Mπορεί οι επενδυτές στην αγορά άνθρακα να βρίσκονται αντιμέτωποι με τη συρρίκνωσή της, υπάρχουν και εκείνοι που εκμεταλλεύονται τη συγκυρία.
Ο Τζιμ Μπαντς, πρώην διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs Group Inc., συνεργάστηκε με τη νομική εταιρεία Linklaters και τη μη κερδοσκοπική εταιρεία Scope 3 Climate Capital του Λονδίνου για να βοηθήσει στην ανάπτυξη και προώθηση μιας εναλλακτικής λύσης για την αγορά άνθρακα και τις πιστώσεις άνθρακα (carbon credits).
Η ομάδα των αναλυτών υποστηρίζει ότι βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με διάφορες πολυεθνικές εταιρείες σε κλάδους που κυμαίνονται από την τεχνολογία έως την παραγωγή χάλυβα.
Ο στόχος είναι να μειωθεί η εξάρτηση του ιδιωτικού τομέα από τα carbon credits ως μέσο για την τήρηση των δεσμεύσεων για επίτευξη net zero. Ο Μπαντς, ο οποίος το 2020 συνίδρυσε την αμερικανική εταιρεία συμβούλων για το κλίμα Impact Delta, υποστηρίζει ότι η ιδέα είναι να επικεντρωθεί στις εταιρικές εφοδιαστικές αλυσίδες, καθώς αυτές συχνά αντιπροσωπεύουν τη μερίδα του λέοντος των αναφερόμενων εκπομπών.
Αναφέρει ότι με τον τρόπο αυτό οι θεσμικοί επενδυτές μπορούν επίσης να αντιμετωπίσουν τους κλιματικούς κινδύνους του χαρτοφυλακίου τους, τους οποίους δεν μπορούν να διορθώσουν οι συμβατικές στρατηγικές διαφοροποίησης.
«Τα συνταξιοδοτικά ταμεία με υποχρεώσεις 50 και πλέον ετών δεν μπορούν να διαφοροποιήσουν την παραγωγή άνθρακα του χαρτοφυλακίου τους», δήλωσε ο Μπαντς σε συνέντευξή του. «Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια υπαρξιακή απειλή για τον ισολογισμό τους».
Το προϊόν – γνωστό ως συμβόλαιο επιτάχυνσης της μετάβασης του τομέα (STAC) – έχει σχεδιαστεί για τη μείωση των πραγματικών εκπομπών στις εταιρικές εφοδιαστικές αλυσίδες.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αντιστάθμισή τους μέσω της χρηματοδότησης περιβαλλοντικών έργων, κάτι το οποίο αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι πιστώσεις άνθρακα αυτή τη στιγμή.
Ενώ ένα carbon credit υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει έναν τόνο CO2 που δεν διαχέεται στην ατμόσφαιρα ή αφαιρείται από αυτήν, συχνά μέσω περιβαλλοντικών έργων σε αναπτυσσόμενες χώρες, ένα STAC λειτουργεί ως άμεση συναλλαγή μεταξύ μιας εταιρείας και του προμηθευτή της.
Οι εταιρείες που χρησιμοποιούν STAC ουσιαστικά ανταμείβουν τους προμηθευτές τους για τη μείωση των εκπομπών τους επενδύοντας, για παράδειγμα, χρήματα τα οποία θα αποδεσμευτούν στους προμηθευτές όταν αυτοί επιτύχουν κλιματικούς στόχους.
Ο Άλεξ Σόποφ, επικεφαλής του τμήματος δομημένης χρηματοδότησης ESG της Linklaters, υποστηρίζει ότι ο ίδιος και η ομάδα του χρησιμοποίησαν τεχνικές δομημένης χρηματοδότησης και τιτλοποίησης για να δημιουργήσουν ένα πιστοποιητικό STAC, το οποίο οι προμηθευτές μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν στην τράπεζά τους ως εγγύηση.
Για να αντιμετωπίσουν τις εκπομπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες τους, πολλές εταιρείες τείνουν μέχρι στιγμής να καταφεύγουν στην εθελοντική αγορά άνθρακα (VCM) στην οποία διαπραγματεύονται τα carbon credits.
Παρά ταύτα, μετά από μια σειρά αντιπαραθέσεων συμπεριλαμβανομένων ισχυρισμών για το «πράσινο ξέπλυμα» (greenwashing) μεγάλων έργων τα οποία βασίζονται στα εν λόγω carbon credits, η αγορά συρρικνώθηκε κατά 22% πέρυσι σε μόλις 1,1 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την MSCI.
Επί του παρόντος λαμβάνουν χώρα προσπάθειες υψηλού επιπέδου για την αντιμετώπιση των κινδύνων που ελλοχεύουν στις VCM. Αυτές συμπεριλαμβάνουν τις νέες κατευθυντήριες γραμμές των ΗΠΑ για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην αγορά, οι οποίες, όπως δήλωσε η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, μπορεί να χρησιμεύσουν ως «ισχυρός σύμμαχος» κατά της κλιματικής αλλαγής.
Η αμερικανική Commodity Futures Trading Commission (CFTC) εργάζεται επίσης για την οριστικοποίηση των πλαισίων της σχετικά με τα carbon credits, με ένα εγχειρίδιο κανόνων να αναμένεται να παρουσιαστεί μέχρι το τέλος του έτους.
Η Wall Street είναι πρόθυμη να αξιοποιήσει τις εταιρικές προσπάθειες για τη μείωση των αναφερόμενων εκπομπών τους, είτε μέσω των carbon credits είτε μέσω άλλων χρηματοοικονομικών προϊόντων.
Η JPMorgan Chase & Co., η Bank of America Corp. και η Barclays Plc είναι μεταξύ των τραπεζών που έχουν δημιουργήσει τμήματα για τον εν λόγω τομέα.
Η Goldman Sachs και η Mirova, θυγατρική της Natixis Investment Managers, έχουν δημιουργήσει κεφάλαια που επενδύουν σε πράσινα έργα και δραστηριοποιούνται στην αγορά μέσω έργων αντιστάθμισης των εκπομπών αερίων.
Τα STAC εντάσσονται σε μια αυξανόμενη προσπάθεια παραγωγής νομικά καθορισμένων χρηματοοικονομικών μέσων που μπορούν να βοηθήσουν στην αντιστάθμιση των εκπομπών άνθρακα των αλυσίδων εφοδιασμού.
Ο Αμερικανικός Δικηγορικός Σύλλογος έχει δημοσιεύσει υποδείγματα συμβάσεων που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι εταιρείες, ενώ το πρόγραμμα Chancery Lane Project με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο παρέχει 160 κλιματικές ρήτρες που, όπως υποστηρίζει, μπορούν να ενσωματωθούν άμεσα σε συμβάσεις και συμφωνίες.
Πρόσφατα, η Ευρωπαϊκή Ένωση ψήφισε νομοσχέδιο το οποίο υποχρεώνει τις εταιρείες να δημιουργήσουν σχέδια μετάβασης, τα οποία απαιτούν την τεκμηρίωση των πραγματικών επιπτώσεων των εκπομπών αερίων.
Οι δικηγόροι που συμβουλεύουν εταιρείες και τράπεζες στην Ε.Ε. έχουν καταστήσει σαφές ότι τα carbon credits δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να υποστηρίξουν οποιαδήποτε μείωση των ακαθάριστων εκπομπών τους.
Ο Κρις Πέρσιβαλ, ανώτερο στέλεχος της S&P Global, ο οποίος συμμετέχει στη διευθύνουσα επιτροπή για την κοινοπραξία μεταξύ της Impact Delta και της Scope 3 Climate Capital, υποστηρίζει ότι οι πιστώσεις άνθρακα εξακολουθούν να παίζουν κάποιο ρόλο.
«Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να βρούμε κάτι που να βρίσκεται υψηλότερα στην ιεραρχία του σχεδίου αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και, αν η οικονομία δεν μπορεί να αποδώσει, τότε οι δεσμεύσεις άνθρακα θα μπορούσαν ακόμα να αποτελέσουν μέρος του σχεδίου εφαρμογής», δήλωσε.
Τέλος, όπως αναφέρει το BloombergNEF, η ρυθμιστική αβεβαιότητα αρχίζει να επηρεάζει την αγορά δέσμευσης άνθρακα, καθώς τους τελευταίους μήνες δεν έχει προστεθεί σχεδόν καμία νέα δυναμικότητα σε αυτήν.
Πηγή: newmoney.gr