται, μέσα από την αξιοποίηση κρίσιμων πρώτων υλών και στρατηγικών μετάλλων έχει τη δυνατότητα να συμβάλει ακόμα περισσότερο στην οικονομική ανάπτυξη και τη διασφάλιση της ενεργειακής και ψηφιακής μετάβασης, ειδικά σε μια εποχή έντονων γεωπολιτικών προκλήσεων.
Υπενθυμίζεται ότι στο τελευταίο Φόρουμ των Δελφών στο πάνελ «Global Geopolitical Shifts: Impacts and Strategies for Businesses» ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΣΕΒ κ. Δημήτρης Παπαλεξόπουλος σημείωσε πως “το μεγαλύτερο μέρος της πράσινης τεχνολογίας δεν αναπτύσσεται στην Ευρώπη αλλά αλλού. Στις ΗΠΑ και την Κίνα εφαρμόζονται στιβαρές βιομηχανικές πολιτικές και η Ευρώπη πρέπει να επιλέξει αν θα προσαρμοστεί”. Επίσης, στους βασικούς τομείς που χρήζουν βελτιώσεων, είναι αυτοί της Τεχνητής Νοημοσύνης, αλλά και της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια που όπως είπε ο κ. Παπαλεξόπουλος “είναι σωστή και αναγκαία αλλά και πολύ πιο δαπανηρή από ό,τι αναμενόταν”. Σε αυτούς τους τομείς, η Ευρώπη οφείλει να βοηθήσει την επιχειρηματικότητα να δώσει λύσεις. “Πρέπει να κινηθούμε πολύ πιο γρήγορα. Έχουμε μια χρυσή ευκαιρία να προχωρήσουμε και πρέπει να είμαστε πιο τολμηροί” ανέφερε ο Πρόεδρος του ΣΕΒ.