Ο γενικός διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, Γιώργος Παντελή, επιβεβαιώνει μέσω συνέντευξής του στον Φιλελεύθερο ότι το υπουργείο διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις ως προς την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης.
Διευκρινίζει, όμως, ότι οι επιφυλάξεις αυτές δεν αφορούν άμεσα τη διασύνδεση, αλλά κυρίως τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας που θα φέρει σε πέρας το έργο, καθώς και το πρόσθετο κόστος, πέραν των 100 εκατ. ευρώ, που ίσως κληθεί στη συνέχεια το κράτος να πληρώσει λόγω της συμμετοχής του στο έργο.
Ο κ. Παντελή ρωτήθηκε από τον «Φ» κατά πόσο είναι αληθές ότι το Υπουργείο Οικονομικών διατηρεί επιφυλάξεις για την ηλεκτρική διασύνδεση, όπως προωθείται, αλλά και για τη συμμετοχή του κράτους στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector.
Αφού υπενθύμισε ότι «το Υπουργικό Συμβούλιο επιβεβαίωσε την κατ’ αρχήν πρόθεση της Κυπριακής Δημοκρατίας για συμμετοχή της στο μετοχικό κεφάλαιο της «Great Sea Interconnector», για ποσό μέχρι €100 εκ.», ο κ. Παντελή εξήγησε πως «τo Υπουργείο Οικονομικών δεν είναι αρνητικό σε σχέση με την προωθούμενη ηλεκτρική διασύνδεση, αφού αυτή θα μπορούσε, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις/συνθήκες, οι οποίες δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί πλήρως, να συνεισφέρει στη μείωση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, στην πορεία για επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων που έχουν τεθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και στην επίλυση του θέματος της ενεργειακής απομόνωσης του νησιού».
Ο γ.δ. του Υπουργείου Οικονομικών επισήμανε ότι «ο ρόλος της Κυβέρνησης είναι η διασφάλιση ικανοποιητικής ροής ενέργειας, στην καλύτερη δυνατή τιμή και με τους χαμηλότερους ρύπους, στόχοι οι οποίοι για να επιτευχθούν θα πρέπει να προχωρήσουμε τάχιστα με την επίλυση των στρεβλώσεων και το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού».
Μιλώντας ειδικότερα για όσα προβληματίζουν το υπουργείο, ο κ. Παντελή είπε: «Οι επιφυλάξεις του Υπουργείου Οικονομικών είναι κυρίως ως προς την επενδυτική συμμετοχή της Δημοκρατίας στο όλο έργο, καθώς και τις δυνητικές υποχρεώσεις που μπορεί να προκύψουν πέραν της επένδυσης ύψους μέχρι €100 εκ.
Περαιτέρω, λόγω του υψηλού κόστους του όλου έργου, που αγγίζει περίπου τα €2 δισ., με τη συνεισφορά των Κυπρίων καταναλωτών να ανέρχεται στο 63%, αναμένουμε τις σχετικές ρυθμιστικές αποφάσεις αναφορικά με την ημερομηνία έναρξης της καταβολής της αναφερόμενης συνεισφοράς και της χρονικής διάρκειας της, καθώς και τους τρόπους χρηματοδότησης του όλου έργου».
Πρόσθεσε όμως ότι «το Υπουργείο Οικονομικών έχει επιφυλάξεις και ως προς το τεχνικό κομμάτι του όλου έργου, τεχνική ανάλυση η οποία δεν έχει παραδοθεί μέχρι και σήμερα».
Είπε ακόμα ότι «το Υπουργείο Οικονομικών αναμένει μεταξύ άλλων την τελική μελέτη κόστους / οφέλους που διενεργήθηκε και παρουσιάστηκε από τον ΑΔΜΗΕ (σ.Φ. και η οποία έδειξε, σε προκαταρκτική φάση, δυνατότητα μείωσης του κόστους ηλεκτρισμού κατά 30%), μελέτη η οποία θα αξιολογηθεί από διεθνή συμβουλευτικό οίκο.
Εν κατακλείδι», είπε ο κ. Παντελή, «η οποιαδήποτε απόφαση ληφθεί θα πρέπει να διασφαλίζει τα συμφέροντα της Δημοκρατίας, των Κυπρίων καταναλωτών (φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων), καθώς και της εγχώριας παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος».
Η τελευταία αναφορά του γ.δ. του ΥΠΟΙΚ, για τη διασφάλιση των συμφερόντων της εγχώριας παραγωγής ηλεκτρισμού, παραπέμπει προφανώς στις σοβαρές ανησυχίες που εκφράζονται από παράγοντες του τομέα της ενέργειας στην Κύπρο για το ενδεχόμενο η λειτουργία του καλωδίου (μετά το 2030) να οδηγήσει σε αδράνεια ή υπολειτουργία τις σημερινές ιδιωτικές επενδύσεις σε ΑΠΕ, αλλά και τις συμβατικές μονάδες της ΑΗΚ και της ιδιωτικής PEC, για τις οποίες πιθανό οι Κύπριοι καταναλωτές να κληθούν να πληρώνουν για τη διατήρησή τους στην εφεδρεία, σε αντιοικονομικές συνθήκες.
Πηγή: philenews.com