Η Shell και η νορβηγική Equinor ανακοίνωσαν την Πέμπτη τη σύσταση μιας κοινοπραξίας, συνδυάζοντας τα υπεράκτια περιουσιακά τους στοιχεία πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η νέα εταιρεία, που θα έχει έδρα στο Αμπερντίν της Σκωτίας, αποσκοπεί στη διατήρηση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων και στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας, σε μια περίοδο έντονων συζητήσεων για τη μετάβαση σε πιο πράσινες μορφές ενέργειας.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, η συμφωνία αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2025, υπό την προϋπόθεση ότι θα ληφθούν οι απαραίτητες εγκρίσεις. Με την ίδρυση της, η εταιρεία προβλέπεται να γίνει ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος παραγωγός στη Βόρεια Θάλασσα του Ηνωμένου Βασιλείου, με παραγωγή που αναμένεται να ξεπεράσει τα 140.000 βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου ημερησίως το 2025. Αυτή η παραγωγή θα καλύψει σημαντικό μέρος των ενεργειακών αναγκών της χώρας.
Η Zoë Yujnovich, διευθύντρια του τομέα φυσικού αερίου και εξόρυξης της Shell, επεσήμανε ότι η εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο ενεργειακό μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου. Τόνισε ότι η νέα κοινοπραξία θα είναι κρίσιμη για μια ισορροπημένη ενεργειακή μετάβαση, προσφέροντας θερμότητα σε εκατομμύρια βρετανικά σπίτια, ενέργεια για τη βιομηχανία και ασφαλή παροχή καυσίμων που είναι αναγκαία στην καθημερινότητα.
Η συμφωνία προβλέπει συμμετοχή 50-50 και θα περιλαμβάνει μερικά από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα των δύο εταιρειών. Από την πλευρά της Equinor περιλαμβάνονται τα Mariner, Rosebank και Buzzard, ενώ από τη Shell τα Shearwater, Penguins, Gannet, Nelson, Pierce, Jackdaw, Victory, Clair και Schiehallion. Η Equinor απασχολεί ήδη περίπου 300 άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ η Shell έχει περίπου 1.000 εργαζομένους σε θέσεις που σχετίζονται με πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Ο Philippe Mathieu, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Equinor, υπογράμμισε ότι η συμφωνία ενισχύει τις βραχυπρόθεσμες ταμειακές ροές της εταιρείας και αξιοποιεί την πολυετή εμπειρία και των δύο εταιρειών στον τομέα. Ανέφερε επίσης ότι ο συνδυασμός των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων τους θα συμβάλει στην εξασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας για το Ηνωμένο Βασίλειο, σε μια περίοδο αυξημένης ενεργειακής αβεβαιότητας.
Οι αναλυτές της RBC Capital Markets επεσήμαναν ότι η συνεργασία φαίνεται να έχει στρατηγικό νόημα, ειδικά σε ένα περιβάλλον όπου η αύξηση του φόρου έκτακτης ανάγκης στον τομέα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα έχει αποθαρρύνει νέες επενδύσεις. Σύμφωνα με τους αναλυτές, η κοινοπραξία επιτρέπει στις δύο εταιρείες να συνδυάσουν τους πόρους τους, να συνεχίσουν την ανάπτυξή τους και ταυτόχρονα να επικεντρώσουν λιγότερα κεφάλαια στην περιοχή. Αυτή η κίνηση ευθυγραμμίζεται με τις πρόσφατες στρατηγικές άλλων μεγάλων εταιρειών, όπως η Eni, που έχουν κάνει παρόμοιες κινήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Με αυτή την πρωτοβουλία, η Shell και η Equinor φιλοδοξούν να διατηρήσουν τη βιωσιμότητα της ενεργειακής τους παρουσίας στη Βόρεια Θάλασσα, ενώ παράλληλα ανταποκρίνονται στις προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης και στις πιέσεις της αγοράς.