Σε αναζήτηση μόνιμης και θεσμικής λύσης στις στρεβλώσεις της αγοράς κινείται η κυβέρνηση με βάση όσα είπε η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου στο ITC 2024 – 7ο Συνέδριο Υποδομών & Μεταφορών και στο φόντο και των έντονων αντιδράσεων της αγοράς.
Παράλληλα, η υφυπουργός αναφέρθηκε στην επιστολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κομισιόν, μέσω της οποίας η Κυβέρνηση ζήτησε, μεταξύ άλλων μέτρων για την αντιμετώπιση περιφερειακών κρίσεων που αυξάνουν τις ενεργειακές τιμές, και «μεγαλύτερη επιτάχυνση στις διεθνείς ηλεκτρικές διασυνδέσεις».
Συγκεκριμένα η υφυπουργός "φωτογράφισε" προσπάθεια για αλλαγές στο target model. Ειδικότερα, αναφορικά με τα “ουρανοκατέβατα” κέρδη των προμηθευτών και τις αυξημένες τιμές στο ρεύμα που παρατηρήθηκαν τους τελευταίους μήνες, επανέλαβε ότι η Κυβέρνηση επέδειξε τα αντανακλαστικά της και σε αυτή την ταυτόχρονη άνοδο των τιμών ηλεκτρισμού που έπληξε 5 ευρωπαϊκές χώρες, αφού και αστραπιαία την αντιλήφθηκε αλλά και ακαριαία παρενέβη για να απορροφήσει τις δυσμενείς συνέπειές της, με έκτακτη φορολόγηση των παραγωγών Φυσικού Αερίου και αντίστοιχη απόδοση των εισπραχθέντων στους καταναλωτές για να συγκρατηθούν οι τιμές. «Σε αυτή την κατεύθυνση», είπε χαρακτηριστικά, «θα επιδιώξουμε μια μόνιμη και θεσμική λύση μέσα από την ΕΕ. Αν δεν πας στη ρίζα του ζητήματος, συνέχεια θα έχεις τα ίδια προβλήματα».
Μάλιστα, όπως αποκάλυψε, την προηγούμενη βδομάδα συγκάλεσε τηλεδιάσκεψη με πρωτοβουλία του ΥΠΕΝ και συμμετοχή των ομολόγων της σε Βουλγαρία και Ρουμανία. Αντικείμενο ήταν η χαρτογράφηση του προβλήματος των αυξημένων τιμών σε περιφερειακό επίπεδο. Οι εκπρόσωποι των τριών χωρών, με τους Διαχειριστές και τους Ρυθμιστές τους, δεσμεύτηκαν να μελετήσουν τις βαθύτερες αιτίες του προβλήματος στις χώρες της κοινής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και να εκπονήσουν κοινή πρόταση για μια πανευρωπαϊκή μεθοδολογία αντιμετώπισης των περιφερειακών κρίσεων ενεργειακών τιμών, την οποία θα υποβάλουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σε κάθε περίπτωση, η υφυπουργός ΠΕΝ τόνισε ότι «η Κυβέρνηση, όπως έχει επανειλημμένα αποδείξει, έχει σκοπό να συνεχίσει να παρακολουθεί αδιάλειπτα τις τιμές των ενεργειακών αγαθών και να παρεμβαίνει άμεσα όποτε χρειάζεται, προς όφελος του καταναλωτή .
Η αγορά
Στο μεταξύ, αλλαγή του μοντέλου αγοράς, προτείνει η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) σε παρέμβασή της στη διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).
Παράλληλα, η Ένωση που εκπροσωπεί τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, τονίζει ότι: “Είναι σαφές ότι οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας πολύ δύσκολα θα γίνουν ανταγωνιστικές χωρίς τη λήψη διαρθρωτικών αλλαγών στο ισχύον μοντέλο αγοράς σε βαθμό που να ευνοούν τον εξηλεκτρισμό της βιομηχανίας και γενικότερα της οικονομίας” αναφέρει και προτείνει τη λήψη διαρθρωτικών αλλαγών στη λειτουργία της χονδρεμπορικής. “Με πρώτη αλλαγή την κατάργηση του μοντέλου της υποχρεωτικής αγοράς, βάσει του οποίου σήμερα όλη η ενέργεια περνάει υποχρεωτικά από το χρηματιστήριο. ΄Ήτοι μία αγορά μέσω της οποίας θα μπορούν οι καταναλωτές να επωφελούνται από τη φθηνή ενέργεια των ΑΠΕ και να μπορούν οι προμηθευτές και οι μεγάλοι καταναλωτές να αντισταθμίζουν τον κίνδυνο από τις μεταβολές των τιμών, ανεξάρτητα από την γνωστή μας σποτ αγορά που λειτουργεί με οριακή τιμολόγηση.
Επίσης και η ΓΣΕΒΕΕ, που εκπροσωπεί ΜμΕ που πλήττονται βάναυσα από τις ακριβές τιμές ενέργειας έκρουσε πριν λίγες μέρες στην εξαμηνιαία έρευνά της το σχετικό καμπανάκι. Όπως ανέφερε, οι επιπτώσεις από το πληθωριστικό κύμα των τελευταίων ετών είναι εμφανείς στην αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων το οποίο, με βάση τα ευρήματα της έρευνας, έχει αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 37,4%. Ιδιαίτερα υψηλό παραμένει και το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες-ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (29%). Για τις επιχειρήσεις αυτές, τα προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα και, αντιστρόφως, ασθενέστερη η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης.
Τι έδειξε ο Ιούλιος;
Πάντως αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για την εικόνα της ατοράς με βάση το σχετικό δελτίο του Χρηματιστηρίου Ενέργειας (ΕΧΕ) για τον Ιούλιο, οπότε και ξεκίνησε ο κύκλος της κρίσης. Ουσιαστικά, τα στοιχεία βέβαια αποκάλυψαν με τον πιο ”ηχηρό” τρόπο και το πώς λειτουργεί η αγορά, καθώς παρά την αύξηση της τιμής του αερίου αλλά και την συμμετοχή των λιγνιτών κατά 5% στο μίγμα δεν μπορεί να δικαιολογηθούν, μόνο από άποψη κόστους παραγωγής, τα “άλματα” τιμών τις βραδινές ώρες της ημέρας, οπότε και υπήρξαν προσφορές τιμών σε δυσθεώρητα ύψη, της τάξης των 850 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Κι αυτό όταν το κόστος του ακριβού λιγνίτη είναι περίπου στα 150 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Προφανώς ο κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης κυριαρχεί όπως και η αναζήτηση του κέρδους, σε ένα πεδίο, όμως, οικονομικής δράσης, όπως ο ηλεκτρισμός, που θεωρείται και είναι φυσικό αγαθό.
Αναλυτικά με βάση το Δελτίο, η μέση τιμή χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας για τον Ιούλιο διαμορφώθηκε στα 135.18 ευρώ ανά Μεγαβατώρα έναντι 98.89 ευρώ/MWh τον Ιούνιο και 112.68 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Ιούλιο του 2023.
Επίσης ο όγκος συναλλαγών αυξήθηκε σημαντικά σε επίπεδο μήνα, κάτι που υποδηλώνει και την αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, λόγω καιρού και βέβαια τουρισμού. Έτσι, οι Γιγαβατώρες που πέρασαν μέσω της αγοράς Επόμενης Ημέρας σημείωσαν αύξηση κατά 33% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τις 6.658. Ουσιαστικά το μεγαλύτερο κομμάτι του ρεύματος περνάει μέσα από την Αγορά Επόμενης Μέρας καθώς τα διμερή συμβόλαια δεν είναι διαδεδομένα,
Πάντως, και τον Ιούλιο οι ΑΠΕ διατήρησαν τα πρωτεία στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής, με 39%. Οι μονάδες αερίου ήρθαν στη δεύτερη θέση, με 36%, ενώ ακολούθησαν οι εισαγωγές 10%, τα μεγάλα υδροηλεκτρικά 5% και οι λιγνιτικές μονάδες με 5%.
Όμως σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα της ημέρας, παρά την αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ, οι τιμές πήραν την ανιούσα, ειδικά σε συγκεκριμένες ώρες, κυρίως τις βραδινές. Έτσι η μέγιστη ωριαία τιμή, έφτασε στο ύψος των 850 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Η τιμή αυτή είναι αυξημένη κατά 160% συγκριτικά με τον Ιούνιο, όταν το μεγαλύτερο ύψος στο οποίο έφτασε η αγορά Επόμενης Ημέρας δεν ξεπέρασε τα επίπεδα των 325 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Η εικόνα για τη βιομηχανία
Ακριβότερη, δε, έως και 200% σε σχέση με τις υπόλοιπες αγορές της Ευρώπης ήταν τον Ιούλιο η χονδρική τιμή ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, όπου διαμορφώθηκε στα 140 ευρώ ανά μεγαβατώρα κάνοντας άλμα 39% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Η σύγκριση των τιμών αποτυπώθηκε με τον πιο ηχηρό τρόπο στο μηνιαίο δελτίο εξελίξεων στη βιομηχανία τον Σεπτέμβριο του ΙΟΒΕ, που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα και δείχνει τη χονδρεμπορική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα να είναι ακριβότερη από 115% έως 198%.
Να σημειωθεί ότι η σύγκριση γίνεται με τις αγορές Επόμενης Ημέρας του Nordpool στο οποίο συμμετέχουν οι αγορές Αυστρίας, Βελγίου, Γερμανίας-Λουξεμβούργου, Γαλλίας και Ολλανδίας. Σε σύγκριση δε με την χονδρική τιμή του συστήματος Nordic που προκύπτει από το σύνολο των ενεργειακών αγορών της Νορβηγίας, Σουηδίας, Φινλανδίας, Δανίας η ελληνική αγορά ήταν τον Ιούλιο 472% ακριβότερη.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία του ΙΟΒΕ, η τιμή χονδρικής φορτίου βάσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα τον Ιούλιο αυξήθηκε κατά 23% σε ετήσια βάση.
Οι τιμές σήμερα
Στο μεταξύ για σήμερα καταγράφεται μια “ανάσα” στην καμπύλη τιμών, ωστόσο η μέση τιμή για το μήνα παραμένει σε υψηλά επίπεδα, στα 128,07 ευρώ/MWh. Για σήμερα δε η ελληνική αγορά ρεύματος υποχώρησε σε σχέση με το ύψος τιμών, από την κορυφαία τριάδα στην κορυφαία εξάδα, καθώς η τιμή μειώθηκε κατά 175. Έτσι, στα 115,15 ευρώ/MWh διαμορφώθηκε η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) της Αγοράς Επόμενης Ημέρας για σήμερα 18/09/2024. Η υψηλότερη τιμή στη διάρκεια του 24ώρου διαμορφώθηκε στα 288,98 ευρώ/MWh, ενώ το χαμηλό του 24ωρου διαμορφώθηκε στα 59,03 ευρώ/MWh. Η συνολική ζήτηση διαμορφώθηκε στις 325.29 GWh.
Στο ενεργειακό μείγμα συνεισέφεραν το φυσικό αέριο 46,9%, τα υδροηλεκτρικά 3,6%, οι εισαγωγές 19,5 και οι ανανεώσιμες 25,1% Οι εξαγωγές στις 18,027 MWh και οι εισαγωγές στις 31,665 MWh.
Το ενδιαφέρον είναι ότι τα ρεκόρ για σήμερα καταγράφονται με τιμές άνω των 180 ευρώ/MWh σε Αλβανίαν και Κόσοβο, ενώ η Βουλγαρία και η Ρουμανία κινούνται και σήμερα πιο χαμηλά από την Ελλάδα στα 101 ευρώ/MWh.
Σε αυτό το περιβάλλον και με αυτά τα δεδομένα ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Θόδωρος Σκυλακάκης έκανε χθες λόγο, σε συνέντευξή του για σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών του ρεύματος μακροπρόθεσμα. Σημείωσε δε ότι η βελτίωση θα φαίνεται ανά εξάμηνο ενώ βραχυπρόθεσμα τόνισε ότι η μείωση της ζήτησης θα οδηγήσει σε ομαλοποίηση τις τιμές. Ειδικότερα, μιλώντας σε τηλεοπτική του συνέντευξη Μιλώντας ο κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι το καλοκαίρι υπήρξαν υψηλές τιμές, αλλά τώρα αποκλιμακώνονται, καθώς μειώνεται η ζήτηση. Επιπλέον, ανέφερε πως αναμένεται να μπουν στο σύστημα 2,7 γιγαβάτ φωτοβολταϊκών έως το 2025. Ο υπουργός πρόσθεσε ότι το φαινόμενο που διαπιστώνεται στη νοτιοανατολική Ευρώπη τραβάει τις τιμές και της ελληνικής αγοράς εξαιτίας των προβληματικών διασυνδέσεων. «Για το λόγο αυτό πρέπει να παρέμβουμε στην Ευρώπη για να μην συμβαίνει», κατέληξε.