Άσχημα νέα για τους πολλούς εγχώριους «οπαδούς» του λιγνίτη ήρθαν την εβδομάδα που μας πέρασε από την Μεγάλη Βρετανία. Η χώρα που αγάπησε όσο καμία άλλη την ενέργεια από άνθρακα, που βάσισε την ανάπτυξη και την περίοδο ακμή μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας και έγινε σύμβολο της βιομηχανικής επανάστασης, είναι και η πρώτη μεγάλη οικονομία που απαλλάσσεται πλήρως από αυτήν.
Στο απόγειο της χρήσης του, αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1950, περίπου το 96% της ηλεκτρικής ενέργειας προέρχονταν από την καύση του.
Από την περασμένη Δευτέρα, το αντίστοιχο ποσοστό έχει μηδενίσει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η τελευταία μονάδα που τροφοδοτούσε με ρεύμα δύο εκατομμύρια σπίτια ή κατά το αγγλικότερο ένα δισεκατομμύριο φλιτζάνια τσαγιού την ημέρα, παροπλίστηκε και οι 170 υπάλληλοι της ήδη μεταφέρθηκαν σε μονάδες με άλλη τεχνολογία.
Όλα αυτά έγιναν χωρίς αντιδράσεις. Τα στοιχεία άλλωστε είναι αμείλικτα. Τα Βρετανικά εργοστάσια λιγνίτη, έχουν κάψει 5 δισεκατομμύρια τόνους άνθρακα και έχουν εκπέμψει στην ατμόσφαιρα 11 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα.
Παρήγαγαν περισσότερους ρύπους από ότι οι περισσότερες χώρες εκπέμπουν από όλες τις πιθανές ρυπογόνες πηγές, σε όλη τους την ιστορία.
Η περίπτωση της Βρετανίας, δεν έχει πολλά κοινά με την περίπτωση της Ελλάδας, άλλωστε εδώ και δεκαετίες διαθέτει και πέντε πυρηνικούς σταθμούς. Επιπλέον από την δεκαετία του 1960 η χώρα ανακάλυψε άφθονο φυσικό αέριο στην Βόρεια Θάλασσα και ακόμα και σήμερα το ένα τρίτο της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται σε μονάδες φυσικού αερίου.
Ωστόσο δεν στάθηκε εκεί, προχώρησε ως νησιωτική χώρα, όπως η Ελλάδα, σε μια κολοσσιαίων διαστάσεων επένδυση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με έμφαση στην νέα σχετικά τεχνολογία των θαλάσσιων αιολικών πάρκων. Η Βρετανία είναι πλέον η δεύτερη μεγαλύτερη υπεράκτια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στον κόσμο μετά την Κίνα.
Μάλιστα, επειδή είδαν μεγάλες αποδόσεις των αιολικών στην θάλασσα, δεν δίστασαν να μεταφέρουν αιολικά πάρκα από την στεριά, ελευθερώνοντας εκτάσεις. Είναι τόσο μεγάλη η ανάπτυξη των ΑΠΕ, ώστε το 2030 οι μονάδες παραγωγής ενέργειας με φυσικό αέριο επίσης θα κλείσουν, γιατί πολύ απλά δεν θα χρειάζονται.
Στην Ελλάδα έχουμε κλείσει μεν αρκετές λιγνιτικές μονάδες που λειτουργούσαν με καύσιμο λιγνίτη, ωστόσο βάσει του νέου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπεται ότι η απόσυρση όλων των μονάδων θα γίνει στα τέλη του 2028, δηλαδή σε περισσότερα από τέσσερα χρόνια από σήμερα. Και πως να το κάνουμε, όταν οι χερσαίες ΑΠΕ (αιολικά και φωτοβολταικά) δείχνουν να έχουν φτάσει στα όρια αντοχών του συστήματος και της υπομονής των τοπικών κοινωνιών, χωρίς να έχουν προχωρήσει με αντίστοιχα γρήγορο ρυθμό τα πιο δαπανηρά, υπεράκτια αιολικά.
Στο νέο ΕΣΕΚ η σχετική πρόβλεψη για την αναπτυξή τους, είναι σχετικά αόριστη. Κάνει λόγο ότι η υπεράκτια αιολική ενέργεια θα αποτελέσει βασικό πυλώνα του μελλοντικού ενεργειακού συστήματος, αλλά προσέξτε, πολύ μετά το 2030. Έχουμε δηλαδή έναν αντίστοιχο με τους Βρετανούς συγκριτικό επενδυτικό και ενεργειακό πλεονέκτημα, με την σχετική τεχνολογία να είναι πλέον αρκετά ώριμη και εμείς δυσκολευόμαστε να συμφωνήσουμε το που θα αναπτυχθούν τα συγκεκριμένα πάρκα. Απολαμβάναμε.. επί χρόνια την ρύπανση του λιγνίτη και τώρα δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε την «οπτική ρύπανση» μιας ανεμογεννήτριας στην θάλασσα..