Μενού Ροή
Βελτιώνεται η εικόνα της αγοράς διμερών συμβάσεων PPAs - Ενεργές οι προκλήσεις

Βελτίωση καταγράφει η κατάταξη της Ελλάδας όσον αφορά τις διμερείς συμβάσεις αγοράς ενέργειας (Power Purchase Agreements – PPAs), με τη χώρα να σκαρφαλώνει από την 26η στην 21η θέση του σχετικού δείκτη με βάση την τελευταία έκδοση της εξαμηνιαίας έρευνας EY Renewable Energy Country Attractiveness Index (RECAI). Κι αυτό σε μια περίοδο που αναζητείται “ορίζοντας” στην εν λόγω αγοράς διμερών συμβάσεων, λόγω της σταδιακής αποκλιμάκωσης του κόστους ενέργειας, με πολλές επιχειρήσεις να εξετάζουν την προοπτική πιο βραχυπρόθεσμων διμερών συμβάσεων. 

Βέβαια παραμένουν ενεργές σημαντικές οι προκλήσεις, που έχουν να κάνουν με τα σχήματα επιδότησης για πράσινες "προμήθειες" ρεύματος, τις εγγυήσεις προέλευσης κτλ.

Είναι ενδεικτικό ότι την απουσία συνεκτικής βιομηχανικής πολιτικής που θα επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στο μείζον ζήτημα του ενεργειακού κόστους έθεσε για μια ακόμη φορά ο πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας Αντώνης Κοντολέων μιλώντας πριν λίγες εβοδμάδες  σε ημερίδα για την ενεργειακή αποδοτικότητα στη βιομηχανία.  Ο κ. Κοντολέων σημείωσε ότι στην Ελλάδα η βιομηχανική πολιτική περιορίζεται σε συστάσεις για τη σύναψη ΡΡΑs με παραγωγούς ΑΠΕ. 

Υψηλό ρίσκο 

Ωστόσο οι βιομηχανίες εκτιμούν πως η προμήθεια ηλεκτρισμού μέσω μακροχρόνιων διμερών συμβολαίων με φωτοβολταϊκούς σταθμούς, εμπεριέχουν πολύ μεγάλο ρίσκο πολύ δε περισσότερο που δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το κόστος των φορτίων που έχει ανάγκη η βιομηχανία κατά τις ώρες που η παραγωγή από φωτοβολταικούς σταθμούς είναι περιορισμένη. Δηλαδή δεν υπάρχει πρόβλεψη για το λεγόμενο shaping cost ειδικά μετά την απόρριψη από την Κομισιόν του ελληνικού σχεδίου Green Pool. Υπενθυμίζεται ότι το Green Pool είναι ένας μηχανισμός επιδότησης των PPAs πράσινης ενέργειας ο οποίος προτάθηκε από την ελληνική κυβέρνηση στις αρμόδιες υπηρεσίες της Κομισιόν αλλά δεν εγκρίθηκε.  «Η βιομηχανία ενδιαφέρεται για ανταγωνιστική τιμή» δήλωσε ο κ. Κοντολέων, τονίζοντας ότι έτσι όπως διαμορφώνεται η αγορά με την υπερπροσφορά από τις ΑΠΕ και τη χαμηλή ζήτηση, που οδηγούν σε μηδενικές τιμές, οι βιομηχανικοί καταναλωτές που υπέγραψαν συμβάσεις ΡΡΑs είναι από τους «μεγάλους χαμένους», μαζί με τον ΔΑΠΕΕΠ και τους παραγωγούς ΑΠΕ που συμμετέχουν στην αγορά. Εκτίμησε μάλιστα ότι το έλλειμμα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) στο τέλος του 2024 θα φθάσει στα 429 εκατ. ευρώ. ‘Όπως είπε η μεσοσταθμική τιμή αποζημίωσης για την ενέργεια από ΑΠΕ διαμορφώνεται περίπου στα 80 ευρώ/MWh και οι εξαγωγές της πράσινης ενέργειας που πλεονάζει γίνονται επί ζημία.

Η Έκθεση

 Όπως σημειώνεται, πάντως, στην έκθεση της ΕΥ, “παρότι ο αριθμός των σχετικών συμφωνιών στην Ελλάδα παραμένει σχετικά μικρός, η αναδυόμενη αγορά των εταιρικών PPAs παρουσιάζει σημάδια ανάπτυξης. Πρόκειται για μια αγορά όπου κυριαρχούν τα έργα ηλιακής ενέργειας που αξιοποιούν στο έπακρο την ηλιοφάνεια, με μικρότερη συμμετοχή της επίγειας αιολικής ενέργειας. Με βάση την έκθεση, όπως και σε πολλές άλλες αγορές, οι μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι και οι όμιλοι πληροφορικής κυριαρχούν στη λίστα των αγοραστών, ωστόσο, είναι ενδιαφέρον ότι υπεγράφησαν, επίσης, PPAs από οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.”

Σημειώνεται ότι στο θέμα των διμερών συμβάσεων και της σύνδεσή τους με το ενεργειακό κόστος και στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας, εστίασε και η κοινή μελέτη που εκπόνησαν η EY και ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) με τίτλο «Χτίζοντας το μέλλον της ελληνικής βιομηχανίας – 12+1 προϋποθέσεις για ακόμα πιο ισχυρή και ανταγωνιστική βιομηχανία» τον περασμένο Απρίλιο.

Εκεί αναφέρεται η ανάγκη για περαιτέρω χρήση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε όλο το φάσμα της αλυσίδας αξίας, ενώ τονίζεται η ανάγκη μιας πιο εντατικής προσπάθειας για την ανάπτυξη των διμερών συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (PPAs). 

“Μεταξύ των σημαντικότερων προκλήσεων του εξωτερικού περιβάλλοντος που αντιμετώπισαν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις κατά την τελευταία τριετία, τρεις στους τέσσερις ανέφεραν το κόστος της ενέργειας και των καυσίμων (72%). Σημαντικές προκλήσεις χαρακτηρίστηκαν, επίσης, τα ζητήματα του ανθρώπινου δυναμικού (65%), οι διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες (63%), και το κόστος των πρώτων υλών και υλικών παραγωγής (61%). Τέλος, αρκετές αναφορές υπήρξαν στη γεωπολιτική αστάθεια (44%), τον διεθνή ανταγωνισμό (26%), και την κλιματική αλλαγή και βιώσιμη ανάπτυξη (23%)” αναφέρει η έκθεση που σημειώνει στις προτάσεις που καταθέτει ότι “υπάρχει ανάγκη εντατικότερης προσπάθειας για την ανάπτυξη των PPAs (Power Purchase Agreements – Διμερών Συμβάσεων Πώλησης Ηλεκτρικής Ενέργειας), που είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για το «πρασίνισμα» της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται από ενεργοβόρες βιομηχανίες.”

 

Όπως ανέφερε η μελέτη της ΕΥ - ΣΕΒ, με παραπομπή στην προηγούμενη έκδοση της μελέτης για τον δείκτη Renewable Energy Country Attractiveness Index (RECAI) της EY55, που αξιολογεί τις 40 κορυφαίες αγορές του κόσμου ως προς την ελκυστικότητα σε επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για τον Νοέμβριο του 2023 η Ελλάδα βρίσκονταν στην 26η θέση ανάμεσα σε 30 χώρες όσον αφορά τα PPAs. Κύριο πρόβλημα στην περαιτέρω διείσδυση των PPAs στην ελληνική αγορά, ιδιαίτερα των μακρόχρονων, είναι η χωρητικότητα των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας.”

Ο κλάδος

Στο μεταξύ, μιλώντας την περασμένη Δευτέρα, σε ειδική ενημερωτική ημερίδα για τους δημοσιογράφους ο Γιάννης Καλαφατάς, Chief Executive Director του τομέα Ενέργειας της Metlen  για το θέμα του ενεργειακού κόστους και της νέα προσέγγιση στις διμερείς συμβάσεις έκανε λόγο για “χλωμές προοπτικές”. Εξειδικεύοντας ανέφερε ότι στα νέα δεδομένα που πρέπει να συνυπολογιστούν είναι ότι η συμμετοχή των ΑΠΕ είναι κατά πολύ αυξημένη στο μίγμα παραγωγής, συμβάλλοντας στην ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης, γεγονός που έχει επιδράσει με την σειρά του στις τιμές της αγοράς. 

 

Όπως σημείωσε η νέα προσέγγιση σε σχέση με τα PPAs  έχει καταστήσει ανεπίκαιρη τη δέσμευση ενός μέρους της παραγόμενης ενέργειας ενός έργου ΑΠΕ, σε μια προσπάθεια διασφάλισης βιώσιμων αποδόσεων.  Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο ίδιος, η δέσμευση ενός μέρους της παραγωγής - π.χ. της τάξης του 60% - σε μια σταθερή τιμή μέσω με ένα PPA  και η διάθεση ενός μικρότερου μέρους – π.χ. της τάξης του 40% -  στην αγορά για την αξιοποίηση των υψηλών spot τιμών, αποτελεί, πλέον, μακρινό παρελθόν, χωρίς καμία πιθανότητα επιστροφής. "Οι επενδυτές καταλάβανε ότι το μοντέλο 60% μια κλειδωμένη τιμή με ένα PPA και 40% από την αγορά, λαμβάνοντας μια μεγαλύτερη τιμή για την ενίσχυση των τελικών αποδόσεων, τελικά αποδείχθηκε μια φούσκα. Αυτό πλέον δεν συμβαίνει και δεν μπορεί να συμβεί πια" σημείωσε. 'Αλλωστε, όπως αναφέρθηκε, πλέον, καταγράφεται μια τάση επεναδιαπραγμάτευσης  διμερών συμβολαίων. Δεν τυχαίο ότι πολλοί  αγοραστές επιδιώκουν τιμές  πώλησης  στα 35 με 40 ευρώ, κάτι που όμως δημιουργεί προβληματισμό στις τράπεζες σε σχέση με τη βιωσιμότητα έργων ΑΠΕ. Έτσι, στα "απόνερα" των νεών τάσεων, καταγράφεται μια πρόθεση για "ψαλλίδι" στις γραμμές χρηματοδότησης για απομείωση των ρίσκων, κάτι που όμως δημιουργεί δυσκολίες στην υλοποίηση έργων καθώς προκύπτουν μεγαλύτερες απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια. "Αυτό το πράγμα είναι λίγο σαν το αβγό του Κολόμβου. Αυτή είναι η αγορά των ΑΠΕ σήμερα", όπως ανέφερε ο κ. Καλαφατάς.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας