Μενού Ροή
Σε επίπεδο ΕΕ το ζήτημα των διασυνδέσεων - Τι ζητά η Αθήνα για τα "ελλειμματικά" δίκτυα της ΝΑ Ευρώπης

Το ζήτημα των ελλείψεων επαρκών διασυνδέσεων, το ελλειμματικό, δηλαδή, coupling των αγορών στην ΝΑ Ευρώπη αποτελεί μια από τις αιτίες που τις τελευταίες μέρες δημιουργούν αυτήν εικόνα εκτόξευσης στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην “γειτονιά” μας. Το σκηνικό, δε, και σήμερα είναι “εκρηκτικό” με τις τιμές σε όλη την περιοχή στα ύψη.

Είναι ενδεικτικό ότι εν μέσω αναμονών για μια “καυτή μέρα”, στα 218,77 ευρώ/MWh διαμορφώθηκε η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) της Αγοράς Επόμενης Ημέρας για σήμερα 17/07/2024. Το ενδιαφέρον είναι ότι η υψηλότερη τιμή στη διάρκεια του 24ώρου εκτοξεύτηκε στα ύψη για τις βραδυνές ώρες και διαμορφώθηκε στα 759,92 ευρώ/MWh, ενώ το χαμηλό του 24ωρου διαμορφώθηκε στα 72,11 ευρώ/MWh. Η τιμή ανέβηκε 24% σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα. Η συνολική ζήτηση κινήθηκε και πάλι σε υψηλά επίπεδα και διαμορφώθηκε στις 482,87 GWh. Στο ενεργειακό μείγμα ο λιγνίτης 8,08%, το φυσικό αέριο 36,60%, τα υδροηλεκτρικά 5,62%, οι εισαγωγές 5,50% και οι ανανεώσιμες 40,22%.

Ανάλογη είναι η εικόνα και στην ευρύτερη περιοχή με την Πολωνία να καταγράφει τιμή 149,83 ευρώ/MWh, τη Βουλγαρία 227,03 ευρώ/MWh, τη Ρουμανία 236,46 ευρώ/MWh, την Ουγγαρία 230,05 ευρώ/MWh, τη Βόρεια Μακεδονία 200,10 ευρώ/MWh, αλλά και τη Δυτική Ευρώπη να έχει έως και τρεις φορές κάτω τις τιμές. Συγκεκριμένα, στην περιοχή, όπου οι διασυνδέσεις είναι πιο πυκνές η  Γαλλία έχει τιμή στα 74, 27 ευρώ/MWh, η Γερμανία 76,38 ευρώ/MWh, το Βέγλιο 74,39, η Αυστρία 69,81. Η Ιταλία είναι σε πιο υψηλό επίπεδο με τιμή στα  124,31 ευρώ/MWh και η Ιβηρική με τιμές στα 94,42 ευρώ/MWh.

Στο φόντο αυτό το θέμα των διασυνδέσεων έθεσε χθες και στη συνέντευξή του στον Τ/Σ ΣΚΑΪ ο Πρωθυπουργός.

“Τις τελευταίες 10 μέρες είδαμε μία τεράστια έξαρση των τιμών στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αφορά όλη την νοτιοανατολική Ευρώπη, μέχρι και την Ουγγαρία, χώρες με τις οποίες είμαστε ηλεκτρικά διασυνδεδεμένοι, όχι στον βαθμό που θα θέλαμε -αυτή είναι και μία αιτία του προβλήματος” σημείωσε και προσέθεσε:

“Τονίζω ότι το πρόβλημα αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο έχει και ευρωπαϊκή διάσταση. Επιμένουμε πάρα πολύ στην ενίσχυση των διασυνδέσεων, διότι με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να εισάγουμε και να εξάγουμε ενέργεια όταν οι τιμές -το λέω με απλοϊκό τρόπο- είναι πιο συμφέρουσες για εμάς. Έχουμε εδώ να αντιμετωπίσουμε μία προσωρινή στρέβλωση της ευρωπαϊκής, της περιφερειακής ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά επειδή δεν μπορούμε να καθόμαστε με τα χέρια σταυρωμένα μέχρι η Ευρώπη να αντιμετωπίσει το ζήτημα αυτό…” ανέφερε.

Στην ΕΕ

Στο μεταξύ, το θέμα των διασυνδέσεων ετέθη στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του Ecofin από την πλευρά της Ελλάδας ως δράση θωράκισης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η ανακοίνωση του Υπ. Εθνικής Οικονομίας Οικονομικών.

Όπως αναφέρεται, χαρακτηριστικά, στη συζήτηση που έγινε στο πλαίσιο του Eurogroup για τη λεγόμενη έκθεση Λέττα που αφορά στη ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών,  κ. Κ. Χατζηδάκης σημείωσε ότι «αν η Ευρώπη θέλει παραπάνω επενδύσεις πρέπει να έχει και αντίστοιχα υψηλές φιλοδοξίες. Να μη μένει απλώς στις διακηρύξεις και στις εκθέσεις. Όσο καθυστερούμε αυτό αποβαίνει εις βάρος μας».

Οι άξονες δράσεις και οι προτάσεις της Ελλάδας

Στη συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα ο πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας κ. Enrico Letta παρουσίασε τα βασικά συμπεράσματα της πρόσφατης έκθεσής του για το μέλλον της κοινής αγοράς. Στην παρέμβασή ο κ. Χατζηδάκης εστίασε στην ανάγκη τόνωσης, τόσο των ιδιωτικών όσο και των δημοσίων επενδύσεων και ανέπτυξε τις βασικές παραμέτρους που μπορεί να συμβάλουν σε αυτό το στόχο:

  • Προώθηση της ενοποίησης των κεφαλαιαγορών προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας πραγματικής Ένωσης Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων – όπως προτείνει η έκθεση Λέττα.

  • Ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, με εγγύηση των καταθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία θα συμβάλει άμεσα και έμμεσα στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων.

  • Ευρωπαϊκή πολιτική δημόσιων προμήθειών, όπου αυτό είναι δυνατόν, με βάση τις κοινές προμήθειες που έγιναν πρόσφατα για τα εμβόλια και το φυσικό αέριο. Αυτή η πολιτική θα μειώσει το κόστος και θα ενισχύσει τη δυναμική της ευρωπαϊκής οικονομίας.

  • Περαιτέρω χρήση και ανάπτυξη της πρωτοβουλίας «Σημαντικά Έργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος» ώστε να ενισχυθεί η χρηματοδότηση επενδύσεων σε στρατηγικούς σημασίας τομείς όπως η δημιουργία ενεργειακών δικτύων ιδίως ηλεκτρισμού καθώς και η άμυνα (πχ. το ευρωπαϊκό σύστημα αεράμυνας). Σημειώνεται εδώ ότι η δημιουργία διευρωπαϊκών δικτύων ηλεκτρισμού θα συμβάλλει στη μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.

  • Πιο ενεργή συμμετοχή των εθνικών συνταξιοδοτικών ταμείων στις κεφαλαιαγορές, ώστε να βελτιωθεί η αξιοποίηση των κεφαλαίων τους, με τις απαραίτητες φυσικά εγγυήσεις σωστής διακυβέρνησης και βιωσιμότητας.

  • Επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο, ώστε να διευκολυνθεί η διάχυση νέων γνώσεων και τεχνολογιών, βασική προϋπόθεση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.

Πάντως,  στο πλαίσιο της συνεδρίασης υιοθετήθηκε κοινή δήλωση του Eurogroup για τον δημοσιονομικό προσανατολισμό της ευρωζώνης στην οποία επισημαίνεται ότι η απαραίτητη εξυγίανση στα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών θα πρέπει να γίνει με τρόπο που να μη θίγει την ανάπτυξη, ενώ παράλληλα θα πρέπει να ενισχύει την παραγωγικότητα και να διατηρεί ή να αυξάνει τις επενδύσεις, οι οποίες παραμένουν ουσιαστικές για μια ανταγωνιστική, δυναμική και ανθεκτική οικονομία. 

Στην παρέμβασή του, δε, ο υπουργός  κ. Κωστής Χατζηδάκης ανέφερε ότι η Ελλάδα συμφωνεί με το περιεχόμενο της κοινής δήλωσης η οποία είναι ισορροπημένη  επισημαίνοντας ότι κανείς δεν αμφισβητεί την ανάγκη άσκησης μιας σοβαρής δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να αποφευχθεί «υπερβάλλουσα προσαρμογή» η οποία εν τέλει θα βλάψει την οικονομία, υπογραμμίζοντας την ιδιαίτερη σημασία των επενδύσεων.

Μεγάλες επενδύσεις

Ήδη, το στίγμα για τη μεγάλη πρόκληση των διασυνδέσεων έχει δοθεί από μια σειρά παρεμβάσεων της διοίκησης της Eurelectric. Την περασμνένη Άνοιξη ο αντιπρόεδρος της Eurelectric και Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Γ. Στάσσης, στις Βρυξέλλες σε Συζήτηση Στρογγυλής Τραπέζης Υψηλού Επιπέδου εκπροσωπώντας τη Eurelectric, είχε θέσει επί τάπητος μια παρέμβαση πλαίσιο για τη διασφάλιση του πράσινου ενεργειακού μετασχηματισμού.

Πιο συγκεκριμένα είχε προτείνει ένα αναλυτικό Σχέδιο Δράσης για την επέκταση του εξηλεκτρισμού κατά τις πρώτες 100 ημέρες της θητείας της νέας Κομισιόν. Παράλληλα είχε καταθέσει τους βασικούς άξονες μιας συγκροτημένης πολιτικής, που εστιάζει:

  • Στην ταχεία ενίσχυση της αποθήκευσης ενέργειας. Σύμφωνα με τη Eurelectric η περαιτέρω διείσδυση της «πράσινης» ηλεκτροπαραγωγής απαιτεί τετραπλασιασμό της δυναμικότητας αποθήκευσης στα 191 GW έως το τέλος της δεκαετίας από 51 GW σήμερα.

  • Στις μαζικές επενδύσεις στα δίκτυα διανομής και μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος που απαιτούνται τόσο για τη σύνδεση των νέων «πράσινων» μονάδων, όσο και για να ανταποκριθούν στην αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης για ενέργεια που θα φέρει ο προωθούμενος εξηλεκτρισμός κλάδων σε μεταφορές. Σύμφωνα με τη Eurelectric, θα απαιτηθούν επενδύσεις της τάξης των 67 δισ. ευρώ κάθε χρόνο για την περίοδο 2025-2050 μόνο στα δίκτυα διανομής για να επιτευχθούν οι στόχοι του REPOWER EU ενώ στο ποσό αυτό θα πρέπει να προστεθούν και οι απαραίτητες επενδύσεις στα συστήματα μεταφοράς.

Με δεδομένο, άλλωστε, ότι μεγάλο μέρος των δικτύων στην Ευρώπη είναι σήμερα 40 ετών και άνω οι επενδύσεις αυτές είναι επιβεβλημένες καθώς αντλίες θερμότητας, φωτοβολταϊκά συστήματα και φορτιστές δεν θα μπορούν να συνδεθούν ενώ θα καθυστερήσει και το στοίχημα της ηλεκτροκίνησης.

Σημειώνεται ότι στο Power Summit 2024, που έγινε το Μάιο στην Αθήνα με κεντρικό μήνυμα Lights On παρουσιάστηκε έρευνα της της Eurelectric «Grids for Speed». Εκεί αναφέρεται ότι οιι επενδύσεις στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ θα πρέπει να αυξηθούν από 33 δισεκατομμύρια ευρώ κατά μέσο όρο σε 67 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως από το 2025 έως το 2050, ώστε να καταστεί εφικτός ο μαζικός εξηλεκτρισμός των μεταφορών, της θέρμανσης και της βιομηχανίας, να ενσωματωθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αντέξουν συχνότερες ακραίες καιρικές συνθήκες και απειλές στον κυβερνοχώρο.

Τα 67 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στο 20% περίπου των δαπανών της ΕΕ για εισαγωγές ορυκτών καυσίμων το 2023, ενώ ο εκσυγχρονισμός των δικτύων θα μειώσει σημαντικά τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, θα δημιουργήσει περισσότερες από 2 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, θα επιφέρει μεγαλύτερη εξοικονόμηση ενέργειας και θα παρέχει πιο αξιόπιστη διανομή ενέργειας, επιταχύνοντας ταυτόχρονα την απανθρακοποίηση της Ευρωπαϊκής οικονομίας. Παράλληλα θα συμβάλλουν στο να εξοικονομεί η ΕΕ 309 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο από εισαγωγές ορυκτών καυσίμων για το διάστημα 2040-2050.

Πέρα από τις επενδύσεις, απαιτούνται καινοτόμες στρατηγικές για τα δίκτυα, όπως οι προληπτικές επενδύσεις, η βέλτιστη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και η φιλική προς το δίκτυο ευελιξία, οι οποίες θα μπορούσαν να μειώσουν τις απαιτούμενες επενδύσεις στα 55 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.

Αντίστροφα, η απουσία επενδύσεων θα έθετε σε κίνδυνο το 74% των μελλοντικών συνδέσεων σε βασικές τεχνολογίες απανθρακοποίησης, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα (EVs), οι αντλίες θερμότητας και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Σύμφωνα με την έρευνα μέχρι το 2050, η ηλεκτρική ενέργεια θα αποτελεί το 60% της συνολικής χρήσης ενέργειας συγκριτικά με το 23% σήμερα. Η δυναμικότητα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα έχει εξαπλασιαστεί έως τότε εν συγκρίσει με το 2020, με το 70% της παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές να συνδέεται σε επίπεδο διανομής.

«Για μία επιτυχημένη ενεργειακή μετάβαση, η ΕΕ χρειάζεται μία τεράστια επαύξηση χωρητικότητας των δικτύων. Οι επενδύσεις από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής πρέπει να διπλασιαστεί. Αν και αυτό θα απαιτήσει σημαντική αύξηση των επενδύσεων, το κόστος της μη επένδυσης είναι ακόμη υψηλότερο. Για να πετύχουμε, χρειαζόμαστε ελκυστικές αποδόσεις για τους επενδυτές ώστε να έχει νόημα να αναλάβουν τη χρηματοδότηση, τεχνολογία καθώς και γρήγορη ηλεκτροδότηση, για να διαχειριστούν το κόστος διανομής», είχε, μάλιστα, δηλώσει από την Αθήνα το Μάιο ο Πρόεδρος της Eurelectric και Διευθύνων Σύμβουλος της E.ON, Leonhard Birnbaum.

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS

Διαβάστε ακόμη

Άρθρα κατηγορίας