Την εικόνα μιας αγοράς ενέργειας με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης στη λιανική ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, υψηλό (ακόμα…) βαθμό εξάρτησης από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα (που την καθιστά ευάλωτη στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών φυσικού αερίου), χωρίς υποδομές αποθήκευσης φυσικού αερίου (παρατήρηση που έρχεται στον απόηχο του αποτυχημένου διαγωνισμού για την παραχώρηση της ΥΑΦΑ Καβάλας…) και με σημαντικό ανθρακικό αποτύπωμα σκιαγραφεί για την Ελλάδα η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής State of the Energy Union που δημοσιεύθηκε χθες.
Σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι το μερίδιο αγοράς των τριών μεγαλύτερων προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας ανέρχεται στο 74% και των τριών μεγαλύτερων προμηθευτών φυσικού αερίου στο 70%.
Οι εκπομπές ρύπων
Τονίζεται επίσης ότι η ένταση εκπομπών ρύπων του ελληνικού ΑΕΠ είναι υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ η παραγωγή εκπομπών CO2 κατά κεφαλή (7 τόνοι ισοδύναμου CO2) κινείται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Στο πλαίσιο αυτό, η Κομισιόν συστήνει στην Ελλάδα να επιταχύνει τις προσπάθειες απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και να επιταχύνει την διαφοροποίηση των πηγών και οδεύσεων ενέργειας.
Τονίζει επίσης την αναγκαιότητα για περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ στον ενεργειακό μείγμα, με πλήρη εφαρμογή του νέου πλαισίου για την επιτάχυνση και απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών.
Αναδεικνύει την ανάγκη αύξηση της χωρητικότητας των δικτύων και της δυνατότητας αποθήκευσης, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι η αποζημίωση των standalone μπαταριών και των συστημάτων behind-the-meter είναι απαραίτητη και θα συμβάλει στην υψηλή ανάπτυξη των ΑΠΕ. Στην δε περίπτωση των υπεράκτιων αιολικών, κρίσιμο είναι να μην υπάρξουν υψηλοί χρόνοι υλοποίησης των έργων.
Οι συστάσεις
Οι Βρυξέλλες συστήνουν ακόμα στην ελληνική κυβέρνηση να θεσπίσει ρυθμιστικά πλαίσια για την παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου και βιομεθανίου και να εντείνει τις προσπάθειες για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, με ειδική μέριμνα και στοχευμένα μέτρα για τα νοικοκυριά που πλήττονται από ενεργειακή ένδεια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται, το 2021 η τελική ενεργειακή κατανάλωση του στοκ των κατοικιών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 1,53% σε σχέση με το 2019, κάτι που υπονοεί ότι ο ρυθμός της προόδου είναι βραδύς.
Στον τομέα του φυσικού αερίου, η Κομισιόν αναγνωρίζει τη συμβολή της χώρας μας στον ενεργειακό εφοδιασμό ολόκληρης της περιοχής μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Η Επιτροπή αξιολογεί θετικά την αύξηση της δυναμικότητας του αγωγού IGB από τα 3 στα 5 δισ. κ.μ. ετησίως, ενώ αναδεικνύει τη σημασία του Διαδριατικού αγωγού ΤΑΡ (που τροφοδοτεί την Ευρώπη με αζέρικο αέριο) και του FSRU της Αλεξανδρούπολης για τη διαφοροποίηση πηγών και οδεύσεων ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Δεν σημείωσε πρόοδο
Προς το παρόν, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των χωρών που δεν σημείωσε σημαντική πρόοδο ως προς τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από τρίτες (εκτός ΕΕ χώρες). Συμπεριλαμβάνεται επίσης μεταξύ των επτά χωρών (μαζί με Ιρλανδία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Κύπρο και Ρουμανία) που είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό στόχο για επίπεδο διασυνδεσιμότητας των ηλεκτρικών τους δικτύων τουλάχιστον 15% το 2030.
Η Κομισιόν παρατηρεί ότι η εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης στην Ελλάδα προχωρά, αλλά αντιμετωπίζει ορισμένες προκλήσεις και σημειώνει ότι η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα της ΕΕ που κατέγραψε μείωση στις επενδύσεις για την έρευνα και την ανάπτυξη στον κλάδο ενέργειας κατά το περασμένο έτος.
Η Επιτροπή παραθέτει τέλος συγκριτικά στοιχεία που δείχνουν ότι η ανάγκη ενεργειακής στήριξης των ευάλωτων στην Ελλάδα είναι επιτακτική: Το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα με ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς ενέργειας ανήλθε στο 34,1% στο τέλος του 2022 (από 26,3% στο τέλος του 2021), ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν 6,9%, ενώ το 18,7% των Ελλήνων δεν μπορούσαν να θερμάνουν επαρκώς την κατοικία τους (ποσοστό υπερδιπλάσιο σε σχέση με το 9,3% στην ΕΕ).