Την ανάγκη για χωροταξικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό στις ΑΠΕ έθεσε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ο Γιώργος Κρεμλής, επίτιμος διευθυντής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σύμβουλος του πρωθυπουργού, Κυρ. Μητσοτάκη, για θέματα Περιβάλλοντος, Κλιματικής και Κυκλικής Οικονομίας, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο συνέδριο Energyear Greece 2023. Παράλληλα, αναφέρθηκε στον ενεργειακό μετασχηματισμό της Ελλάδας σε έναν «πράσινο» πόλο, αλλά και στον Γολγοθά «αδειοδότησης» που χρειάζεται να ανέβουν τα έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), παρά τα βήματα προόδου.
Το πρόβλημα που κρατάει πίσω την Ελλάδα είναι πως δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη τα χωροταξικά των ΑΠΕ, ανέφερε. «Το εθνικό χωροταξικό των ΑΠΕ πρέπει να αναπτυχθεί. Είναι ανάγκη να υποβληθεί σε στρατηγική μελέτη των περιβαλλοντικών του επιπτώσεων, σύμφωνα με οδηγία της ΕΕ, που προβλέπει και δημόσια διαβούλευση. Παράλληλα, βέβαια, θα πρέπει να γίνουν περιφερειακά χωροταξικά και χωροταξικά για συγκεκριμένα νησιά, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τις ΑΠΕ που διαθέτουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο». Μάλιστα, ο κ. Κρεμλής μίλησε και για τα χωροταξικά σχέδια των θαλασσών. «Είναι μια σημαντική οδηγία, που προβλέπει ότι πρέπει να γίνουν θαλάσσια χωροταξικά, ώστε τα αιολικά, τα υπεράκτια αιολικά που θα γίνουν στη χώρα μας να προβλέπουν σε συγκεκριμένα θαλάσσια χωροταξικά. Αυτά με τη σειρά τους θα υποβληθούν σε στρατηγική εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων με δημόσια διαβούλευση. Τα θαλάσσια χωροταξικά είναι σημαντικό, όπως δήλωσε, να γίνουν και για εθνικούς λόγους.
Όσον αφορά τους χρόνους αδειοδότησης, ο κ. Κρεμλής μίλησε για τον κανονισμό 2022/2577 της 22/12/22 της ΕΕ. Πρόκειται για έναν κανονισμό που θέτει ένα πλαίσιο στην επιτάχυνση της αδειοδότησης έργων ΑΠΕ. Στο άρθρο 3 του κανονισμού προβλέπεται ότι ο προγραμματισμός, η κατασκευή και η λειτουργία έργων και εγκαταστάσεων για την παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ -όπως και η σύνδεσή τους στο δίκτυο, το δίκτυο αυτό καθ’ αυτό, αλλά και οι μονάδες αποθήκευσης που συνδέονται με τα έργα αυτά ή και αυτοτελώς- τεκμαίρεται ότι είναι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Έργα που εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, τη δημόσια υγεία και ασφάλεια -και βέβαια όταν γίνεται η στάθμιση αυτών σε σχέση με άλλα προστατευόμενα αγαθά, όπως η προστασία του περιβάλλοντος ή της βιοποικιλότητας- υπερτερούν. «Ο κανονισμός ήδη εφαρμόζεται στη χώρα μας, έχει διάρκεια έναν χρόνο και θα συμβάλει ακόμη περισσότερο στην αδειοδότηση έργων ΑΠΕ», τονίζει.
Η Ελλάδα μετασχηματίζεται με όχημα το υδρογόνο και τα έργα ΑΠΕ
Την ίδια ώρα, παρουσίασε την πρόοδο που καταγράφει η Ελλάδα, κάνοντας μια σύντομη αναφορά στα σημαντικά έργα που υλοποιούνται ή είναι υπό ανάπτυξη. «Πράγματι, η Ελλάδα αυτήν τη στιγμή μετασχηματίζεται σε ενεργειακό πόλο, σε έναν “πράσινο” ενεργειακό πόλο και πόλο υδρογόνου. Μάλιστα, σημείωσε πως δεν είναι μόνο ο αγωγός TAP για τον οποίο υπάρχει προοπτική διεύρυνσής του, ώστε να αυξηθούν οι ποσότητες αζέρικου αερίου, αλλά να υπάρξει η δυνατότητα ο αγωγός αυτός να χρησιμοποιηθεί και για τη μεταφορά υδρογόνου. Να γίνει επί της ουσίας dual αγωγός. Οι αυξημένες ποσότητες αζέρικου αερίου και υδρογόνου θα μπορέσουν να ενισχύσουν και τον κατακόρυφο αγωγό IGB, τον διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας- Βουλγαρίας, ο οποίος ήδη μεταφέρει αέριο στη Βουλγαρία». Εξάλλου, σημείωσε πως «προβλέπεται να διπλασιαστεί από πλευράς δυναμικότητας, ώστε να μπορεί να μεταφέρει στη Βουλγαρία τόσο μεγαλύτερες ποσότητες αερίου, όσο και υδρογόνου». Σε αυτό το σημείο έκανε αναφορά και στον πλωτό τερματικό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη, που με τη σειρά του θα υποστηρίξει όλες τις πρωτοβουλίες στην περιοχή. Ακόμη, αναφέρθηκε στον αγωγό που θα μεταφέρει αέριο από την Ελλάδα στη Βόρεια Μακεδονία, καθώς επίσης και σε άλλα τρία FSRU που προγραμματίζονται. Τέλος, μίλησε για την επέκταση της Ρεβυθούσας, που ήταν εξαιρετικά σημαντική στη χώρα μας, ενώ συμπεριέλαβε στα έργα και τις πρωτοβουλίες για την αποθήκευση αερίου.
Στη συνέχεια έκανε αναφορά σε μια πρόσφατη ΚΥΑ, που προβλέπει ανταγωνιστικές διαδικασίες υποβολής προσφορών για τη χορήγηση επενδυτικής και λειτουργικής ενίσχυσης από το RRF, το ΕΣΠΑ και άλλους χρηματοδοτικούς πόρους σε σταθμούς αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας. «Θα γίνει επιλογή των έργων βάσει διαδοχικών, ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών. Η επιλογή των έργων θα γίνει μέχρι τέλη του 2023 και η ολοκλήρωση και λειτουργία τους θα γίνει μέχρι τις 31/12/2025». Ταυτόχρονα, συμπλήρωσε πως «τα έργα αποθήκευσης -όπως επίσης και το να δίνονται άδειες σε μεγάλα έργα ΑΠΕ, που ξεπερνούν μια συγκεκριμένη δυναμικότητα, εφόσον τα έργα αυτά έχουν και μονάδες αποθήκευσης που θα μπορούν να υποστηρίξουν τόσο το ίδιο το έργο, όσο και γειτονικές αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις, που όταν είχαν αδειοδοτηθεί δεν είχαν προβλέψει την αποθηκευτική ικανότητα- είναι άκρως σημαντικά». Σημειώνεται πως μόνο το πλαίσιο αποθήκευσης είναι επιλέξιμο για χρηματοδότηση, όπως διευκρίνισε ο κ. Κρεμλής, λέγοντας ότι μια αδειοδότηση ενός έργου ΑΠΕ αυτή καθαυτή δεν μπορεί να τύχει επιχορήγησης από ευρωενωσιακούς πόρους. Ωστόσο, αν υπάρξουν αποθηκευτική ικανότητα και πρόβλεψη αποθήκευσης, αυτό το σκέλος είναι επιλέξιμο.
Ο κ. Κρεμλής παρέθεσε στοιχεία από το δελτίο του Διαχειριστή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ), τονίζοντας οι νέες συμβάσεις που υπεγράφησαν το 2022 ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, φτάνοντας τον αριθμό των 2.671, με συνολική ισχύ σχεδόν 4,6 γιγαβάτ, που αναμένονται να υλοποιηθούν μέσα στο 2023 και 2024. Οι νέες ΑΠΕ στο ηπειρωτικό σύστημα για το 2022 ανήλθαν στα 1.610 μεγαβάτ, η κατανομή τους ανά τεχνολογία είναι:
- Αιολικά 270 MW
- Φωτοβολταϊκα 1.284 MW
- Υδροηλεκτρικά 24 MW
- Βιομάζα και βιοαέριο 20 MW
- ΣΗΘΥΑ 12 MW
Τέλος, ο κ. Κρεμλής ανέφερε πως υπάρχει, όπως διαπιστώνεται, η δυνατότητα ανάπτυξης των ΑΠΕ και το «πεδίο είναι λαμπρό». «Μέσα στα επόμενα 6 χρόνια, σύμφωνα με το πρόγραμμα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, το 80% της ηλεκτροπαραγωγής θα προέρχεται τόσο από ΑΠΕ, όσο και από το υδρογόνο. Η Ελλάδα πρωτοστάτησε σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά και στην Ευρώπη, ψηφίζοντας έναν κλιματικό νόμο πολύ πιο φιλόδοξο σε σχέση με τον κανονισμό της ΕΕ για το κλίμα, με ενδιάμεσο στόχο το 2040, ώστε να μειώσουμε τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 80%, με στόχο την κλιματική ουδετερότητα το 2050 και τον φιλόδοξο στόχο απολιγνιτοποίησης με χρονικό ορίζοντα το 2028».