της Μαρίας Αδαμίδου
Λίγες μόνο ημέρες πριν μπούμε επισήμως στο φθινόπωρο και ενόψει του ενεργειακά δύσκολου χειμώνα που περιμένει τη Γηραιά Ήπειρο, τα ευρωπαϊκά αντανακλαστικά φαίνεται ότι μπαίνουν σε λειτουργία και ξεκινά η διερεύνηση της αναδιάρθρωσης της αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος και της επιβολής πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου.
Η συζήτηση είχε ανοίξει με την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης τον περασμένο Ιούλιο και είχε υποστηριχθεί από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Κύπρο, την Ισπανία και τη Ρουμανία, ωστόσο, ενδεχομένως ενόψει της καλοκαιρινής…ραστώνης, η Κομισιόν και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες δεν έσπευσαν να την εξετάσουν άμεσα. Το βασικό επιχείρημα τότε, ήταν ότι η αγορά ενέργειας επιτελεί τον ρόλο της και λειτουργεί αποτελεσματικά, χωρίς να χρειάζεται διορθωτικές κινήσεις.
Πλέον, μετά το τρομακτικό άλμα στις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος, τα περιθώρια για μικρότερου βεληνεκούς κινήσεις στενεύουν αισθητά, και η ΕΕ κινείται προς την κατεύθυνση της αποσύνδεσης των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος.
Όπως παραδέχτηκε και η ίδια η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, «η αλματώδης αύξηση στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αποκαλύπτει, για διάφορους λόγους, τους περιορισμούς του ισχύοντος σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρισμού. Δημιουργήθηκε υπό διαφορετικές συνθήκες, με διαφορετική στόχευση. Για αυτό τώρα εργαζόμαστε πάνω σε μια έκτακτη παρέμβαση και μια δομική αναμόρφωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας».
Η Τσεχία, που έχει την ευρωπαϊκή προεδρία, οργανώνει σύνοδο των Ευρωπαίων υπουργών Ενέργειας για τις 9 Σεπτεμβρίου, όπου θα τεθούν όλα τα ενδεχόμενα επί τάπητος. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τσέχος υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου, Γιόζεφ Σικαλα, «ενδεχομένως να ανοίξουμε το θέμα των εκπομπών ρύπων, που συνιστούν ένα μεγάλο τμήμα της τελικής τιμής, ίσως ανοίξουμε το θέμα της συνολικής ρύθμισης της αγοράς, με πλήρη αποσύνδεση των τιμών (φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού)».
Αυτή τη στιγμή, πάντως, οι 27 μοιάζουν πολύ πιο έτοιμοι να προχωρήσουν σε τομές στην αγορά ηλεκτρικού ρεύματος. Η Γερμανία είναι διατεθειμένη να αποσυνδέσει την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου με το κόστος στον τελικό καταναλωτή, δηλαδή τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Αντίστοιχα, και η υπουργός Ενέργειας του Βελγίου, επεσήμανε το γεγονός ότι οι ΑΠΕ, που παίζουν πλέον καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, έχουν πολύ μικρότερο κόστος από το φυσικό αέριο, οπότε η τελική τιμή του ρεύματος δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό κόστος παραγωγής του. Παίρνοντας τη σκυτάλη, ο Αυστριακός Καγκελάριος Καρλ Νεχάμερ, κάλεσε την Κομισιόν να αναλάβει επιτέλους πρωτοβουλίες με στόχο την επίλυση του θέματος.
Παρότι οι διαφωνίες μεταξύ των κρατών-μελών είναι αναμενόμενες, φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει πολύ μεγαλύτερο consensus για προτάσεις ουσιαστικών και όχι έκτακτων παρεμβάσεων, οι οποίες, όπως αποδεικνύει το διαρκές ράλι τιμών, λειτουργούν μόνο ως προσωρινό «τσιρότο». Ίσως υπό το βάρος της επερχόμενης ενεργειακής καταιγίδας, η ΕΕ να πιεστεί να καταλήξει σε λύσεις μόνιμες και ουσιαστικές, με σημαντικά οφέλη όχι μόνο για τα νοικοκυριά, αλλά και μακροπρόθεσμα για τις ευρωπαϊκές οικονομίες.