Μια περίεργη συμμαχία έχει δημιουργηθεί τις τελευταίες μέρες στην προεκλογική Ελλάδα. Με την ομάδα των ανθρώπων που, σωστά, ανησυχούν για τη διεύρυνση του ελλείμματος στο εξωτερικό εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, συμφωνούν και αυτοί που προτείνουν τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Μόνο που η βασική αιτία του μεγάλου ελλείμματος είναι οι εκτεταμένες εισαγωγές καυσίμων. Η πλήρης εξάρτηση της χώρας από τις οδικές μεταφορές, συναντάει την αγάπη των Ελλήνων για το αυτοκίνητο. Και οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης, σου λέει γιατί να τους το χαλάσουμε. Ας δώσουμε ένα παραπάνω κίνητρο για τη χρήση αυτοκινήτου, για την κατανάλωση καυσίμου. Και ας λένε ότι είναι τα κόμματα που προάγουν την οικολογία και τη φιλοπεριβαλλοντική συμπεριφορά. Και ας λένε ότι ανησυχούν για το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, τα κόμματα αυτής της κατεύθυνσης, θα είχαν πιάσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη και θα την είχαν «λιώσει», για το γεγονός ότι μοίρασε όπως λέει 60 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιδοτήσεις την περίοδο της πανδημίας και δεν βρήκε μερικά για να φτιάξει καλές συγκοινωνίες. Τα κόμματα της ελληνικής αντιπολίτευσης νοιάζονται ωστόσο για το αυτοκίνητο του Έλληνα αντί να προτείνουν λύσεις για τον περιορισμό τους. Να αναρωτηθούν γιατί ένας νέος, αντί να βγει στη ζωή να συναναστραφεί άλλους ανθρώπους σε ένα δημόσιο μέσο μεταφοράς ή να μάθει να περπατάει και να περνάει με ασφάλεια ένα φανάρι, αυτοί θέλουν να τον κλείσουν σε ένα αυτοκίνητο. Μόνο του, σε ένα κουτί στο μποτιλιάρισμα.
Ασχολήθηκαν για λίγο με τα τρένα, με αφορμή το τραγικό γεγονός των Τεμπών και τώρα η βελτίωση του σιδηροδρόμου απλά συμπληρώνει τα προγράμματά τους. Και ας μπορούσαν εναλλακτικά να γίνουν τα τρένα το βασικό μέσο μεταφοράς των προϊόντων, οδηγώντας σε μικρότερη χρήση οδικών μεταφορών και συνακόλουθα σε λιγότερες εισαγωγές πετρελαίου.
Αυτοί όμως ασχολούνται με άλλα θέματα. Φτάνει να συνεχίσουμε να καταναλώνουμε καύσιμα, τα οποία οι ίδιοι θα έχουν φροντίσει να μας τα δίνουν σε καλή τιμή και η κατανάλωση να αυξάνεται. Την ίδια στιγμή, που τα ετήσια έσοδα που εισπράττει το κράτος από τους φόρους στα καύσιμα (ΕΦΚ και ΦΠΑ) προσεγγίζουν τα 6 δισ. ευρώ. Αποτελούν την τρίτη μεγαλύτερη πηγή εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού μετά τον φόρο εισοδήματος και τον ΦΠΑ στα υπόλοιπα προϊόντα. Οποιαδήποτε μείωση φόρων στα καύσιμα θα έχει σημαντική επίπτωση στα δημοσιονομικά της χώρας. Δυνητικά και βάσει των ευρωπαϊκών κανόνων ειδικά στη βενζίνη θα μπορούσε ο φόρος να μειωθεί από τα 70 λεπτά του ευρώ στα 36 λεπτά. Ποιο κάτω δεν μπορεί να πάει λόγω ΕΕ. Πόσο στοιχίζει το μέτρο; Κοντά στα 2,5 δισ. ευρώ ετησίως. Προφανώς οι ιδιοκτήτες αυτοκινήτων θα ελαφρύνονταν οικονομικά.
Ποιος όμως θα ήταν πραγματικά ο μεγάλος κερδισμένος; Αυτός που λένε ότι θα φορολογήσουν για τα υπερκέρδη. Καμώνονται τους σκληρούς με τα συμφέροντα, τις μεγάλες ενεργειακές εταιρείες και προτείνουν μέτρα που απλά θα αυξήσουν σε αυτούς τους επιχειρηματικούς ομίλους τις πωλήσεις. Και αυτό το λένε πολιτική υπέρ των πολλών.