Μια σειρά από ενδιαφέροντα στοιχεία καταγράφει μελέτη, που εκπονήθηκε από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), την παρουσίαση της οποίας έκανε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ και Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Βέττας πριν λίγες μέρες στο πλαίσιο της 88ης ΔΕΘ.
Μάλιστα τα αποτελέσματα σχολίασε ο πρώην Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας Peter Altmaier, ο οποίος μοιράστηκε επίσης εμπειρίες από την πράσινη μετάβαση στη Γερμανία.
Το ενδιαφέρον είναι ότι καταγράφονται κάποια “χάσματα” στην αποδοχή φωτοβολταϊκών και αιολικών, αλλά κοινός παρονομαστής είναι η αποδοχή των ΑΠΕ ως αναγκαία συνθήκη για την πράσινη μετάβαση αλλά και ανάχωμα για την κλιματική αλλαγή.
Ουσιαστικά, ο σημαντικός ρόλος των ΑΠΕ στον περιορισμό της κλιματικής κρίσης αναγνωρίζεται από τους πολλούς ωστόσο διαδεδομένες στρεβλές απόψεις περιορίζουν τον βαθμό αποδοχής τους, ιδιαίτερα των αιολικών, αναδεικνύοντας το ζήτημα της ελλιπούς ενημέρωσης και εκπαίδευσης.
Αναλυτικά, με βάση τα ευρήματα έρευνας του ΙΟΒΕ, που δημοσιεύτηκε αναλυτικά χθες, οι Έλληνες είναι ένθερμοι σχετικά με την πράσινη μετάβαση και τις ΑΠΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν 9 στους 10 Έλληνες αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα τους και τα θεωρούν ως κατάλληλα ή αρκετά για την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα. Ο βαθμός όμως αποδοχής διαφέρει ανάλογα με την τεχνολογία ενώ ένα σημαντικό μερίδιο των ερωτηθέντων (42%) εκφράζει την άποψη ότι οι ΑΠΕ επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Ειδικότερα, την υψηλότερη αποδοχή έχουν οι φωτοβολταϊκές μονάδες. Το 85% των πολιτών τα θεωρεί ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλα για χρήση στην Ελλάδα, το 60% συμφωνεί με την εγκατάστασή τους σε κοντινή περιοχή και το 22% θεωρεί ότι δεν χρειάζεται αποζημίωση για να δεχθεί την εγκατάστασή τους. Αντίθετα, αρκετά χαμηλότερη είναι η αποδοχή των αιολικών πάρκων. Το 67% των ερωτηθέντων θεωρεί τα αιολικά ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλη τεχνολογία για την παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα, αλλά μόλις το 27% αποδέχεται την εγκατάστασή τους σε κοντινή περιοχή. Για το 64% των πολιτών, κανένα ποσό δεν είναι αρκετό για να τους κάνει να συμφωνήσουν στην εγκατάσταση αιολικών σε κοντινή περιοχή.
Σημαντικό παράγοντα για τη χαμηλή αποδοχή των αιολικών μονάδων φαίνεται να αποτελούν διαδεδομένες αντιλήψεις που προβληματίζουν τους πολίτες. Ειδικότερα, το 57% των ερωτηθέντων συμφωνεί με την άποψη ότι οι ανεμογεννήτριες είναι βιομηχανικές εγκαταστάσεις που χαλάνε τη θέα, ενώ ακόμα υψηλότερο ποσοστό (73%) επιρρίπτει ευθύνες για τις δασικές πυρκαγιές στην τοποθέτηση ανεμογεννητριών.
Πρόκειται για ζήτημα που έχει θέσει κατ’ επανάληψη η ΕΛΕΤΑΕΝ, ζητώντας από την πολιτεία να λάβει μέτρα εκπαίδευσης και ενημέρωσης. Αντίστοιχο είναι το συμπέρασμα που καταλήγει και η μελέτη του ΙΟΒΕ, σημειώνοντας ότι «από τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύεται η ανάγκη για περισσότερη εκπαίδευση και ενημέρωση των πολιτών για τα θέματα εγκατάστασης των ΑΠΕ και ειδικά των αιολικών μονάδων. Χρειάζεται στενότερος διάλογος με τις τοπικές κοινωνίες για την αντιμετώπιση των ανησυχιών των κατοίκων και την εξεύρεση κοινώς αποδεκτών λύσεων, ώστε να αυξηθεί η αποδοχή για την εγκατάσταση των μονάδων, διευκολύνοντας την προσπάθεια επίτευξης των στόχων για καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αποδοχή των συμβατικών μορφών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα, καθώς και των νέων τεχνολογιών πυρηνικής ενέργειας, είναι ακόμα χαμηλότερη σε σύγκριση και με τα αιολικά πάρκα. Ειδικότερα, το 43% και το 26% των πολιτών θεωρεί ως αρκετά ή απολύτως κατάλληλη για την Ελλάδα την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο ή καύση εγχώριου λιγνίτη αντίστοιχα, ενώ για τα πυρηνικά η αντίληψη καταλληλότητας υποχωρεί σε 17% του δείγματος. Μόλις το 9,6% των πολιτών θα συμφωνούσε στην εγκατάσταση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα σε κοντινή απόσταση και το 71% δεν θα συμφωνούσε με την εγκατάσταση του σταθμού ανεξαρτήτως του ποσού αποζημίωσης.
Η αποδοχή των ΑΠΕ και ιδίως των αιολικών μονάδων τείνει να σχετίζεται με το επίπεδο εκπαίδευσης. Την υψηλότερη αποδοχή για εγκατάσταση σε κοντινή απόσταση απολαμβάνουν οι ΑΠΕ στους κατόχους μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος (38% για τα αιολικά και 67% για τα φωτοβολταϊκά) και τη χαμηλότερη σε άτομα που δεν αποφοίτησαν από το Δημοτικό (24% και 33% αντίστοιχα) και στους αποφοίτους τεχνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (23% και 45%)
Ο κ. Βέττας σχολίασε, μεταξύ άλλων, πως η αποδοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) συνδέεται και με το επίπεδο εκπαίδευσης, καθώς οι κάτοχοι ανώτερων τίτλων σπουδών εμφανίζονται πιο θετικοί στην εγκατάστασή τους. Η έρευνα υπογραμμίζει την ανάγκη για αυξημένη ενημέρωση των πολιτών, με στόχο την ενίσχυση του διαλόγου και της συνεργασίας με τις τοπικές κοινωνίες, ώστε να βρεθούν κοινά αποδεκτές λύσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Επισκέπτης Καθηγητής Περιβαλλοντικής Πολιτικής στο ΕΜΠ κ. Άγις Δήγκας.