Μενού Ροή
Γιατί η Deutsche Bank «ποντάρει» στο αλουμίνιο

Η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ και η αντίδραση από την Κίνα και άλλες χώρες θα καθορίσουν την πορεία των τιμών των εμπορευμάτων φέτος, όπως επισημαίνει η Deutsche Bank. Σε αυτό το πλαίσιο, οι προοπτικές για το αλουμίνιο περιπλέκονται βραχυπρόθεσμα από τις υπερβολικά υψηλές τιμές των πρώτων υλών (οι οποίες αναμένεται να μετριαστούν το α’ εξάμηνο), ωστόσο η γερμανική τράπεζα αναμένει ότι η σταθεροποίηση της πρωτογενούς παραγωγής και οι χαμηλότερες εξαγωγές από την Κίνα θα στηρίξουν τις υψηλότερες τιμές το δεύτερο εξάμηνο. Έτσι, από τον κλάδο των βιομηχανικών μετάλλων συνολικά, το αλουμίνιο αποτελεί την κορυφαία επιλογή της γερμανικής τράπεζας για φέτος.

Πιο αναλυτικά, όπως αναφέρει η Deutsche Bank, από τις εκλογές στις ΗΠΑ, η ισχύς του δολαρίου έχει επιβαρύνει πολύ τα βιομηχανικά μέταλλα και η αγορά εξακολουθεί να παλεύει με ένα ευρύ φάσμα πιθανών αποτελεσμάτων. Μέχρι να φύγει η «ομίχλη», η γερμανική τράπεζα αναμένει ότι οι τιμές θα κινηθούν σταθεροποιητικά στην καλύτερη περίπτωση, αλλά βλέπει αρκετούς λόγους αισιοδοξίας που θα οδηγήσουν σε ανάκαμψη αργότερα φέτος, τους εξής:

(1) οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη είναι για σταθερό ΑΕΠ το 2025/2026, με την ανάπτυξη να φτάνει στο κατώτατο σημείο της το α’ εξάμηνο του 2025, και το δολάριο ΗΠΑ να έχει γενικά πλάγια τάση,

(2) οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Κίνα έχουν στραφεί σε έναν πιο υποστηρικτικό τόνο, δεσμευόμενοι να τονώσουν την κατανάλωση και να σταθεροποιήσουν την αγορά ακινήτων, και

 (3) μετά από μια εκτεταμένη ύφεση στη ζήτηση μετάλλων εκτός Κίνας, τα χαμηλότερα επιτόκια θα πρέπει να οδηγήσουν σε ανάκαμψη στην κατασκευαστική και μεταποιητική δραστηριότητα το 2025/2026.

Ειδικότερα όσον αφορά το αλουμίνιο, η γερμανική τράπεζα σημειώνει ότι υπεραπέδωσε κατά τη διάρκεια του τέταρτου τριμήνου του 2024 λόγω και της πτώσης της πρωτογενούς παραγωγής στην Κίνα. Αν και οι τιμές του αλουμινίου απείχαν πολύ από το να τιμολογήσουν την κορύφωσης των τιμών της αλουμίνας, ο οίκος αναμένει ότι η ομαλοποίηση των τιμών της αλουμίνας στο πρώτο εξάμηνο του 2025 θα ασκήσει κάποια καθοδική πίεση, όπως φάνηκε τον τελευταίο μήνα. Το πόση θα είναι αυτή η πίεση θα εξαρτηθεί από την ευρύτερη μακροοικονομική κατάσταση και την κατάσταση της ζήτησης αλουμινίου παγκοσμίως καθώς οδεύουμε προς το δεύτερο τρίμηνο.

Αν και αυτό δημιουργεί ένα περίπλοκο βραχυπρόθεσμο σκηνικό, το βασικό σενάριο της Deutsche Bank παραμένει ότι η ανάκαμψη της ζήτησης αλουμινίου εκτός Κίνας σε ένα πλαίσιο διαρθρωτικής επιβράδυνσης της πρωτογενούς παραγωγής στην Κίνα, θα στηρίξει την άνοδο των τιμών στα 2.600 δολ./ο τόνος το δεύτερο εξάμηνο.

Στο μέτωπο της προσφοράς, η εγχώρια παραγωγή αλουμινίου στην Κίνα αυξήθηκε γρήγορα κατά β’ τρίμηνο του 2024. Η παραγωγή έφτασε πάνω από 43 εκατ. τόνους τον Ιούλιο, αλλά έκτοτε έχει σταθεροποιηθεί γύρω από αυτό το επίπεδο, με την παραγωγή του Δεκεμβρίου να καταγράφει μια μικρή πτώση στους 3,7 εκατ. τόνους λόγω κάποιων μικρών περικοπών που σχετίζονται με την αλουμίνα. Με το ανώτατο όριο εγχώριας παραγωγικής ικανότητας της Κίνας να έχει τεθεί στους 45 εκατ. τόνους ετησίως (που μεταφράζεται σε ετήσια παραγωγή έως και 43-44 εκατ. τόνους ετησίως), η εγχώρια παραγωγή έχει ήδη επιβραδυνθεί απότομα σε μηνιαία βάση και η ετήσια ανάπτυξη θα συνεχίσει να επιβραδύνεται το 2025/2026. Σε αυτό το πλαίσιο, η Deutsche Bank προβλέπει ετήσια αύξηση της παραγωγής στην Κίνα περίπου 1% το 2025 σε σύγκριση με πάνω από 3% το 2024.

Η παραγωγή εκτός Κίνας διαταράχθηκε σε μεγάλο βαθμό κατά την ενεργειακή κρίση του 2021-2022, ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Τώρα που οι τιμές της ενέργειας έχουν ομαλοποιηθεί χαμηλότερα και η τιμολόγηση και τα premiums να έχουν βελτιωθεί, μέρος της παραγωγή επανεκκίνησε το 2024. Ωστόσο, η επίμονη αδυναμία ζήτησης στην Ευρώπη και η πρόσφατη άνοδος των τιμών της αλουμίνας καθυστέρησαν τις πρόσθετες επανεκκινήσεις και η Rusal πρόσφατα περιόρισε 250 kpa παραγωγής λόγω των υψηλών τιμών της αλουμίνας. Υποθέτοντας τη βελτίωση της ζήτησης και τη χαλάρωση των τιμών της αλουμίνας, η Deutsche Bank αναμένει πρόσθετες επανεκκινήσεις της παραγωγής φέτος έως και 500 ktpa, συμπεριλαμβανομένων των νορβηγικών μεταλλουργείων της Norsk Hydro (130 ktpa).

Όσον αφορά την αλουμίνα, η Deutsche Bank σημειώνει ότι οι τιμές θα ομαλοποιηθούν το 2025, αλλά οι κίνδυνοι προσφοράς εξακολουθούν να υπάρχουν. Το 2024 ήταν μια πολύ ανατρεπτική χρονιά για τις αγορές βωξίτη και αλουμίνας, όπως τονίζει. Το μέγεθος των διαταραχών αυξήθηκε κατά τη διάρκεια του έτους, οδηγώντας τις τιμές του βωξίτη από τα 70 δολ./τόνος τον Μάιο σε 115 δολ./τόνος σήμερα και οι τιμές της αλουμίνας από 360 δολ./τόνος τον Μάρτιο σε σχεδόν υψηλό ρεκόρ >800 δολ./τόνος τον Δεκέμβριο , αν και οι τιμές έκτοτε μετριάστηκαν στα 680 δολ./τόνος.

Ενώ η γερμανική τράπεζα αναμένει ότι η αγορά αλουμίνας θα παραμείνει «σφιχτή» στις αρχές του 2025, οι προηγούμενες αυξήσεις τιμών ήταν βραχύβιες, η πλειονότητα των διαταραχών είναι προσωρινής φύσης και η προσφορά θα είναι σε ισχυρότερη βάση φέτος με νέα δυναμικότητα να αυξάνεται στην Ινδονησία και Κίνα. Μια βασική αβεβαιότητα περιβάλλει τον περιορισμό των εξαγωγών βωξίτη της EGA στη Γουινέα. Εάν αυτό δεν επιλυθεί σύντομα, η «σφιχτή» αγορά σε βωξίτη και αλουμίνα θα μπορούσε να διατηρηθεί ολόκληρο το 2025.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας