Στην ανάγκη υλοποίησης μιας βιώσιμης πρόσβασης της ΕΕ σε κρίσιμες και στρατηγικές πρώτες ύλες και στη βελτίωση της ανθεκτικότητας των σχετικών εφοδιαστικών αλυσίδων αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κυρία Αλεξάνδρα Σδούκου, μιλώντας σήμερα (29/8) στο Συνέδριο RawMat 2023, με θέμα «Κρίσιμες πρώτες ύλες: Η στρατηγική αυτονομία της χώρας».
Η κυρία Σδούκου τόνισε, ότι ήρθε η ώρα για την Ελλάδα να προχωρήσει, άμεσα, σε πιο συγκεκριμένες δράσεις, με τελικό στόχο την κατάκτηση της στρατηγικής αυτονομίας της χώρας, αλλά και τη συνδρομή στην αυτάρκεια της Ευρώπης σε κρίσιμες πρώτες ύλες, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.
Εκτός από την εθνική νομοθεσία, που πρέπει να είναι συνεπής και να γίνεται με βάση τον Ευρωπαϊκό κανονισμό για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες, η Υφυπουργός αναφέρθηκε και στην προωθούμενες δράσεις της κυβέρνησης που περιλαμβάνουν τρεις άξονες προτεραιοτήτων: έρευνα - προσέλκυση επενδυτών - επιτάχυνση στην αδειοδοτική διαδικασία.
Τέλος, η κυρία Σδούκου σημείωσε ότι προχωράει η σύσταση Ειδικής Ομάδας Εργασίας, η οποία θα επεξεργαστεί σχέδιο τροποποιήσεων των διατάξεων του Μεταλλευτικού Κώδικα (Μ.Κ), με βασικό στόχο τη διευκόλυνση των επενδύσεων στον Ελληνικό Ορυκτό Πλούτο, όσο αφορά στα κρίσιμα και στρατηγικά ορυκτά.
Ακολουθεί, αναλυτικά, η ομιλία της Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κυρίας Αλεξάνδρας Σδούκου:
«Είναι χαρά και τιμή μου, που βρίσκομαι μαζί σας, σήμερα, για να χαιρετίσω το συνέδριό σας και να ανοίξω τη συζήτηση στη θεματική ενότητα με τίτλο: “Greek specific issues: New raw materials industrial projects in Greece”.
Είναι θα έλεγα ευτυχής σύμπτωση, το ότι το συνέδριο αυτό συμβαδίζει και σχεδόν συμπίπτει χρονικά με μια μεγάλη προσπάθεια που γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το ζήτημα της επάρκειας σε πρώτες ύλες και ειδικότερα εκείνες που χαρακτηρίζονται ως κρίσιμες. Κaι εννοώ τη κατάρτιση του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για τις κρίσιμες πρώτες ύλες (Critical Raw Materials Act, CRMs Act), ο οποίος βρίσκεται στην τελική ευθεία πριν την υιοθέτησή του από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Αισθάνομαι την ανάγκη να μιλήσω με ρεαλισμό και επί της ουσίας. Οι κρίσιμες πρώτες ύλες αποτελούν το θεμέλιο, πάνω στο οποίο οικοδομείται η πράσινη ενεργειακή, αλλά και η ψηφιακή μετάβαση. Τη μεγάλη σημασία τους, την τονίσαμε και πριν από δύο χρόνια από το ίδιο βήμα, στο επίσης ενδιαφέρον ομώνυμο συνέδριό σας του 2021. Όπως ενημερωθήκαμε και εμείς -οι μη ειδικοί- για το λίθιο, το κοβάλτιο, το γραφίτη και το νικέλιο, που απαιτούν οι μπαταρίες της ηλεκτροκίνησης και που μάλιστα θα πρέπει να αυξηθεί η παραγωγή τους κατά 500% (ή και περισσότερο!) τις επόμενες δεκαετίες, στοχεύοντας την κλιματική ουδετερότητα, ενώ παράλληλα η ίδια ηλεκτροκίνηση, για να είναι λειτουργική, απαιτεί και μαγνήτες σπανίων γαιών, όπως π.χ. από νεοδύμιο, δυσπρόσιο, πρασεοδύμιο κ.λπ.
Όσο κι αν φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο σε μια Ευρώπη που κατακλύζεται από εισαγωγές σε πρώτες ύλες (πάνω από 70%), θα πρέπει, σήμερα, να πάμε στο επόμενο βήμα: Την υλοποίηση της βιώσιμης πρόσβασης της ΕΕ σε κρίσιμες και στρατηγικές πρώτες ύλες και την “εν τοις πράγμασι” βελτίωση της ανθεκτικότητας των σχετικών εφοδιαστικών αλυσίδων. Και ακόμη την αύξηση τόσο του ποσοστού που παράγεται από ενδο-ευρωπαϊκές πηγές (10%, τουλάχιστον, απαιτεί ο νέος κανονισμός) όσο και το ποσοστό της ανακύκλωσης και της αξιοποίησης δευτερογενών πηγών, στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας (15% αντιστοίχως).
Είναι η ώρα και για μας να προχωρήσουμε, άμεσα, σε πιο συγκεκριμένες δράσεις, με τελικό στόχο την κατάκτηση της στρατηγικής αυτονομίας της χώρας, αλλά και τη συνδρομή στην αυτάρκεια της Ευρώπης, σε κρίσιμες πρώτες ύλες, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Καταρχήν, ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός αποτελεί πράξη άμεσα εκτελεστή από τα κράτη-μέλη, ως εξ’ τούτου η μεταγενέστερη εθνική νομοθεσία πρέπει να είναι συνεπής και να γίνεται με βάση τον Κανονισμό αυτό. Περαιτέρω, αποτελεί, για την ώρα, τη μοναδική θεσμική πρωτοβουλία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με εστίαση τις κρίσιμες πρώτες ύλες. Και για το λόγο αυτό, τόσο η συμμετοχή μας στην ορθή κατάρτισή του όσο και η έγκαιρη υλοποίηση των προβλέψεών του, αποτελούν και για μας εξίσου σημαντικές προτεραιότητες.
Ωστόσο, δεν θα περιοριστούμε μόνο σε αυτόν. Οι δράσεις μας, πολύ συνοπτικά, περιλαμβάνουν 3 άξονες προτεραιοτήτων (έρευνα – προσέλκυση επενδυτών – αδειοδοτική διαδικασία)
O πρώτος βασικός άξονας είναι η Έρευνα. Θα πρέπει να γνωρίζουμε -στο μέγιστο δυνατό βαθμό- το δυναμικό που διαθέτουμε και το βαθμό κοιτασματολογικής ωριμότητας του δυναμικού αυτού. Συνεπώς, αφενός θα πρέπει να επικαιροποιήσουμε την καταγραφή των Δημοσίων Μεταλλευτικών Χώρων (ΔΜΧ) που διαθέτουμε και αφετέρου να τους ιεραρχήσουμε, (έχουν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια από την προηγούμενη προσπάθεια!), ώστε να ξεχωρίσουν εκείνοι, οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν ώριμοι να τεθούν, άμεσα, σε διαγωνιστική διαδικασία.
Παράλληλα, επειδή η έρευνα για την ανεύρεση νέων γηγενών πηγών αποτελεί μια κατεξοχήν δυναμική διαδικασία, η ανάπτυξη εθνικών προγραμμάτων μεταλλευτικής έρευνας για κρίσιμες, αλλά και λοιπές Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΟΠΥ), αποτελεί βασική προτεραιότητα.
Τα στοχευμένα αυτά προγράμματα, που για τη νέα προγραμματική περίοδο του ΕΣΠΑ 2021-2027 θα ξεπεράσουν τα 4,5 εκατ. ευρώ, εκπονούνται από την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ε.Α.Γ.Μ.Ε.), στην οποία έχει ανατεθεί η υλοποίηση της δημόσιας μεταλλευτικής έρευνας στον τόπο μας.
Από τα Τεχνικά Δελτία που έχουν υποβληθεί, το σύνολο αυτών των έργων έχουν ως κύριο σκοπό την αξιολόγηση επιλεγμένων υφιστάμενων Δημόσιων Μεταλλευτικών Χώρων, με στόχο την αύξηση των αποθεμάτων της χώρας σε Κρίσιμες ΟΠΥ, πολύτιμα μέταλλα και μέταλλα απαραίτητα για την ενεργειακή μετάβαση, με μετρήσιμα μεγέθη οικονομικής και κοινωνικής αξίας.
Περαιτέρω, πολλά έχουν να προσφέρουν και οι δράσεις των πανεπιστημιακών φορέων και γενικότερα της ακαδημαϊκής κοινότητας που εκπροσωπείται, ποικιλοτρόπως, στο παρόν συνέδριο και η συνδρομή των οποίων είναι πάντα ευπρόσδεκτη, αλλά και θεσμοθετημένη στον ν.5037/2023, με τον οποίο επικαιροποιήσαμε, πρόσφατα, τις διατάξεις για τη μεταλλευτική έρευνα.
Ο δεύτερος άξονας έχει κατεξοχήν επενδυτικό χαρακτήρα και αφορά στην εκκίνηση νέων διεθνών διαγωνισμών για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών σε δημόσιους μεταλλευτικούς χώρους (ΔΜΧ), με ικανοποιητικό βαθμό ωριμότητας, ώστε να προσελκύσουν το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον.
Αυτό, προϋποθέτει να έχει προηγηθεί εκτεταμένη και στοχευμένη κοιτασματολογική έρευνα, αλλά και αξιόπιστες τεχνικο-οικονομικές προσεγγίσεις, σχετικά με το περιεχόμενο αποθεματικό δυναμικό προς αξιοποίηση.
Περαιτέρω, οι στόχοι μας θα πρέπει να εντάσσονται όχι μόνο στην εθνική, αλλά και στην ευρωπαϊκή στρατηγική και αντιστοίχως τα κριτήριά μας πρέπει να εμπεριέχουν και τη διάσταση αυτή.
Τα υλικά πρέπει να ιεραρχηθούν με βάση την κρισιμότητά τους και το βαθμό εξάρτησης από τις εισαγωγές της ευρωπαϊκής βιομηχανίας σε αυτά. Αυτό είναι και το νόημα της συνδρομής μας στη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Ευτυχώς στον τόπο μας, υπάρχει αυτή η δυνατότητα για ορισμένους δημόσιους μεταλλευτικούς χώρους και ορυκτά, που μάλιστα έχουν χαρακτηριστεί ως απολύτως κρίσιμα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στην προηγούμενη θητεία της, η κυβέρνηση έλαβε την απόφαση και προκηρύξαμε διεθνή διαγωνισμό για την εκμίσθωση του μεταλλευτικού χώρου των Μολάων και το αποτέλεσμα ήταν απολύτως θετικό. Ήδη θα το γνωρίζετε, ότι με την προκαταρτική έρευνα επιβεβαιώθηκαν οι ιστορικές αναλύσεις και επιπλέον, σύμφωνα με επίσημες δηλώσεις της εταιρείας, βρέθηκε το σπάνιο, κρίσιμο μέταλλο γερμάνιο (Ge), με πολλές χρήσεις στην υψηλή τεχνολογία, ενώ σύντομα προγραμματίζεται η ένταξή του σε ευρωπαϊκό χρηματοδοτικό πρόγραμμα.
Τώρα, στο ίδιο πλαίσιο, είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε τη διαγωνιστική διαδικασία για το αντιμόνιο, το οποίο εμπεριέχεται σε όλους τους καταλόγους της ΕΕ (από το 2011 μέχρι σήμερα) ως κρίσιμο και στρατηγικό μέταλλο. Γι’ αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη διασφάλισης του ανεφοδιασμού του.
Είμαστε έτοιμοι σημαίνει, ότι πέραν όλων των προϋποθέσεων που αφορούν στην κοιτασματολογική ωριμότητα και τα δεδομένα της αγοράς, έχουμε εξετάσει -σε υπηρεσιακό επίπεδο- και τους λοιπούς, τυχόν απαγορευτικούς παράγοντες, σε σχέση με την ασφάλεια και το περιβάλλον. Το αντιμόνιο είναι ένα κρίσιμο μέταλλο, μεγάλης στρατηγικής σπουδαιότητας για την ευρωπαϊκή οικονομία, το οποίο -παρόλα αυτά- έχει βαθμό εξάρτησης από εισαγωγές 100% και συνεπώς ο κίνδυνος ανεφοδιασμού του είναι πολύ μεγάλος.
Και θα ακολουθήσουν, σύμφωνα με το σχεδιασμό μας, και άλλοι χώροι, πάντα με γνώμονα την εθνική οικονομία, την ευρωπαϊκή αυτάρκεια σε κρίσιμα υλικά, αλλά σε κάθε περίπτωση χωρίς εκπτώσεις για το περιβάλλον και την κοινωνική συνοχή. Αυτό, άλλωστε, είναι για μας το μείζον, δηλαδή να προκρίνουμε επενδύσεις με όρους βιωσιμότητας, οι οποίες θα προσφέρουν ανταγωνιστικά οφέλη για την πολιτεία, αλλά και το κοινωνικό σύνολο!
Τέλος, ο τρίτος άξονας προτεραιοτήτων αφορά στο αδειοδοτικό πλαίσιο, καθώς και στο πλαίσιο λειτουργίας των εξορυκτικών δραστηριοτήτων. Θέλω να επισημάνω κάτι εδώ -παρότι το θέμα μας είναι τα κρίσιμα ορυκτά - αναφορικά με το ζήτημα των καθυστερήσεων της αδειοδότησης. Η αλήθεια είναι, ότι παρά τις καθυστερήσεις που όντως υπάρχουν σε ορισμένες περιπτώσεις, τα εξορυκτικά έργα εξυπηρετούνται κανονικά.
Για παράδειγμα, αναφέραμε πριν το νέο πρότζεκτ των Μολάων, που μπορεί να αποτελέσει οδηγό και για λοιπά μεταλλευτικά πρότζεκτ. Η αδειοδότηση ενός πλήρους ερευνητικού προγράμματος έχει, ήδη, ολοκληρωθεί τόσο περιβαλλοντικά όσο και τεχνικο-οικονομικά, μέσα στους θεσμικά προβλεπόμενους χρόνους και ήδη εντός των ημερών θα αρχίσει το γεωτρητικό έργο.
Περαιτέρω, τα μεγάλα έργα υποδομών που απαιτούν λατομική υποστήριξη, π.χ. έργα που αφορούν είτε τους εθνικούς οδικούς άξονες είτε εμβληματικά έργα της ΕΕ (όπως η αποθήκευση ενέργειας - αντλησιοταμίευσης κ.λπ.) αδειοδοτούνται κανονικά. Το ίδιο και τα μεγάλα έργα στους παραδοσιακούς τομείς των μαρμάρων (π.χ. τα υπόγεια λατομεία στην περιφέρεια της Αν. Μακεδονίας) και των βιομηχανικών ορυκτών ανά την επικράτεια.
Υπάρχουν περιστασιακές καθυστερήσεις των υπηρεσιών, θα συμφωνήσουμε, ειδικότερα στο περιβαλλοντικό κομμάτι και σε εκείνο που αφορά στις δασικές αρχές, Εντούτοις, δεν θα το αφήσουμε κι αυτό χωρίς παρεμβάσεις. Θα αφουγκραστούμε τους θεσμικούς φορείς και θα προσπαθήσουμε να ικανοποιήσουμε τα λογικά αιτήματα.
Επιτρέψτε μου, όμως, να εστιάσω στη θεματολογία του συνεδρίου που είναι τα κρίσιμα ορυκτά. Στο πλαίσιο αυτό, θα συστήσουμε Ειδική Ομάδας Εργασίας, η οποία θα επεξεργαστεί σχέδιο τροποποιήσεων των διατάξεων του Μεταλλευτικού Κώδικα, με βασικό στόχο τη διευκόλυνση των επενδύσεων στον Ελληνικό Ορυκτό Πλούτο όσο αφορά στα κρίσιμα και στρατηγικά ορυκτά.
Δεν νοείται εν έτει 2023 να συζητάμε για «διευκόλυνση επενδύσεων στον ελληνικό ορυκτό πλούτο», με εργαλείο ένα παρωχημένο νομοθέτημα 50 ετών (ο Μεταλλευτικός Κώδικας του 1973)
Πράγματι, έχουμε εντοπίσει αρκετά σημεία όπου ο ΜΚ απαιτεί την ουσιαστική παρέμβασή μας, ώστε να γίνει απλούστερη, ευκολότερη και συμβατή με τις απαιτήσεις των καιρών, η διαδικασία εκμίσθωσης των μεταλλευτικών χώρων.
Η ομάδα αυτή, σε συνδυασμό με τα πορίσματα της Επιτροπής που έχει, ήδη, συγκροτηθεί για τη «φύλαξη, συντήρηση και εναλλακτική αξιοποίηση χώρων μετά το πέρας των μεταλλευτικών έργων, καθώς και τη διατήρηση και ανάδειξη της μεταλλευτικής κληρονομιάς (mining heritage) Β’2969/2023», νομίζουμε ότι θα βοηθήσει σημαντικά.
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω ότι δεν πρόκειται να αφήσουμε τον τομέα αυτό στην τύχη του, παρά το γεγονός, ότι διεθνώς χαρακτηρίζεται από ένα καθεστώς μη δημοφιλίας και διστακτικότητας, αν όχι πλήρους αποστροφής από τους κοινωνικούς φορείς. Προφανώς δεν πρόκειται να αφήσουμε ευκαιρίες, οι οποίες υφίστανται στην πατρίδα μας, σε οποιοδήποτε χώρο και τομέα, να πάνε χαμένες και δεν εννοώ μόνο τα κρίσιμα ορυκτά, εννοώ και όλα τα υπόλοιπα, πολλά από τα οποία είναι στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα, όπως για παράδειγμα τα μάρμαρα και τα βιομηχανικά ορυκτά, ακόμα και τα αδρανή οικοδομικά υλικά, που είναι απολύτως απαραίτητα για την καθημερινότητά μας.
Εμείς δεν βλέπουμε τις γεωεπιστήμες - παρά τη μη δημοφιλία τους - με ένα καταρχήν «ντεζαβαντάζ», αλλά σαν έναν σημαντικό αναπτυξιακό τομέα, που στηρίζει τις υποδομές και τη βιομηχανία της χώρας. Πάντα, όμως, με γνώμονα τη διάσταση της βιωσιμότητας και της υπευθυνότητας.
Και χωρίς να παραβλέπουμε επ’ ουδενί τα ζητήματα της ασφάλειας, της υπεύθυνης περιβαλλοντικής διαχείρισης, αλλά και τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Διότι μόνον έτσι -κατά την άποψή μας- εξασφαλίζεται η λεγόμενη “κοινωνική άδεια”. Ελπίζω, η προσήλωσή μας σε αυτό το τελευταίο να έχει καλά εμπεδωθεί, πλέον, από όλη μας τη δράση στον τομέα, εδώ και αρκετά χρόνια.
Σας ευχαριστώ».