Νέο “τίναγμα” κατέγραψε η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας τον Αύγουστο, καθώς οι τιμές χονδρικής κατέγραψαν ετήσια αύξηση 19%.
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία που επεξεργάστηκε το ΙΟΒΕ στο μηνιαίο δελτίο εξελίξεων για τη βιομηχανία, τον Αύγουστο η μέση χονδρική τιμή διαμορφώθηκε στα 134 ευρώ/μεγαβατώρα. Βέβαια, σημείωσε μικρή μείωση σε σχέση με τον Ιούλιο. Συγκεκριμένα, κυμάνθηκε 4% χαμηλότερα από αυτή του Ιουλίου, οπότε και ο “πυρήνας” της θερινής ενεργειακής κρίσης.
Σε σύγκριση, δε, με τις υπόλοιπες αγορές κυμάνθηκε σε υψηλότερα επίπεδα, από 57% έως 145%. Μάλιστα σε σχέση με την τιμή του συστήματος Nordic (15,35 ευρώ/μεγαβατώρα) ήταν 773% μεγαλύτερη.
Αναλυτικά, η τιμή χονδρικής φορτίου βάσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα τον Αύγουστο ενισχύθηκε κατά 19% σε ετήσια βάση. Τον ίδιο μήνα η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα (134 ευρώ/MWh) μειώθηκε κατά 4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Ήταν σε υψηλότερα επίπεδα (από +57% έως +145%) από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές αγορές. Η μηνιαία τιμή για τις υπόλοιπες αγορές υπολογίζεται προέρχονται από το Nordpool και αφορά τις αγορές Αυστρίας, Βελγίου, Γερμανίας-Λουξεμβούργου, Γαλλίας και Ολλανδίας που συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με όσα αναφέρει το ΙΟΒΕ, το χάσμα όμως στις τιμές γίνεται χαοτικό όταν γίνει η σύγκριση με τις σκανδιναβικές χώρες. Όπως προκύπτει από τα σχετικά στοιχεία που παρατίθενται, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα τον Αύγουστο ήταν έως και 773% υψηλότερη από την τιμή συστήματος Nordic (15,35 ευρώ/MWh). Η μηνιαία τιμή του συστήματος Nordic προκύπτει από το σύνολο των ενεργειακών αγορών της Νορβηγίας, Σουηδίας, Φινλανδίας, Δανίας.
Ουσιαστικά, το ΙΟΒΕ εστιάζει και στις στρεβλώσεις της αγοράς με τις ακραίες διαφορές τιμών που εμφανίζει η χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρισμού μεταξύ των χωρών της Ευρώπης. Υπενθυμίζεται, ότι το ζήτημα των τεράστιων διαφορών μεταξύ των χωρών της Ευρώπης ετέθη με την παρέμβαση του Ελληνα πρωθυπουργού στην Κομισιόν ώστε να ληφθούν μέτρα να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο. Πρέπει να σημειωθεί ότι ένας από τους λόγους της κρίσης του καλοκαιριού ήταν και η αποσύνδεση των συστημάτων ηλεκτρισμού της Κεντρικής Ευρώπης με αποτέλεσμα η ζήτηση ενέργειας από την Ουκρανία να καλύπτεται μόνο από την Ανατολική Ευρώπη όπου οι τιμές έφθασαν ακόμη και στα 1.000 ευρώ/MWh για κάποιες ώρες, ενώ στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη παρέμεναν σε λογικά επίπεδα.
Υπενθυμίζεται ότι το θέμα αποτελέσε αντικείμενο εκτεταμένης συζήτησης στο συμβούλιο υπουργών Ενέργειας της ΕΕ την Τρίτη με το ζήτημα της ενίσχυσης των διασυνδέσεων να μπαίνει στο επίκεντρο αν και αναγνωρίστηκε ότι αυτό απαιτεί προσπάθεια 5-10 ετών για να ολοκληρωθεί. Στο πλαίσιο αυτό η Επίτροπος Ενέργειας, Κάντρι Σίμσον υπογράμμισε την ανάγκη λήψης άμεσων μέτρων για την αύξηση της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης μέσω της καλύτερης αξιοποίησης των υφιστάμενων υποδομών, αλλά και του συντονισμού εργασιών συντήρησης ώστε να μην δημιουργούνται συνθήκες που ενθαρρύνουν αυξήσεις τιμών σε περιόδους υπερβάλλουσας ζήτησης. Μάλιστα αναγνώρισε ότι η ενιαία αγορά δεν λειτουργεί πολύ καλά όταν σε κάποιες χώρες της ΕΕ οι τιμές είναι πολύ χαμηλές και σε άλλες βρίσκονται στα ύψη για ώρες ή για μέρες, με τιμές υψηλότερες και από 400 ευρώ η μεγαβατώρα. «Το θέμα είναι τι εργαλεία μπορεί να έχουμε για να μειώσουμε την επιβάρυνση. Εδώ έχει ξεκινήσει μια δουλειά πάνω στο θέμα, και μένει να βρει η ΕΕ το κατάλληλο εργαλείο», ανέφερε.
Η εικόνα πάντως είναι πολύ καλύτερη σε ό,τι αφορά την τιμή του φυσικού αερίου αλλά και των δικαιωμάτων ρύπων. Αν και τον Ιούλιο η τιμή στην Ελλάδα ήταν αυξημένη κατά 8% σε μηνιαία βάση, ήταν παρέμεινε σε χαμηλότερο επίπεδο από τις βασικές αγορές της Ευρώπης
Ειδικότερα, τον Ιούλιο, η Μεσοσταθμική Τιμή Εισαγωγής Φυσικού Αερίου στην Ελλάδα (31,20 ευρώ /MWh) ήταν 4% χαμηλότερη από το μηνιαίο δείκτη τιμής στην αγορά EGIX-THE Γερμανίας (32,52 ευρώ /MWh) και 3% χαμηλότερη από την μηνιαία τιμή στην αγορά TTF Ολλανδίας (32,17/MWh).
Αναφορικά με τα δικαιώματα εκπομπών CO2 (EU Allowance) η τιμή τους μειώθηκε τον Σεπτέμβριο. Ειδικότερα, η μέση τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 μειώθηκε κατά 6,6% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και διαμορφώθηκε στα 65,27 €/tCΟ2.