“Ανάσες” αναμένονται για τους καταναλωτές εν όψει των ανακοινώσεων των τιμολογίων λιανικής Οκτωβρίου από τους προμηθευτές καθώς η τιμή χονδρικής του Σεπτεμβρίου διαμορφώθηκε κατά 13,4% χαμηλότερα από τον Αύγουστο. Ειδικότερα κλείνει στα 112,35 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 129,83 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον προηγούμενο μήνα. Για σήμερα ένεκα των ανέμων κινείται χαμηλά, στα 65,61 ευρώ ανά μεγαβατώρα έστω κι αν καταγράφηκε άνοδος της τάξης του 15% σε σχέση με τις τιμές της Κυριακής.
Στο μεταξύ, η Protergia και ο Ηρων έχουν ανακοινώσει διατήρηση των χρεώσεων στα κυμαινόμενα τιμολόγια τον Οκτώβριο στα ίδια επίπεδα για τέταρτο μήνα, όπως .
Σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις που δόθηκαν στα νοικοκυριά για τους λογαριασμούς Αυγούστου και Σεπτεμβρίου, από το ύψος των χρεώσεων που θα ανακοινωθούν θα κριθεί αν θα συνεχιστούν ή όχι. Στόχος του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι οι τιμές που πληρώνουν τα νοικοκυριά για ρεύμα να κινούνται κάτω από τα 15 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Κάτι που εξασφαλίστηκε τους δύο προηγούμενους μήνες με επιδοτήσεις 1,6 λεπτά ανά κιλοβατώρα τον Αύγουστο και 1,4 λεπτά τον Σεπτέμβριο.
“Ακίδα” το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις
Πάντως παρά την αποκλιμάκωση η βιομηχανία δεν φαίνεται να παίρνει ανάσα, καθώς τα κόστη, παρά την αποκλιμάκωση εξακολουθούν να πιέζουν, την ώρα μάλιστα που διεθνείς ανταγωνιστές έχουν ήδη στη “φαρέτρα” τους κρατικές επιδοτήσεις. Εδώ, δε διαφαίνεται κάτι ανάλογο καθώς η κυβέρνηση δεν προκρίνει το εν λόγω μέτρο προτάσσοντας τα PPAs ως ανάχωμα, που όμως, κατά τη βιομηχανία δεν αποτελεί λύση. Μόνη ελπίδα για τη μεταποίηση η εκταμίευση χρημάτων για το μηχανισμό αντιστάθμισης αλλά και του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ.
Επιστολή
Στο μεταξύ, μια διεθνής πρωτοβουλία έρχεται για να δώσει μια σχετική ανάσα αισιοδοξίας. Ο λόγος για μια νέα επιστολή που αναμένεται να σταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή -μετά από εκείνη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς την Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν- από τους υπουργούς Ενέργειας της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.
Οι τρεις κυβερνήσεις της Βαλκανικής αναμένεται να ζητήσουν ευελιξία από την Κοινοτική Οδηγία, ώστε, όταν κρίνεται απαραίτητο, να μπορεί να τεθεί σε ισχύ ένας μηχανισμός παρέμβασης (clawback mechanism) κατά των υψηλών αποκλίσεων. Κάτι τέτοιο είχε άλλωστε είχε αβαφερει κατά τη συνέντευξη για τα έκτακτα μέτρα του καλοκαιριού ο υπουργός ΟΕΝ Θ. Σκυλακάκης τον Ιούλιο.
Τίποτα όμως δεν δημιουργεί αισιοδοξία ότι θα αναζητηθεί τρόπος για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πάντως η απάντηση της γενικής διευθύντριας ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ditte Juul Jørgensen στην επιστολή που έλαβε τον Ιούλιο από τους τρεις συνδέσμους των ενεργοβόρων βιομηχανιών της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας δεν δίνει και τόσο … φως στην τη αγορά
Η Jørgensen ευχαριστεί τους προέδρους των τριών Συνδέσμων που … μοιράζονται τις ανησυχίες τους σχετικά με τις υψηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Παραθέτει τις ενδεχόμενες αιτίες του προβλήματος δηλαδή υψηλές θερμοκρασίες, χαμηλότερη υδροηλεκτρική και αιολική παραγωγή, περιορισμένη ισχύ διασυνδέσεων και αυξημένες εξαγωγές προς την Ουκρανία και προσθέτει:
«Κατανοούμε τη σοβαρότητα της κατάστασης και μοιραζόμαστε μαζί σας τις ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις τέτοιων αυξήσεων των τιμών στην ανταγωνιστικότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών. Ο ACER και η Επιτροπή παρακολουθούν στενά την κατάσταση.
Σε περίπτωση παρατεταμένης περιόδου υψηλών τιμών, τα κράτη μέλη μπορούν να εξετάσουν το ενδεχόμενο εισαγωγής προσωρινών μέτρων σε εθνικό επίπεδο για την άμβλυνση των επιπτώσεων των αυξήσεων των τιμών στους τελικούς καταναλωτές. Οποιαδήποτε τέτοια μέτρα θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και την νομοθεσία της Ένωσης για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, δεν πρέπει να παρεμβαίνουν στην αγορά δυναμικά ή να περιορίσουν τα κίνητρα για τη μετάβαση σε μια οικονομία απελευθερωμένη από τις εκπομπές άνθρακα, οδηγώντας σε ρύθμιση των τιμών της αγοράς χονδρικής που απαγορεύεται από την Κανόνες της Ένωσης. Από την άποψη αυτή, η Επιτροπή είναι έτοιμη υποστηρίζει και συμβουλεύει τα κράτη μέλη κατά την εξέταση των κατάλληλων μέτρων» ανέφερε το στέλεχος της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών δίνοντας το στίγμα που όμως δεν παραπέμπει σε απτή λύση αφού για να ληφθούν έκτακτα μέτρα η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει ότι θα πρέπει να έχουν περάσει τουλάχιστον τρεις μήνες υψηλών τιμών ώστε να θεωρηθεί ότι μια περιφερειακή αγορά βρίσκεται σε κρίση.