Επενδύσεις “κλίμακας” απαιτούνται για την προώθηση των τεχνολογιών υδρογόνου, την ώρα μάλιστα που το κλίμα, τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο σε ό,τι αφορά τις δημόσιες επενδύσεις, όσο και σε επιχειρηματικό, λόγω επιτοκίων, σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικές, δεν είναι το καλύτερο. Εύγλωττο το σχόλιο της υφυπουργού Ενέργειας Αλεξάνδρας Σδούκου στο συνέδριο του ΙΕΝΕ την Τρίτη. Συγκεκριμένα σε αναφορά για το ότι η Ελλάδα δεν επενδύει επαρκώς στην παραγωγή υδρογόνου, υποστήριξε πως "όποιος είναι έξω από το χορό πολλά τραγούδια ξέρει" αφού, για την ανάπτυξη του καυσίμου απαιτούνται επενδύσεις της τάξης των 700 εκατ ευρώ ετησίως και διερωτήθηκε: "Τελικά, τί πρέπει να κάνουμε; Να επενδύσουμε αυτά τα χρήματα στο υδρογόνο, ή να προστατεύσουμε τους καταναλωτές; Πρέπει να κοιτάμε τί δυνατότητες έχει ο προϋπολογισμός και μετά να ασκούμε κριτική."
Να σημειωθεί ότι στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το υδρογόνο και ο πρωταγωνιστικός ρόλος που η Ελλάδα μπορεί να παίξει στο μελλοντικό ενεργειακό τοπίο της Ευρώπης τέθηκαν στο επίκεντρο της δεύτερης έκδοσης του Συνεδρίου Υδρογόνου, με θέμα «Δίκτυα Υδρογόνου: Μετατρέποντας το Όραμα σε Δράση» που διοργάνωσε ο ΔΕΣΦΑ.
Στο φόρουμ αυτό, η διασφάλιση χρηματοδότησης και η επίδειξη επαρκούς πολιτικής βούλησης για προώθηση έργων και σχετικού πλαισίου αναδείχθηκαν ως τα απαραίτητα “κλειδιά” για να μπει η χώρα σε “τροχιά” παραγωγής υδρογόνου, σύμφωνα με όσα ανέφεραν ομιλητές, όπως ο Ιωάννης Δημητρίου, Ιδρυτής της IDEA SA, ο Γιώργος Μιτκίδης, Head Alternative Energy & Renewable Fuels, Motor Oil Hellas, ο Αλέξανδρος Καρυωτάκης, Director of Strategic Development, New Energy Sectors and Concessions, TERNA, ο Philipp Kunze, Managing Director, BayWa r.e. Projects Greece, ο Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, Managing Director, Hellenic Hydrogen S.A. και ο Vasilis Gregoriou, Chairman & CEO, Advent Technologies στο Συνέδριο «Δίκτυα Υδρογόνου: Μετατρέποντας το Όραμα σε Δράση» του ΔΕΣΦΑ.
Μάλιστα η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ Μαρία Ρίτα Γκάλι είχε υπογραμμίσει την ανάγκη η Ελλάδα να αποκτήσει εθνική στρατηγική για το υδρογόνο. «Δεν έχουμε πολιτική για το υδρογόνο και πρέπει να επιταχύνουμε» είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι πρέπει να δημιουργηθεί μια καλά λειτουργούσα και αποτελεσματική αγορά.
«Χρειαζόμαστε καθαρή στρατηγική και συγκεκριμένους στόχους. Πρέπει να προχωρήσουμε από το όραμα στη δράση», κατέληξε χαρακτηριστικά η κ. Γκάλι.
Με βάση, ωστόσο, και το κλίμα στα πηγαδάκια και πολλούς παράγοντες του κλάδου, η προώθηση έργων υδρογόνου ακόμη δεν έχει την επαρκή στήριξη της πολιτείας και άλλων “παικτών”, που θα πρέπει, όπως τονίστηκε, να δουν τι πράττουν άλλες χώρες, ώστε να κινηθούν ανάλογα και σε συνδυασμό με την ανάπτυξη πηγών για φτηνή ενέργεια από ΑΠΕ, να δουν με θετικό “μάτι” το οικοσύστημα του πράσινου υδρογόνου, που ακόμη, είναι σε πολύ πρώιμο επίπεδο στην Ελλάδα. Αντιδιαστέλλεται, δε, η “αδράνεια” στον άκρως καινοτόμο τομέα αυτό, που βέβαια ακόμη έχει πολύ δρόμο τεχνολογικής ανάπτυξης, με τις κινήσεις που κάνουν παίκτες, π.χ. όπως η ΔΕΗ με την εξαγορά του Κωτσόβολου, σε παραδοσιακές εμπορικές δραστηριότητες. έστω και αν έχουν κι αυτές ένα “καινοτομικό” πυρήνα ή συνδυαζονται με πιλοτικά σχέδια υδρογόνου.
Πάντως, με βάση όσα ανέφερε στο εν λόγω συνέδριο ο Γενικός Γραμματέας Ενέργειας Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, στις αρχές του 2024 θα τεθεί σε ισχύ το νέο θεσμικό πλαίσιο για την αδειοδότηση και την πιστοποίηση έργων υδρογόνου. Στόχος, όπως είπε, για το νέο θεσμικό πλαίσιο που εκπονείται από ειδική ομάδα εργασίας, είναι να διαμορφωθεί μια διαδικασία αδειοδότησης που να μην είναι πολύ «βαριά» με υπερβολικές ρυθμίσεις ώστε να διευκολυνθούν οι επενδύσεις. «Πολύ σύντομα, είπε ο γενικός γραμματέας, η Ελλάδα δεν θα είναι μια από τις οκτώ εξαιρέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ που δεν διαθέτουν στρατηγική για το υδρογόνο».
Από την πλευρά της η Μαρία Σπυράκη, Βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εισηγήτρια του EPP στο ευρωκοινοβούλιο για την Ευρωπαϊκή Tράπεζα Yδρογόνου, υπογράμμισε την κρίσιμη σημασία που έχει για την Ευρώπη η δημιουργία μιας ανταγωνιστικής αγοράς υδρογόνου και η επιτάχυνση των επενδύσεων για τη διαμόρφωση ενός εκτεταμένου δικτύου υποδομών υδρογόνου, δηλώνοντας: «Όλες οι υποδομές φυσικού αερίου που βρίσκονται σε φάση υλοποίησης θα πρέπει να είναι σχεδιασμένες κατάλληλα, προκειμένου να μπορούν να υποδεχθούν υδρογόνο».
ΕΣΕΚ και υδρογόνο
Μάλιστα ο κ. Αϊβαλιώτης τόνισε ότι το νέο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και ο Κλίμα, που κατατέθηκε ήδη στις Βρυξέλλες, προβλέπει πως έως το 2030 1,7 GW ενέργειας που θα παράγεται από ΑΠΕ θα κατευθύνεται στην παραγωγή πράσινου υδρογόνου ενώ το 2050 η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που θα χρησιμοποιείται για την παραγωγή υδρογόνου θα φθάσει στα 30 GW. Υπογράμμισε δε ότι η παραγωγή του πράσινου υδρογόνου θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ οι οποίοι είναι πάρα πολύ υψηλοί όπως για παράδειγμα η παραγωγή από υπεράκτια αιολικά που σχεδιάζεται να ανέρχεται σε 12GW έως το 2050.
Σε σχέση με την “πρόκληση” για χρηματοδότηση που θέτει ως “κομβική” για τη βιωσιμότητα έργων η αγορά, ο κ. Αϊβαλιώτης τόνισε ότι στο Ταμείο Ανάκαμψης μετά την αναθεώρηση του Repower EU προβλέπεται η χρηματοδότηση έργων άνω των 50 εκατ ευρώ μέσω της παροχής δανείων.
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της ΡΑΑΕΥ αρμόδιος για θέματα ενέργειας Δημήτρης Φούρλαρης παρουσίασε τους προβληματισμούς που υπάρχουν και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ότι αφορά τις αρχές που θα διέπουν τη νέα αγορά του υδρογόνου. Όπως είπε χαρακτηριστικά το γεγονός ότι η δέσμη μέτρων για την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα, η οποία θα τροποποιήσει την κύρια οδηγία και τον κανονισμό για το φυσικό αέριο, δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη μετά από περισσότερα από δύο χρόνια δείχνει τη δυσκολία σχεδιασμού της νέας αγοράς και τις διαφορετικές απόψεις μεταξύ των κρατών μελών.
Σημείωσε ακόμη ότι το ΕΣΕΚ κάθε χώρας, αλλά οι ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να είναι προσεκτικές ώστε να βλέπουν τα επενδυτικά σχέδια του υδρογόνου, του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου με συντονισμένο τρόπο και σε περιφερειακό επίπεδο, ενώ αναφερόμενος στα υπάρχοντα δίκτυα φυσικού αερίου, σημείωσε ότι πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξουν λανθάνοντα περιουσιακά στοιχεία, ενώ ταυτόχρονα, πρέπει να αποφευχθεί η διασταυρούμενη επιδότηση.
Με βάση τον κ. Φούρλαρη η Ελλάδα ήταν από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη που εισήγαγε φυσικό αέριο και ότι αυτή τη φορά δεν πρέπει να μείνουμε πίσω και πρόσθεσε ότι τα βήματα θα πρέπει να είναι προσεκτικά διότι η απαλλαγή του ενεργειακού τομέα από τις εκπομπές άνθρακα θα λειτουργήσει μόνο εάν είναι εγγυημένη η ενεργειακή ασφάλεια και εάν το ενεργειακό σύστημα της ΕΕ είναι ανθεκτικό.