Σε υψηλά επίπεδα κρατιούνται οι τιμές ενέργειας στην Ελλάδα απειλώντας νοικοκυριά κι επιχειρήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση τα όσα καταγράφουν τα προσωρινά στοιχεία για τον πληθωρισμό του Ιανουαρίου της Eurostat, η Ελλάδα παραμένει πάνω από τον μέσο της Ευρωζώνης και στον τομέα της ενέργειας. Συγκεκριμένα, εμφάνισε πληθωρισμό της τάξης του 2,5% έναντι 1,8% στην Ευρωζώνη.
Ήδη, η τάση αυτή φαίνεται να “κρατά” και το Φεβρουάριο, καθώς η μέση χονδρεμπορική τιμή Φεβρουαρίου στην Αγορά Επόμενης Μέρας στο Χρηματιστήριο Ενέργειας διαμορφώνεται στα 139,45 ευρώ/MWh, την ώρα που τον Ιανουάριο η μέση τιμή του χονδρεμπορικού κόστους διαμορφώθηκε στα 135,13 ευρώ ανά MWh, όταν το αντίστοιχο χονδρεμπορικό κόστος του Δεκεμβρίου ήταν στα 129,81 ευρώ.
Να σημειωθεί ότι με βάση το Δελτίο Εξελίξεων στη Βιομηχανία του ΙΟΒΕ για τον περασμένο Νοέμβριο, που δημοσιεύτηκε πριν δυο εβδομάδες (16/1) η τιμή χονδρικής φορτίου βάσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα τον Νοέμβριο αυξήθηκε κατά 35,8% σε ετήσια βάση. Τον Νοέμβριο η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα (145,24 €/MWh) αυξήθηκε κατά 57% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Ήταν σε υψηλότερα επίπεδα (από +11% έως +45%) από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές αγορές ( Μηνιαίες τιμές (day-ahead) από Nordpool για τις αγορές Αυστρίας, Βελγίου, Γερμανίας-Λουξεμβούργου, Γαλλίας και Ολλανδίας που συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ενέργειας) και 290% υψηλότερη από την τιμή συστήματος Nordic (31,94 €/MWh).
Επίσης η τιμή του Φυσικού Αερίου στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο αυξήθηκε κατά 10% σε μηνιαία βάση, και ήταν σε χαμηλότερο επίπεδο από τις βασικές αγορές της Ευρώπης*
Φυσικό αέριο
Επίσης, τον Σεπτέμβριο, η Μεσοσταθμική Τιμή Εισαγωγής Φυσικού Αερίου στην Ελλάδα (33,53€/MWh) ήταν 8,3% χαμηλότερη από το μηνιαίο δείκτη τιμής στην αγορά EGIX-THE Γερμανίας (36,55€/MWh) και 7,6% χαμηλότερη από την μηνιαία τιμή στην αγορά TTF Ολλανδίας (36,30/MWh). Πάντως και τώρα το φυσικό αέριο, στον κόμβο TTF βρίσκεται πάνω από τα 53 ευρώ/MWh και που αποτελεί ρεκόρ, έχοντας καταγράψει σε ετήσια βάση (YoY) άνοδο πάνω από 89%. Πάντως, “παρηγοριά” δίνει το γεγονός ότι ένας από τους παράγοντες ενεργειακού κόστους, οι ρύποι παρέμειναν σταθεροί μέχρι το τέλος του έτους αν και από φέτος οι επιβαρύνσεις λόγω ETS (του Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών της ΕΕ - ΣΕΔΕ), σε πολλούς κλάδους παραγωγής αυξάνονται. Τον Δεκέμβριο, ωστόσο, η μέση τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 παρέμεινε σταθερή (+0,1%) σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και διαμορφώθηκε στα 67,35 €/tCΟ2 .
Ο πληθωρισμός
Συνολικά πάντως, με βάση τη Eurostat o πληθωρισμός κινήθηκε στο 2,5% τον Ιανουάριο στην ευρωζώνη , σύμφωνα με προκαταρκτική εκτίμηση που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα.
Υπενθυμίζεται ότι ο πληθωρισμός της ευρωζώνης κινήθηκε στο 2,4% τον Δεκέμβριο του περασμένου έτους. Στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός κινήθηκε για έναν ακόμα μήνα άνω του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, διαμορφώθηκε στο 3,1% τον Ιανουάριο, έναντι 2,9% του Δεκεμβρίου.
Όσον αφορά τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, οι υπηρεσίες αναμένεται να έχουν τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Ιανουάριο (3,9%, έναντι 4% τον Δεκέμβριο), ακολουθούμενες από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (2,3%, έναντι 2,6% τον Δεκέμβριο), την ενέργεια (1,8%, έναντι 0,1% τον Δεκέμβριο) και μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (0,5%, σταθερά σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο).
Τα νοικοκυριά
Στο φόντο αυτό ενδιαφέρον έχει η καταγραφή για το δείκτη οικονομικού κλίματος τον Ιανουάριο του ΙΟΒΕ, Ειδικότερα, Το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται τον Ιανουάριο, με τον σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις 108,6 από τις 106,4 μονάδες τον προηγούμενο μήνα. H άνοδος του δείκτη προέρχεται κυρίως από τη Βιομηχανία και τις Κατασκευές, με τις Υπηρεσίες και την καταναλωτική εμπιστοσύνη να βελτιώνονται ηπιότερα και μόνο το Λιανικό Εμπόριο να υποχωρεί μετά την εορταστική περίοδο. Στην πλευρά των νοικοκυριών καταγράφεται μικρότερη απαισιοδοξία, με το πρόβλημα της ακρίβειας, ωστόσο, να εξακολουθεί να επιβαρύνει τις προσδοκίες. Συνολικά στην οικονομία υπάρχει θετική τάση, καθώς οι ρυθμοί μεγέθυνσης δεν καταγράφουν τάσεις υποχώρησης παραμένοντας υψηλότερα από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Παράλληλα, ο πληθωρισμός υποχωρεί και αναμένεται να κινηθεί στο τρέχον έτος χαμηλότερα από ό,τι στο προηγούμενο, ενώ συνεχίζεται η μείωση της ανεργίας, συμβάλλοντας θετικά στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών. Ταυτόχρονα, όμως, το επίπεδο των εισοδημάτων και συνολικά της οικονομίας παραμένει ακόμη σχετικά χαμηλό, και θα μπορεί να ανέλθει πιο γρήγορα, μετά την υποχώρηση κατά τη βαθιά κρίση, μόνο εάν υπάρξουν περαιτέρω παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα και των αγορών. Σαφώς, επίσης, υπάρχουν πηγές αβεβαιότητας στο εξωτερικό περιβάλλον, καθώς η Ευρώπη αναζητά προσανατολισμό, ενώ η υιοθέτηση μέτρων οικονομικής πολιτικής από τον νέο Πρόεδρο στις ΗΠΑ που αμφισβητούν τα δεδομένα των τελευταίων δεκαετιών στο διεθνές εμπόριο, μπορεί να προκαλέσουν αναταράξεις που θα επηρεάσουν και τη δική μας οικονομία. Ο συνδυασμός τάσεων στο εξωτερικό περιβάλλον και η επιλογή κατευθύνσεων πολιτικής εγχωρίως θα συνδιαμορφώσουν το οικονομικό κλίμα κατά τους επόμενους μήνες.
Επίσης, ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς 12 μήνες αποκλιμακώθηκε αισθητά τον Ιανουάριο και διαμορφώθηκε στις +27,6 μονάδες, έναντι +31,4 μονάδων τον Δεκέμβριο. Το 59% των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 18% αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +21,6 και +20,2 μονάδες αντίστοιχα.
Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διαμορφώθηκε στο 67% (από 62%), ενώ στο 10% εξασθένισε οριακά το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν 17% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» υποχώρησε στο 6% από 9% τον προηγούμενο μήνα.