Το 2023 τείνει να μείνει στην πρόσφατη ιστορία ως το θερμότερο έτος με τον Ιούλιο να έχει ήδη καταγράψει ρεκόρ όλων των εποχών αλλά οι συνέπειες επεκτείνονται πέρα από τα χωρικά και χρονικά όρια. Το περιβάλλον και η παγκόσμια οικονομία δέχονται πλήγμα και αυτό δεν αφορά μόνο στους καλοκαιρινούς μήνες ούτε στις περιοχές με πιο θερμό κλίμα όπου η αύξηση της θερμοκρασίας καθιστά την διαβίωση των κατοίκων ακόμη πιο δύσκολη.
Ακόμη και μικρές αλλαγές στην μέση παγκόσμια θερμοκρασία ως απόρροια της κλιματικής αλλαγής προκαλούν σειρά από αλυσιδωτές επιπτώσεις στη χλωρίδα, την πανίδα αλλά και στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα. Φέτος, όπου ο κόσμος βίωσε το πιο θερμό καλοκαίρι , πόλεις όπως η Βαγδάτη, το Πεκίνο και το Φοίνιξ, συνηθισμένες στα ζεστά καλοκαίρια, βιώνουν ακόμη πιο υψηλές θερμοκρασίες. Αλλά οι υψηλές θερμοκρασίες εμφανίζονται επίσης σε μέρη όπως το Μπουένος Άιρες, όπου αυτή τη στιγμή υποτίθεται ότι είναι χειμώνας.
Από το 1900, η μέση θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί κατά 1,2 βαθμούς Κελσίου ενώ ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού προβλέπει τη διατήρηση της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Βέβαια, η αλλαγή αυτή δεν σημαίνει ότι όλες οι μέρες γίνονται πιο ζεστές. Απλώς, αυξάνονται οι θερμότερες ημέρες και μειώνονται οι ψυχρότερες (οι οποίες γίνονται λιγότερο κρύες).
«Οι επιπτώσεις από έναν ή δύο επιπλέον βαθμούς μπορεί να είναι πολύ δραματικές», λέει μιλώντας στο Bloomberg ο Gavin Schmidt, διευθυντής του Ινστιτούτου Goddard της NASA.
Η μέση παγκόσμια θερμοκρασία συνεχίζει να ανεβαίνει
Το περασμένο καλοκαίρι, οι υψηλές θερμοκρασίες προκάλεσαν τουλάχιστον 60.000 θανάτους στην Ευρώπη ενώ η άνοδος της θερμοκρασίας επηρέασε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας από την αγροτική παραγωγή μέχρι την ενέργεια και την βιομηχανία.
Οι ακραίες θερμοκρασίες πλήττουν την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας (ως αποτέλεσμα των υψηλών θερμοκρασιών του νερού) στη Γαλλία και τους κοραλλιογενείς υφάλους στο Florida Keys, ενώ στην Ινδία επηρεάστηκε η παραγωγή σίτου.
Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι είναι μερικοί από τους βιότοπους με τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα στον πλανήτη, όπου συχνάζουν ψάρια, αστακοί, καβούρια, θαλάσσιες χελώνες και άλλα. Κατά μέσο όρο, το 25% των ειδών του ωκεανού επισκέπτεται ή ζει σε αυτά. Ο Derek Manzello, ο οποίος διευθύνει το πρόγραμμα Coral Reef Watch στην Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας, αποκαλεί τους υφάλους «τροπικά δάση της θάλασσας».
Σε όλο τον κόσμο, η άνοδος της θερμοκρασίας αναγκάζει τα είδη να μεταναστεύσουν προς τα βόρεια και σε μεγαλύτερα υψόμετρα αναζητώντας πιο δροσερά κλίματα. Μερικά είδη, ωστόσο, ευδοκιμούν στη ζέστη και επεκτείνουν ανάλογα τα ενδιαιτήματά τους. Αυτά αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες.
Στο βόρειο μισό της Ινδίας, όπου καλλιεργείται μεγάλο μέρος του σιταριού της χώρας, η αργή αύξηση της θερμοκρασίας τις τελευταίες δεκαετίες είχε μικρή επίδραση στη γεωργία. Ακόμη και τα κύματα καύσωνα θεωρούνται ρουτίνα. «Ο αντίκτυπος είναι ελάχιστα αισθητός στα ετήσια στοιχεία παραγωγής,», λέει ο Abhishek Gupta, ανώτερος οικονομολόγος στην Ινδία στο Bloomberg Economics. «Ο καύσωνας του περασμένου έτους ήταν μια εξαίρεση».
Αυτό το καλοκαίρι, οι θερμοκρασίες των ωκεανών στα ανοικτά των ακτών της Φλόριντα αυξήθηκαν κατά 3 βαθμούς Κελσίου πάνω από τον μέσο όρο, εν μέρει λόγω του Ελ Νίνιο. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι οι κοραλλιογενείς ύφαλοι βρίσκονται στην πραγματική «επικίνδυνη ζώνη σε αυτό το επίπεδο θερμικής καταπόνησης».
Η τουριστική αξία των κοραλλιογενών υφάλων της πολιτείας εκτιμάται σε 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Σύμφωνα με το Τμήμα Περιβαλλοντικής Προστασίας της Φλόριντα, οι ύφαλοι υποστηρίζουν 71.000 θέσεις εργασίας στο νότιο τμήμα της πολιτείας.