Πολύ πιο ψηλές είναι σήμερα οι τιμές των καυσίμων από αυτές που ίσχυαν στις 7 Μαρτίου του 2022, ημέρα κατά την οποία είχε εφαρμοστεί το μέτρο της μείωσης του φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή για να ανακουφιστούν σε κάποιο βαθμό οι καταναλωτές.
Οι τιμές είναι σημαντικά ψηλότερες και σε σύγκριση με εκείνες που υπήρχαν την ημέρα (30/6/23) που η Κυβέρνηση αποφάσισε να επαναφέρει τη φορολογία στα συνήθη επίπεδα, κρίνοντας πως η κρίση των τιμών είχε παρέλθει.
Συγκεκριμένα, την 30η Ιουνίου του 2023, τελευταία ημέρα εφαρμογής του μέτρου, η αμόλυβδη βενζίνη 95 οκτανίων πωλείτο κατά μέσο όρο στην τιμή του €1.38, το πετρέλαιο θέρμανσης στο €1.40 το λίτρο και η τιμή του πετρελαίου κίνησης ήταν 96.9 σεντ το λίτρο.
Το δημοσιονομικό κόστος για τη μείωση του φόρου κατανάλωσης καυσίμων κίνησης στους ελάχιστους συντελεστές βάσει του κοινοτικού κεκτημένου, που ίσχυσε από τον Μάρτιο 2022 μέχρι 30 Ιουνίου 2023, ανήλθε στα €97 εκατ. Το κόστος ανά μήνα ανερχόταν στα €6 εκατ.
ΥΠΟΙΚ: Παρακολουθείται η κατάσταση με τις τιμές
Στη συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στον «Φ» την περασμένη Κυριακή, ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός, ερωτηθείς εάν η Κυβέρνηση κάνει σκέψεις για επαναφορά των μέτρων προς ανακούφιση των καταναλωτών, ανέφερε πως οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών συνεχίζουν να παρακολουθούν σε συστηματική βάση τις εξελίξεις στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων, τόσο σε εγχώριο όσο και διεθνές επίπεδο. Υπέδειξε, επίσης, πως «το φαινόμενο της ακρίβειας δεν είναι κυπριακό, αλλά πανευρωπαϊκό, για να μην πω και παγκόσμιο, που οφείλεται στις γεωπολιτικές εξελίξεις και στην αβεβαιότητα που συνεπάγεται».
Παράλληλα, ο κ. Κεραυνός σημείωσε πως τα μέτρα στήριξης καταναλωτών είχαν προσωρινό χαρακτήρα και η μη ανανέωσή τους αποφασίστηκε βάσει στοιχείων που παρουσίαζαν χαμηλότερες τιμές σε σύγκριση με τις τιμές που ίσχυαν κατά το 2022. Καταλήγοντας, ο κ. Κεραυνός τόνισε πως η απόφαση συνάδει και με τις πολιτικές της πράσινης μετάβασης και απεξάρτησης της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα, καθώς και με την ενθάρρυνση της χρήσης φιλικότερων προς το περιβάλλον καυσίμων, τόσο μέσω της διακίνησης όσο και μέσω συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Πηγή: Φιλελεύθερος