Μενού Ροή
Κομισιόν: Γιατί βλέπει παράταση της αβεβαιότητας - Διατήρηση της μείωσης κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% και μετά τον Μάρτιο 2024

Παράταση της αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές αλλά και βελτίωση της θέσης της Ευρώπης σε ό,τι αφορά την επάρκεια εφοδιασμού και την ενεργειακή ασφάλεια σε σχέση με τον περασμένο χειμώνα προβλέπει θεματική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αγορά φυσικού αερίου, στο πλαίσιο των εαρινών προβλέψεων για την πορεία της οικονομίας των κρατών μελών.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τα επίπεδα φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αποθήκες ανήλθαν σε 61% στις αρχές Μαΐου ιδιαίτερα αυξημένα σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2022 (37%) αλλά και συγκριτικά με τον μέσο όρο της πενταετίας 2016 – 2020 που άγγιξε το 43%. Το υψηλότερο ποσοστό στους αποθηκευτικούς χώρους της ΕΕ κατεγράφη τον περασμένο Νοέμβριο με 95%, υπερβαίνοντας κατά πολύ την υποχρέωση της οδηγίας για πληρότητα της τάξεως του 80%.

Από τότε έως σήμερα το απόθεμα φυσικού αερίου παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα δημιουργώντας αισιοδοξία ότι ο στόχος του 90% που έχει τεθεί για την 1η Νοέμβριου 2023 θα επιτευχθεί δίχως προβλήματα.

Διατήρηση της  μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου

Καθοριστικός παράγοντας στην επίτευξη του στόχου αυτού θα είναι η διατήρηση της μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% που έχει θεσπίσει η Κομισιόν έως το τέλος Μάρτιου 2024. Όπως μάλιστα σημειώνεται στην ειδική θεματική έκθεση, εάν συνεχιστεί η μείωση της κατανάλωσης με τους ίδιους ρυθμούς το τρέχον έτος, τότε το βασικό σενάριο προβλέπει ότι οι ευρωπαϊκές αποθήκες θα έχουν 95 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου έως το τέλος Οκτωβρίου, υπερβαίνοντας τον στόχο του 90% και συμβάλλοντας στη διατήρηση των τιμών σε προσιτά επίπεδα.

Σύμφωνα με το ίδιο βασικό σενάριο, στο τέλος Μαρτίου 2024 το απόθεμα στις αποθήκες των κρατών μελών θα ανέλθει σε 43 δισ. κυβικά μέτρα το οποίο θα αποτελέσει ένα σημαντικό δίχτυ ασφαλείας για τον χειμώνα 2024 – 2025. Ωστόσο, εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν διατηρήσει το μέτρο της μείωσης της κατανάλωσης κατά 15% και μετά τον Μάρτιο του 2024 σε σχέση με την πενταετία 2017 – 2021, τότε το αποθηκευμένο φυσικό αέριο μπορεί να υποχωρήσει αισθητά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την διακύμανση των τιμών, την επάρκεια εφοδιασμού και την ενεργειακή ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου τα επόμενα έτη.

Καθοριστική χρονιά το 2022

Το 2022 αποτέλεσε καθοριστική χρονιά για την απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αερίου, δεδομένου ότι οι εισαγωγές μειώθηκαν σχεδόν κατά 50% με 80 δισ. κυβικά μέτρα λιγότερα σε σχέση με το 2021. Παράλληλα, η ΕΕ ενίσχυσε τη συνεργασία της με άλλες χώρες παραγωγούς όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τις συνολικές εισαγωγές αμερικανικού LNG να διπλασιάζονται και να αγγίζουν τα 50 δισ. κυβικά μέτρα το 2022.

Νέοι πλωτοί τερματικοί σταθμοί LNG τέθηκαν σε λειτουργία τους περασμένους μήνες στη Φιλανδία, τη Γερμανία και την Ολλανδία δημιουργώντας νέες πύλες εισόδου υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενώ η εγκατεστημένη ισχύς από αιολικούς και φωτοβολταϊκούς σταθμούς σημείωσε ρεκόρ καθώς αυξήθηκε κατά 56 GW σε σχέση με το 2021, περιορίζοντας την κατανάλωση φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά 11 δισ. κυβικά μέτρα.

Από τον περασμένο Αύγουστο έως τον Μάρτιο 2023, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στην ΕΕ μείωσαν τη χρήση φυσικού αερίου κατά 53 δισ. κυβικά μέτρα ή κατά 18% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2017 – 2021, υπερβαίνοντας τον ευρωπαϊκό στόχο του 15% (43 δισ. κυβικά μέτρα) που είχε τεθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Παρά την αποκλιμάκωση των τιμών στις διεθνείς αγορές φυσικού αερίου – είναι ενδεικτικό ότι το κόστος της θερμικής μεγαβατώρας (MWh) έκλεισε στα 32,5 ευρώ τη Δευτέρα στο TTF – στην έκθεση επισημαίνεται ότι τυχόν αύξηση στη ζήτηση φυσικού αερίου μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο ράλι τιμών.

Σύμφωνα με τις προσδοκίες της αγοράς, η τιμή του φυσικού αερίου στη χονδρεμπορική αγορά θα διαμορφωθεί σε περίπου 50 ευρώ/MWh στο τέλος του χειμώνα 2023 – 2024, πέντε φορές χαμηλότερα από το ιστορικό υψηλό του Αυγούστου 2022, αλλά υπερδιπλάσιο σε σχέση με τις τιμές προ κρίσης. Άλλοι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών είναι το ενδεχόμενο ενός ιδιαίτερα κρύου χειμώνα ή ενός πολύ ζεστού καλοκαιριού, η κατάργηση των κινήτρων για μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου, η αύξηση της χρήσης αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με παράλληλο περιορισμό του λιγνίτη ο οποίος αυξήθηκε σε ορισμένες χώρες, η αύξηση της ζήτησης LNG στην κινεζική αγορά και η ανάγκη να αυξηθεί η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από θερμικές μονάδες λόγω μείωσης της παραγωγής από πυρηνικές μονάδες και υδροηλεκτρικούς σταθμούς.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας