Σημαντική απόφαση που επηρεάζει τους καταναλωτές ηλεκτρισμού στην Κύπρο και την Ελλάδα έλαβε στις 13 Οκτωβρίου η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ), σε σχέση με την πολύκροτη ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης.
Εν συντομία, η ΡΑΕΚ έλαβε υπόψη τον πρόσφατο επαναϋπολογισμό του κόστους της διασύνδεσης (από 1,5 δισ. στο 1,9 δισ ευρώ), συνυπολόγισε τον ειδικό βαθμό επικινδυνότητας και ρίσκου του έργου και αποφάσισε να επεκτείνει την οικονομικά ωφέλιμη ζωή της διασύνδεσης στα 35 χρόνια, αντί στα 25 που προέβλεπε προηγούμενη απόφασή της.
Αυτό σημαίνει, σε γενικές γραμμές, ότι ο φορέας υλοποίησης της διασύνδεσης (που πλέον είναι ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας -ΑΔΜΗΕ- της Ελλάδας, αντί η EuroAsia Interconnector) και όποιοι άλλοι επενδυτές, θα μπορούν να ανακτήσουν την κεφαλαιουχική δαπάνη σε 35 χρόνια από την ουσιαστική έναρξη των έργων (πόντιση καλωδίου) αντί σε 25. Συνεπώς, οι καταναλωτές σε Κύπρο και Ελλάδα θα πληρώνουν μικρότερο τίμημα ανά κιλοβατώρα, αλλά για μεγαλύτερο διάστημα.
Η πιο πάνω απόφαση έχει ήδη κοινοποιηθεί στον Οργανισμό Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (Agency for the Cooperation of Energy Regulators- ACER).
Το αιτιολογικό της απόφασης
Η ΡΑΕΚ εξηγεί στη μακροσκελή της απόφαση ότι «τα μακροπρόθεσμα κίνητρα που προβλέπονται στην Απόφαση CBCA (λήφθηκε αρχικά τον Οκτώβριο του ’17 από τους ρυθμιστές Κύπρου και Ελλάδας και αναθεωρήθηκε στις 23 περασμένου Ιουλίου) φαίνεται να διασφαλίζουν το επιδιωκόμενο σταθερό και προβλέψιμο ρυθμιστικό πλαίσιο του Έργου Κοινού Ενδιαφέροντος 3.10.2 (σ.σ. διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης) και καλύπτουν το οποιοδήποτε ρίσκο το οποίο οφείλεται στον ειδικό βαθμό επικινδυνότητας του έργου, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ρυθμιστικές αρχές ΡΑΕΚ και ΡΑΕ έχουν από κοινού συμφωνήσει να αναγνωρίσουν το πρόσθετο κεφαλαιουχικό κόστος το οποίο θα επωμιστούν ανά περίπτωση και υπό ορισμένες προϋποθέσεις οι καταναλωτές ηλεκτρισμού ή/και χρήστες της διασύνδεσης (σ.σ. 63% οι Κύπριοι καταναλωτές και κατά 37% οι καταναλωτές στην Ελλάδα). Η αναγνώριση του αυξημένου κόστους αναλογεί στον ειδικό βαθμό επικινδυνότητας, διασφαλίζει την υλοποίηση του έργου, βελτιώνει τις επιδόσεις και προωθεί την ολοκλήρωση της αγοράς και την ασφάλεια του εφοδιασμού».
Και προσθέτει η ΡΑΕΚ στην απόφασή της: «Ως εκ τούτου και δεδομένης της αναγνώρισης του αυξημένου κεφαλαιουχικού κόστους, δεν δικαιολογείται η ανάγκη διατήρησης της οικονομικά ωφέλιμης ζωής των παγίων του Έργου Κοινού Ενδιαφέροντος 3.10.2 στα 25 έτη, η οποία αν παραμείνει θα επιφέρει δυσμενείς επιβαρύνσεις στους χρήστες /καταναλωτές και κρίνεται απαραίτητη η επέκτασή της στα 35 έτη. Η εν λόγω επέκταση θα αποβεί προς όφελος των καταναλωτών και δεν αναμένεται να επηρεάσει την απόδοση της επένδυσης».
Τα ίδια χρόνια καθορίζει και η ΡΑΕ
Σε άλλο σημείο της απόφασης, η ΡΑΕΚ επισημαίνει ότι «αναγνωρίζοντας ότι συντρέχουν συνθήκες υψηλότερων κινδύνων και καινοτομίας στην περίπτωση του Έργου Κοινού Ενδιαφέροντος 3.10.2 και λαμβάνοντας υπόψη:
➤ το αυξημένο κόστος του συνολικού κεφαλαιουχικού κόστους της διασύνδεσης, το οποίο αναγνωρίστηκε από τις δύο ρυθμιστικές αρχές ΡΑΕΚ και ΡΑΕ,
➤ ότι τα κίνητρα που είχαν μέχρι σήμερα δοθεί ήταν αναλογικά του κινδύνου της υπό μελέτη περιόδου,
➤ ότι καθορίστηκε ως διάρκεια της οικονομικά ωφέλιμης ζωής της διασύνδεσης τα 25 έτη για κεφαλαιουχικό κόστος έργου τα 1,57 εκατ. ευρώ (σ.σ. ενώ τώρα το κόστος υπολογίστηκε στο 1,9 δισ.)
➤ την πρακτική που ακολουθήθηκε από τη ΡΑΕ για τα έργα μείζονος σημασίας (παρόμοιας φύσης έργα), σύμφωνα με την οποία έχει καθοριστεί ως ωφέλιμη διάρκεια ζωής των νέων παγίων τα 35 έτη,
➤ κρίνεται απαραίτητη, αναφέρει η ΡΑΕΚ, η διαφοροποίηση της διάρκειας της οικονομικά ωφέλιμης ζωής των παγίων του Έργου Κοινού Ενδιαφέροντος 3.10.2 από τα 25 έτη στα 35 έτη, έτσι ώστε να ευθυγραμμιστεί με τα αντίστοιχα έργα μείζονος σημασίας και να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές θα επωμιστούν (όπου εφαρμόζει) τη χαμηλότερη δυνατή χρέωση.
Πηγή: Φιλελεύθερος