Με την Πράξη για τη βιομηχανία των μηδενικών καθαρών εκπομπών που αναμένεται να ψηφιστεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την Τρίτη (21 Νοεμβρίου), η ΕΕ μπορεί να αποκλείσει τα κινεζικά προϊόντα από τους δημόσιους διαγωνισμούς για μεγάλα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Στο πλαίσιο του Βιομηχανικού Σχεδίου της Πράσινης Συμφωνίας, η ΕΕ έχει ανακοινώσει στόχους για την αύξηση της εγχώριας παραγωγής τεχνολογιών που απαιτούνται για την ενεργειακή μετάβαση.
Ο νόμος εισάγει απλούστερες και ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης για την κατασκευή νέων εργοστασίων για την κατασκευή «καθαρών μηδενικών τεχνολογιών», όπως φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες και ηλεκτρολύτες για την παραγωγή υδρογόνου.
Επίσης, θα αποκλείει τους κινέζους πλειοδότες και τα κινεζικά προϊόντα από τις δημόσιες συμβάσεις και τις δημοπρασίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σύμφωνα με τις αλλαγές του νόμου που πρότεινε η επιτροπή βιομηχανίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
«Στην τρέχουσα γεωπολιτική κατάσταση, η βιομηχανία μας ανταγωνίζεται εταιρείες που υποστηρίζονται άμεσα ή έμμεσα από τις κυβερνήσεις τους», δήλωσε στο Euractiv ο Christian Ehler, νομοθέτης της κεντροδεξιάς ομάδας του ΕΛΚ και επικεφαλής διαπραγματευτής του νόμου.
«Ένα από τα έμμεσα μέτρα που λαμβάνονται σε άλλα μέρη του κόσμου είναι μια προστατευτική προσέγγιση στις δημόσιες συμβάσεις, ενώ η ευρωπαϊκή αγορά είναι ανοικτή στην ανάθεση δημόσιων συμβάσεων σε ξένες εταιρείες», δήλωσε. Η Πράξη για τη βιομηχανία των μηδενικών καθαρών εκπομπών «έχει ως στόχο να εξισώσει τους όρους ανταγωνισμού χωρίς να προκαλέσει ένα κλιμακούμενο σπιράλ προστατευτισμού», πρόσθεσε ο ίδιος.
Σύμφωνα με την έκδοση του νόμου της επιτροπής βιομηχανίας του Ευρωκοινοβουλίου, οι αρχές που αγοράζουν κεκαλυμμένα προϊόντα θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι «όχι παραπάνω από το 50%» των προϊόντων αυτών προέρχονται από χώρες που δεν έχουν υπογράψει τη Συμφωνία για τις Δημόσιες Συμβάσεις (ΣΔΣ) του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
Μέχρι στιγμής, 49 χώρες έχουν υπογράψει τη συμφωνία, η οποία τις υποχρεώνει να μην κάνουν διακρίσεις μεταξύ τους στις δημόσιες συμβάσεις. Η Κίνα, η οποία κυριαρχεί στην παραγωγή ηλιακών μονάδων και όλο και περισσότερο ανεμογεννητριών, δεν το έχει κάνει.
Ως εκ τούτου, οι υποψήφιοι που χρησιμοποιούν σε ποσοστό άνω του 50% κινεζικά προϊόντα θα αποκλείονται τόσο από τις δημόσιες συμβάσεις όσο και από τους πλειστηριασμούς για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίοι μάλιστα αξιοποιούνται για τη χορήγηση χρηματοδότητσης για έργα μεγάλης κλίμακας, όπως τα επίγεια ηλιακά συστήματα.
Μόνο εάν κανένας υποψήφιος δεν υποβάλει αίτηση για το σύστημα, οι αρχές θα μπορούσαν να επαναφέρουν τον διαγωνισμό χωρίς το κριτήριο αποκλεισμού των μη υπογραφόντων.
Η πρόταση αυτή αναφέρεται σε τροπολογία που ήρθε από την κεντρώα ομάδα Renew Europe.
Εάν η πρόταση περάσει, «θα είναι μια πραγματική ‘πράξη αγοράς ευρωπαϊκών προϊόντων’ για όλες τις πράσινες τεχνολογίες που απαιτούνται για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας», δήλωσε ο Γάλλος νομοθέτης Pascal Canfin (Renaissance/Renew Europe) στους δημοσιογράφους πριν από την ψηφοφορία.
Αυτό θα έρθει «σε μια εποχή που διακυβεύονται τόσα πολλά βιομηχανικά ζητήματα, ιδίως με την Κίνα», πρόσθεσε.
Ενώ οι Ευρωβουλευτές του Renaissance ζήτησαν έναν «νόμο για την αγορά ευρωπαϊκών προϊόντων» επίσης ως απάντηση στον αμερικανικό νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA), τα προϊόντα που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ θα εξακολουθήσουν να είναι επιλέξιμα για δημόσια επιχορήγηση, καθώς οι ΗΠΑ έχουν υπογράψει τη συμφωνία του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις.
Υψηλότερο κόστος της πράσινης μετάβασης
Την περασμένη εβδομάδα, το Εμπορικό Επιμελητήριο της Κίνας, το οποίο εκπροσωπεί κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη, κατήγγειλε την ολοένα και πιο σκληρή στάση της ΕΕ έναντι των κινεζικών προϊόντων, επιχειρηματολογώντας ότι αυτό θα δημιουργήσει αβεβαιότητα και θα αυξήσει το κόστος για την πράσινη μετάβαση.
Ο Ehler αναγνωρίζει ότι η πρόταση «θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος για τον δημόσιο τομέα σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά πρόκειται για κονδύλια που καταβάλλονται σε ευρωπαϊκές εταιρείες και κατευθύνονται προς τους μισθούς των ευρωπαίων πολιτών και όχι σε ξένες εταιρείες και πολίτες».
Ενώ η αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχε περιορίσει τις πιθανές αυξήσεις των τιμών θεωρώντας οτιδήποτε πάνω από 10% υψηλότερο κόστος ως «δυσανάλογο», ο νέος όρος προεπιλογής που πρότεινε η επιτροπή βιομηχανίας δεν προβλέπει κανένα ανώτατο όριο τιμών.
Ο Ehler τόνισε επίσης ότι δεν θα επηρεαστούν τα προγράμματα στήριξης για τους πολίτες που αγοράζουν καθαρές μηδενικές τεχνολογίες, όπως οι ηλιακοί συλλέκτες για τις στέγες τους, καθώς αυτά δεν καλύπτονται από τα αντίστοιχα άρθρα 19 και 20.
Στα εν λόγω προγράμματα στήριξης, η αγορά μη κινεζικών ηλιακών συλλεκτών θα μπορούσε να ενθαρρυνθεί με πρόσθετες πληρωμές, οι οποίες ωστόσο δεν θα μπορούσαν να προσθέσουν πάνω από 5% στο συνολικό κόστος ή 15% για άτομα που ζουν σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας.
Εξασφαλισμένη συμβατότητα με τον ΠΟΕ
Ενώ η ΕΕ μέχρι σήμερα προωθούσε το ελεύθερο εμπόριο και τον ανταγωνισμό με βάση κυρίως τις τιμές, τους τελευταίους μήνες έχει σκληρύνει τη στάση της, αναγνωρίζοντας ότι άλλες χώρες, ιδίως η Κίνα και οι ΗΠΑ, επιδοτούν και ευνοούν τις δικές τους πράσινες βιομηχανίες.
Η ενσωμάτωση από τις ΗΠΑ των λεγόμενων «κανόνων τοπικού περιεχομένου», οι οποίοι απαιτούν ένα ορισμένο ποσοστό των προϊόντων να κατασκευάζεται στην Αμερική, έχει επικριθεί έντονα από τους πολιτικούς της ΕΕ ως προστατευτισμός και αντίθετη προς τους κανόνες του ΠΟΕ.
Οι προτεινόμενοι κανόνες από την επιτροπή βιομηχανίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αντίθετα, είναι σύμφωνοι με τους κανόνες του ΠΟΕ, δήλωσε ο David Kleimann της δεξαμενής σκέψης Bruegel στο Euractiv.
«Οι κανόνες του ΠΟΕ δεν περιορίζουν τις πολιτικές της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις έναντι χωρών που δεν είναι μέλη της συμφωνίας του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις», δήλωσε ο Kleimann.
«Ένα σημαντικό ερώτημα είναι, ωστόσο, αν οι διατάξεις αυτές δεν περιορίζουν τις δημόσιες συμβάσεις από χώρες εκτός της Κίνας που δεν αποτελούν κίνδυνο για την ασφάλεια του εφοδιασμού», είπε. «Εάν αυτό ισχύει, θα βρισκόμασταν πολύ μακριά σε προστατευτικό έδαφος, καθιστώντας ενδεχομένως την προμήθεια καθαρής τεχνολογίας περιττά δαπανηρή».
Εκτός από την Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει το 77,8% της παγκόσμιας παραγωγής φωτοβολταϊκών μονάδων, οι κανόνες θα επηρεάσουν επίσης τα προϊόντα άλλων μεγάλων παραγωγών, όπως το Βιετνάμ (6,4% του παγκόσμιου μεριδίου αγοράς), η Μαλαισία (2,8%) και η Ινδία (1,9%).
Πηγή: euractiv.gr