Οι συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ στη Μέση Ανατολή έχουν αυξήσει τις ανησυχίες σχετικά με τις προοπτικές της αγοράς πετρελαίου, αλλά η εντεινόμενη πολιτική κρίση στη Λιβύη αποτελεί πιο άμεση απειλή για τις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου, όπως σημειώνει σε νέο report της η Citigroup. Οι αναλυτές της μάλιστα προειδοποιούν ότι η πιθανή διακοπή 600.000 έως και 900.000 βαρελιών την ημέρα ελαφρού αργού πετρελαίου από τη Λιβύη θα μπορούσε να ωθήσει τις τιμές του αργού πετρελαίου Brent υψηλότερα από τα 85 δολάρια το βαρέλι, περιπλέκοντας περαιτέρω ένα ήδη επισφαλές παγκόσμιο ενεργειακό τοπίο.
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η αμερικάνικη τράπεζα, η Λιβύη, βασικός παίκτης στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, βρίσκεται και πάλι στα πρόθυρα μιας σημαντικής κρίσης. Η Citi είχε προβλέψει μια περίοδο σχετικής σταθερότητας για τη λιβυκή βιομηχανία πετρελαίου το 2024, με την παραγωγή αργού πετρελαίου να κυμαίνεται πάνω από 1,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα αλλά είχε προειδοποιήσει ότι η χώρα αποτελούσε τον πιο σημαντικό κίνδυνο για τις προβλέψεις της εν μέσω του ολοένα και πιο ασταθούς πολιτικού τοπίου.
Η πολιτική αστάθεια της χώρας, που οδηγείται από έναν αγώνα εξουσίας μεταξύ των διχασμένων ελίτ της, απειλεί να διαταράξει την παραγωγή και τις εξαγωγές πετρελαίου της. Η συνεχιζόμενη διαμάχη επικεντρώνεται γύρω από τον έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας της Λιβύης και τη διαχείριση των εσόδων από το πετρέλαιο. Η Citi επισημαίνει ότι η επιδείνωση της πολιτικής κατάστασης στη χώρα θα μπορούσε να οδηγήσει στη διακοπή της ροής έως και 900.000 βαρελιών την ημέρα γλυκού ελαφρού αργού πετρελαίου.
Μια τέτοια διαταραχή θα επηρεάσει σημαντικά τις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου, ειδικά δεδομένου ότι το λιβυκό αργό πετρέλαιο εκτιμάται ιδιαίτερα για τη χαμηλή περιεκτικότητά του σε θείο. Το πιθανό έλλειμμα προσφοράς θα μπορούσε να προκαλέσει άνοδο των τιμών του αργού Brent, με τους αναλυτές να προβλέπουν πιθανή υπέρβαση των 85 δολ. ανά βαρέλι.
Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι στη Λιβύη εντείνονται λόγω ενός συνδυασμού παραγόντων που θα μπορούσαν να επιδεινώσουν περαιτέρω την κατάσταση. Ένα βασικό ζήτημα είναι η αναταραχή στο πετρελαϊκό κοίτασμα El Sharara, ένα από τα μεγαλύτερα της Λιβύης, το οποίο έχει επηρεαστεί σοβαρά από τις πολιτικές εντάσεις. Αυτή η αναταραχή ξεκίνησε από τον Σαντάμ Χάφταρ, τον γιο του στρατιωτικού ηγέτη της Ανατολικής Λιβύης, στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος διέταξε το κλείσιμο του κοιτάσματος το οποίο και διαχειρίζεται η ισπανική εταιρεία Repsol, ως απάντηση σε διεθνές ένταλμα σύλληψης εναντίον του.
Έκτοτε, ο Σαντάμ Χάφταρ επέτρεψε την παραγωγή πετρελαίου στο El Sharara να κινηθεί σε περίπου 80 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα αλλά μόνο για να εξυπηρετήσει την εγχώρια κατανάλωση πετρελαίου εν μέσω σοβαρής έλλειψης καυσίμων.
Έτσι, όπως τονίζει η Citi, αν και η παραγωγή στο El Sharara έχει επανακκινήσει εν μέρει για να καλύψει την εγχώρια ζήτηση, παραμένει σημαντικά χαμηλότερη από την παραγωγική ικανότητα, με μόλις 80.000 βαρέλια ημερησίως από δυνητικά 300.000 βαρέλια/ημέρα. Αυτή η μείωση της προσφοράς έχει ήδη οδηγήσει σε σύσφιξη την παγκόσμια αγορά ελαφρού αργού πετρελαίου και τυχόν περαιτέρω διαταραχές θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις.
Το ξαφνικό κλείσιμο του κοιτάσματος πετρελαίου El Sharara θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει τον ΟΠΕΚ + να προχωρήσει στην προγραμματισμένη αύξηση της παραγωγής κατά το 4ο τρίμηνο του 2024, που θα ανέρχεται σε περίπου 200 χιλ. βαρέλια την ημέρα (κυρίως ξινού αργού πετρελαίου), που ακόμη και αν αντισταθμιστεί πλήρως από το κλείσιμο του El Sharara θα οδηγήσει σε ανισορροπία το παγκόσμιο φάσμα ποιότητας αργού πετρελαίου», τονίζει η Citi.
Ο αντίκτυπος της κρίσης στη Λιβύη αναμένεται επίσης να επηρεάσει τις διαφορές τιμών μεταξύ του γλυκού και του ξινού αργού. Το κλείσιμο των λιβυκών κοιτασμάτων πετρελαίου, ιδιαίτερα του El Sharara, έχει ήδη αρχίσει να συμπιέζει την προσφορά ελαφρού γλυκού αργού.
Ένας ακόμη παράγοντας που περιπλέκει περαιτέρω τη δυναμική της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου, είναι η πιθανή υιοθέτηση από το Καζακστάν ενός νέου σχεδίου αντιστάθμισης, το οποίο θα μπορούσε να μειώσει τις εξαγωγές της Κοινοπραξίας Αγωγού της Κασπίας (CPC) - έναν από τους μεγαλύτερους αγωγούς του κόσμου που διοχετεύει πετρέλαιο από το Καζακστάν στη Μαύρη Θάλασσα-, κατά πάνω από 200.000 βαρέλια την ημέρα τον Οκτώβριο του 2024. Αυτή η μείωση θα επηρεάσει πρωτίστως τον ανταγωνισμό με τις ροές αργού πετρελαίου WTI, προσθέτοντας άλλο ένα επίπεδο πίεσης σε μια ήδη τεταμένη αγορά, τονίζει η Citi.
Το background της μάχης της εξουσίας στη Λιβύη
Η Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης έχει γίνει βασικό σημείο διαμάχης στον αγώνα εξουσίας στη Λιβύη, εξηγεί η Citi. Ο κύριος λόγος πίσω από μια πιθανή κλιμάκωση που οδηγεί σε ευρύτερο αποκλεισμό των ροών εξαγωγής πετρελαίου πέρα από τα κοιτάσματα πετρελαίου El Sharara είναι η κατάρρευση της συμφωνίας του Ιουλίου του 2022 μεταξύ των φατριών της Δυτικής και της Ανατολικής Λιβύης, δηλαδή της διεθνούς αναγνωρισμένης Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας (GNU) υπό την ηγεσία του πρωθυπουργού Dbeibah στην Τρίπολη και του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA) υπό τον στρατηγό Χαφτάρ στη Βεγγάζη, η οποία είχε προηγουμένως σταθεροποιήσει ορισμένες από τις οικονομικές εντάσεις στη χώρα και τώρα έχει αφήσει ένα κενό στους μηχανισμούς διαχείρισης την κατανομή των εσόδων από το πετρέλαιο. Η εξάρτηση της οικονομίας της Λιβύης από τα έσοδα από το πετρέλαιο σημαίνει ότι όποιος ελέγχει τους κρατικούς θεσμούς που επιβλέπουν αυτά τα ταμεία ελέγχει αποτελεσματικά την οικονομία της χώρας. Αυτό έχει μετατραπεί σε ζώνη σύγκρουσης για τις ανταγωνιστικές φατρίες, με κάθε πλευρά να επιδιώκει να εξασφαλίσει τα δικά της οικονομικά συμφέροντα.
«Μόνο ένας αυστηρός διεθνής έλεγχος στα έσοδα από το πετρέλαιο και μια συντονισμένη διπλωματική προσπάθεια για τον διορισμό κοινών στελεχών στους βασικούς θεσμούς θα μπορούσαν να λύσουν το πολιτικό αδιέξοδο», κατά την άποψη της Citi. Στο χειρότερο σενάριο όπως επισημαίνει, εάν άλλοι παράγοντες εξουσίας στη χώρα αποφασίσουν να επέμβουν στρατιωτικά, η πολιτική κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί περαιτέρω, παρασύροντας τη χώρα σε μια άλλη ένοπλη σύγκρουση που θα παρατείνει οποιαδήποτε διακοπή του εφοδιασμού πετρελαίου.