Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε το μεσημέρι την πρόταση του Υπουργού Ενέργειας για την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης σύμφωνα με την ενημέρωση που έκανε πριν από λίγο στους δημοσιογράφους ο ίδιος ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου.
Η απόφαση περιλαμβάνει μία τροποποίηση στο υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, η οποία θα ενσωματωθεί από τη ΡΑΕΚ στις αποφάσεις της τις επόμενες ημέρες.
Τροποποιείται η απόφαση της ΡΑΕΚ ημερομηνίας 2/7/24, η οποία προβλέπει ότι η ανάκτηση δαπανών του φορέα υλοποίησης (Great Sea Interconnector) από τους καταναλωτές ηλεκτρισμού στην Κύπρο θα αρχίσει μετά την έναρξη λειτουργίας της διασύνδεσης.
Με τη σημερινή απόφαση, η ανάκτηση μέρους των δαπανών του φορέα υλοποίησης θα αρχίσει εντός του 2025 και θα συνεχιστεί μέχρι τον Δεκέμβριο του 2029. Το ποσό ανάκτησης καθορίστηκε στα 25 εκατ. τον χρόνο και θα προέρχονται από κρατικά κονδύλια και συγκεκριμένα από το σύστημα δημοπράτησης δικαιωμάτων ρύπων. Για τηνπρώτη δόση θα κατατεθεί στη Βουλή συμπληρωματικός προϋπολογισμός. Δεν θα επιβαρυνθούν άμεσα, κατά την 5ετία των κατασκευαστικών έργων, οι καταναλωτές.
Αν η ολοκλήρωση της διασύνδεσης δεν γίνει μέσα στο 2029, η χρηματοδότηση του GSI θα διακοπεί και θα επαναρχίσει –με χρέωση των καταναλωτών- μετά τη λειτουργία του έργου. Αν οι δαπάνες του ΑΔΜΗΕ κατά την πενταετία 2025-29 είναι μεγαλύτερες των 125 εκατ. ευρώ (κάτι μάλλον βέβαιο) το υπόλοιπο θα καταβληθεί από τους καταναλωτές στη διάρκεια της λειτουργίας του καλωδίου.
Καμία αναφορά δεν έγινε για τον διαμοιρασμό του κόστους 50-50 μεταξύ καταναλωτών σε Κύπρο και Ελλάδα, σε περίπτωση απρόοπτου γεγονότος που δυνατό να παρεμποδίσει την ολοκλήρωση ή λειτουργία του έργου, χωρίς ευθύνη του φορέα υλοποίησης. Δυνατό οι δύο αυτές αποφάσεις (premium Wacc και διαμοιρασμός γεωπολιτικού ρίσκου να αφέθηκαν να ληφθούν τις επόμενες μέρες από τη ΡΑΕΚ, αν και αναμενόταν ότι θα γίνει σχετική αναφορά και στην απόφαση του Υπουργικού.
Επίσης δεν έγινε αναφορά για τη λήψη τελικής επενδυτικής απόφασης για συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector, μια απόφαση που η Ελλάδα είχε ζητήσει την επίσπευσή της.
Αναλυτικά ολόκληρη η δήλωσή του υπουργού:
«Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε σήμερα πρόταση του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας αναφορικά με την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης. Το έργο θα συμβάλει στην άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, αφού θα διασυνδέσει το εθνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τα αντίστοιχα διευρωπαϊκά συστήματα και θα αυξήσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας. Η επίτευξη του στόχου αυτού είναι ιδιαίτερης σημασίας και για τη διατήρηση και περαιτέρω επιτάχυνση μεσοπρόθεσμα της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας των πολιτών της χώρας, καθώς βασικός στόχος είναι η μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μέσω της ηλεκτρικής διασύνδεσης, της έλευσης Φ/Α και των ΑΠΕ.
Η σημασία του έργου τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση από τον Μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility – CEF) με το υψηλότερο ιστορικά ποσό των €657 εκατ.
Το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τη σημερινή συνεδρία, ενέκρινε τη διάθεση ποσού €25εκατ. ανά έτος, αυστηρώς, για περίοδο 5 ετών ως επιδότηση της αντίστοιχης αύξησης που δυνατόν να επέλθει στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος για το δικαίωμα ανάκτησης εξόδων κατά την κατασκευαστική περίοδο διασύνδεσης, δηλαδή από 1/1/2025 μέχρι 31/12/2029, ώστε οι καταναλωτές να μην επιβαρύνονται από αυτή την αύξηση.
Το ποσό αυτό θα εκταμιεύεται από το πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα από το σύστημα δημοπράτησης των δικαιωμάτων ρύπων. Η πρώτη δόση των €25 εκατ. θα συμπεριληφθεί σε συμπληρωματικό προϋπολογισμό.
Η σημερινή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι το επιστέγασμα πολλών διαβουλεύσεων με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και των διευκρινίσεων που έχουν δοθεί, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει ενώπιόν της πραγματικά δεδομένα αναφορικά με τις οικονομικές, τεχνικές και νομικές πτυχές του έργου.
Ως Κυβέρνηση επιδείξαμε την απαραίτητη υπευθυνότητα και δέουσα επιμέλεια που πρέπει να χαρακτηρίζει τη λήψη αποφάσεων που αφορούν έργα τέτοιου βεληνεκούς, με μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Κυπριακού λαού στον οποίο είμαστε υπόλογοι.
Το αμέσως επόμενο διάστημα, και στη βάση του οδικού χάρτη που έχει καταρτιστεί, θα βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία τόσο με την Ελληνική πλευρά όσο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την περαιτέρω πρόοδο της υλοποίησης του έργου αλλά και με μέρη που έχουν ήδη επιδείξει πραγματικό ενδιαφέρον συμμετοχής στο έργο».