Η ζήτηση για φυσικό αέριο στην ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκε κατά 0,7 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) τον Αύγουστο σε σχέση με τον Ιούλιο, ενώ τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 8,7 bcm, σύμφωνα με την αναφορά του Joint Organizations Data Initiative (JODI) που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ζήτηση για φυσικό αέριο παρουσίασε επίσης μικρή μείωση, κατά 0,15 bcm τον Αύγουστο σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα του JODI, το οποίο συγκεντρώνει αυτοαναφερόμενα στοιχεία από μεμονωμένες χώρες.
Σε ετήσια βάση, η παγκόσμια ζήτηση για φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 2,3 bcm σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2023, ενώ η παραγωγή φυσικού αερίου αυξήθηκε παγκοσμίως κατά 1,4 bcm τον Αύγουστο του 2024 σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Τα παγκόσμια αποθέματα φυσικού αερίου ήταν κατά 22,3 bcm υψηλότερα από τον πενταετή μέσο όρο και αυξήθηκαν κατά 11,9 bcm από τον Ιούλιο έως τον Αύγουστο.
Στην Ευρώπη, παρά τη μικρή αύξηση στη βιομηχανική κατανάλωση φυσικού αερίου φέτος, η βαριά βιομηχανία αναμένεται να μειώσει ξανά τη χρήση φυσικού αερίου το επόμενο έτος, καθώς η αγορά φυσικού αερίου θα γίνει πιο αυστηρή και οι τιμές θα αυξηθούν, όπως αναφέρουν αναλυτές και αξιωματούχοι του κλάδου στο Bloomberg.
Από την ενεργειακή κρίση του 2022, η ευρωπαϊκή βιομηχανία δέχεται πιέσεις λόγω των υψηλών ενεργειακών τιμών και της ασθενούς βιομηχανικής ζήτησης σε οικονομίες που εξασθενούν. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες χάνουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα έναντι εταιρειών εκτός της ΕΕ, ιδίως στην Ασία, όπου το κόστος εργασίας είναι χαμηλό, και στις ΗΠΑ, όπου οι τιμές φυσικού αερίου είναι τέσσερις φορές χαμηλότερες από την Ευρώπη.
Η βιομηχανική ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη ανακάμπτει καθώς οι τιμές εξομαλύνθηκαν και συμβάλλει στην αύξηση της ζήτησης, αν και παραμένει πολύ κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) για την παγκόσμια ασφάλεια φυσικού αερίου.
Ωστόσο, μετά την αύξηση της φετινής ζήτησης, η κατανάλωση αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς οι εταιρείες θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν υψηλότερο ενεργειακό κόστος σε σύγκριση με άλλες περιοχές και πιο αδύναμες οικονομίες.
Το Cefic (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικής Βιομηχανίας) ανέφερε στην μηνιαία του αναφορά του Σεπτεμβρίου ότι "η ενέργεια παραμένει πιο ακριβή σε σχέση με πριν την κρίση και μη ανταγωνιστική σε παγκόσμια κλίμακα".