Η μεγαλύτερη ηλεκτροπαραγωγική μονάδα της Βόρειας Μακεδονίας, ο Θερμοηλεκτρικός Σταθμός Bitola, πρόκειται να εκσυγχρονιστεί, βελτιώνοντας την απόδοση παραγωγής και μειώνοντας τις εκπομπές επιβλαβών σωματιδίων και σκόνης στα επιτρεπόμενα όρια, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες και τη νομοθεσία, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Ενέργειας της χώρας. Ο ΘΗΣ Bitola λειτουργεί με άνθρακα και είναι ένας από τους μεγαλύτερους ρυπαντές ατμόσφαιρας. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Bankwatch, η ρύπανση με διοξείδιο του θείου (SO2) από θερμοηλεκτρικούς σταθμούς που καίνε άνθρακα σε Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κόσοβο, Βόρεια Μακεδονία και Σερβία ήταν συνδυαστικά 5,7 φορές υψηλότερη από τα επιτρεπόμενα όρια. Οι καμινάδες των μονάδων 1 και 2 του ΘΗΣ Bitola ξεπέρασαν τα επιτρεπόμενα ετήσια όρια εκπομπών SO2 κατά περισσότερες από 10 φορές φέτος.
Το υπουργείο ανέφερε ότι ο κύριος τρόπος για τη μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, κυρίως άνθρακα, είναι η κατασκευή εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η αύξηση των μέτρων ενεργειακής απόδοσης και η κατασκευή θερμοηλεκτρικών σταθμών φυσικού αερίου.
Σχεδιάζεται η κατασκευή δύο μονάδων συμπαραγωγής, μία εκ των οποίων θα βρίσκεται στο Bitola, κατασκευασμένη σύμφωνα με αυστηρά περιβαλλοντικά πρότυπα, εξασφαλίζοντας σταθερή και συνεχή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας. Αυτό το έργο σηματοδοτεί την έναρξη της ενεργειακής μετάβασης της μονάδας.
"Εξετάζουμε επίσης τη δυνατότητα δημιουργίας μιας ακόμη μονάδας που θα χρησιμοποιεί φυσικό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με την αναζωογόνηση και τον εκσυγχρονισμό του ΘΗΣ Negotino, που θα παρατείνει τη ζωή αυτής της ενεργειακής μονάδας για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Με τη δέσμευσή μας σε αυτό το έργο, πιστεύουμε ότι μέσα στα επόμενα πέντε έως έξι χρόνια θα έχουμε μια ακόμη ηλεκτροπαραγωγική μονάδα που θα επιβεβαιώσει τη δέσμευση της κυβέρνησης για μια πράσινη μετάβαση", τόνισε το υπουργείο.
Επίσης το υπουργείο επεσήμανε ότι για να υλοποιηθούν αυτά τα σχέδια, είναι απαραίτητη η ολοκλήρωση της κατασκευής του δικτύου αγωγών φυσικού αερίου, το οποίο θα αναπτυχθεί εντατικά το επόμενο διάστημα. Στο σχέδιο περιλαμβάνεται επίσης η κατασκευή αιολικών πάρκων στα Μπογδάντσι και Μιράβτσι, ώστε η χώρα να αποκτήσει ένα ποιοτικό ενεργειακό σύστημα.
Η Ana Colovic-Lesoska, εκτελεστική διευθύντρια του Κέντρου Περιβαλλοντικής Έρευνας και Πληροφόρησης "Eco-Awareness", πιστεύει ότι η χώρα πρέπει να εφαρμόσει σύντομα μέτρα για τη σταδιακή εγκατάλειψη της χρήσης ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού αερίου.
"Ο στόχος και οι δεσμεύσεις της ΕΕ είναι να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα έως το 2050, και βασίζονται σε εκθέσεις για την κατάσταση του κλίματος από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή. Σύμφωνα με τα μοντέλα και τις εκτιμήσεις τους, η ευρωπαϊκή ήπειρος θερμαίνεται δύο φορές πιο γρήγορα από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Σε έναν κόσμο όπου η θερμοκρασία αυξάνεται κατά 1,5°C, η Ευρώπη θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη να ζήσει με ένα κλίμα τρεις βαθμούς πιο θερμό, αν συνεχίσει η καύση ορυκτών καυσίμων. Η σταδιακή κατάργηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού αερίου, πρέπει να ξεκινήσει άμεσα αν θέλουμε να έχουμε ένα ασφαλές κλίμα", τόνισε η ειδικός.
Πρόσθεσε ότι καμία μετάβαση δεν είναι καλή για τους ανθρώπους και τις κοινότητες αν γίνεται βιαστικά και αναγκαστικά. Απαιτείται μια διαδικασία σχεδιασμού και επενδύσεων για να εξασφαλιστεί μια σταδιακή μετάβαση στις περιοχές που εξαρτώνται από τον άνθρακα, όπου οι τοπικές κοινότητες θα είναι ενεργό μέρος των λύσεων.
Η ταχεία ανάπτυξη τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας προσφέρει λύσεις που βοηθούν άμεσα στην επίτευξη κλιματικών στόχων, ενθαρρύνουν την οικονομική ανάπτυξη και την ενεργειακή ανεξαρτησία, ενώ βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των πολιτών και των τοπικών κοινοτήτων.
Η αρχική προθεσμία για την ενεργειακή μετάβαση μακριά από τον άνθρακα είχε οριστεί για το 2030, αλλά μετατέθηκε για το 2050. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ υπάρχει σχέδιο για την ολοκλήρωση της μετάβασης στο μεγαλύτερο μέρος της Ένωσης έως το 2038.
Λίγες ενεργειακές επενδύσεις τις τελευταίες δεκαετίες
Το υπουργείο Ενέργειας ανέφερε ότι η ενεργειακή μετάβαση στη Βόρεια Μακεδονία έχει ξεκινήσει, αλλά πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι είναι μια πολύπλοκη και δαπανηρή διαδικασία. Απαιτείται μακρά χρονική περίοδος και σοβαροί χρηματοοικονομικοί πόροι για την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων, ώστε η πράσινη μετάβαση να είναι επιτυχής.
Τονίζουν ότι η χώρα είναι φτωχή από τη μία πλευρά, ενώ από την άλλη, έχουν γίνει ελάχιστες επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα τις τελευταίες δεκαετίες.
Σχεδιάζουν να δώσουν περισσότερη προσοχή στην ενεργειακή απόδοση και την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων σε κατοικίες, νηπιαγωγεία, σχολεία και άλλες δημόσιες εγκαταστάσεις, ενθαρρύνοντας το ίδιο και στις επιχειρήσεις.
"Αν αυξηθεί ο αριθμός των φωτοβολταϊκών συστημάτων στα κτίρια, η μειωμένη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, που πρέπει να παρέχει το κράτος, θα μειωθεί δραστικά. Όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης φέρνουν εξοικονόμηση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας κατά περίπου 30%. Και αυτός ο στόχος έχει πολλά κεφάλαια που βοηθούν, τα οποία όμως δεν αξιοποιούνται επαρκώς", ανέφερε το υπουργείο.
Όσον αφορά το φυσικό αέριο, το υπουργείο πιστεύει ότι αυτό το καύσιμο δεν θα αντικατασταθεί εύκολα, καθώς οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν μπορούν να εξασφαλίσουν σταθερή παραγωγή και παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, δεδομένου ότι εξαρτώνται από τη φύση.
"Αυτό θα απαιτούσε την κατασκευή πυρηνικών σταθμών, που όμως ενέχουν άλλους κινδύνους. Μακροπρόθεσμα, παγκοσμίως υπάρχει η ιδέα της χρήσης υδρογόνου, που θεωρείται η σημαντικότερη ενεργειακή πρώτη ύλη του μέλλοντος. Ωστόσο, μέχρι να εφαρμοστεί ευρέως η νέα τεχνολογία παραγωγής υδρογόνου, οι ανεπτυγμένες χώρες προσαρμόζουν τους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς άνθρακα ώστε να λειτουργούν με φυσικό αέριο", πρόσθεσε το υπουργείο.