«Πατά» σε τρεις αιώνες, καθώς ιδρύθηκε πριν από 166 χρόνια, το μακρινό 1857, πριν πέντε χρόνια, το 2018 αποσχίστηκε ως θυγατρική από τη ΔΕΠΑ και έκτοτε έχει πολύ γοργή ανάπτυξη. Ο λόγος για την εταιρεία Φυσικό Αέριο Εταιρεία Ενέργειας, η οποία πλέον έχει καταστεί το… αφεντικό στις νέες συνδέσεις, καθώς από τους 352.858 πελάτες και τα 164 εκατ. ευρώ τζίρο του 2018, αριθμεί πλέον 550.789 πανελλαδικά με έναν τζίρο 882 εκατ. στα τέλη του 2022, που συγκριτικά με το ‘18 μεταφράζεται σε αύξηση 438%!
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε χθες ο Γενικός Διευθυντής της εταιρείας, Ιωάννης Μητρόπουλος, σε συνέντευξη Τύπου προς τους δημοσιογράφους του ενεργειακού ρεπορτάζ, στο ίδιο διάστημα, τα καθαρά κέρδη κινήθηκαν από 5 εκατ. ευρώ το 2018 σε 32,6 εκατ. ευρώ το 2022, καταγράφοντας άνοδο 560%.
Επιπλέον, στο χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνονται 18.000 επαγγελματίες, 1.200 δημόσια κτίρια και σχολεία και 300 μεγάλους εμπορικούς και βιομηχανικούς πελάτες.
Στα αξιοσημείωτα της πορείας της επιχείρησης την τελευταία πενταετία είναι πως το 2018 οι πελάτες φυσικού αερίου ήταν μόλις 16.476 και του ρεύματος 336.382, ενώ στα τέλη του 2022 οι πελάτες στο φυσικό αέριο είχαν ανέλθει στους 151.720 και στον ηλεκτρικό στους 399.069.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί πως, όπως τόνισε ο κ. Μητρόπουλος, ενώ το 2018 ο τζίρος των 164 εκατ. ευρώ είχε προέλθει πρωτίστως από το φυσικό αέριο, καθώς τα 156 εκατ. ευρώ ήταν από αυτό και μόλις 7,7 εκατ. από το ρεύμα, πλέον, στα μεγέθη του 2022, υπάρχει αξιοσημείωτη ισορροπία. Πιο αναλυτικά, από τα 882 εκατ. ευρώ του κύκλου εργασιών το 2022, τα 444 εκατ. ευρώ προέρχονται από το φυσικό αέριο και τα 437 εκατ. από το ρεύμα.
Το 2022
Η χρήση του 2022 έκλεισε με αύξηση του κύκλου εργασιών κατά 120% και των καθαρών κερδών κατά 130%, λαμβάνοντας ώθηση και από την κατακόρυφη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου.
Στο φυσικό αέριο η εταιρεία κατάφερε να είναι ο κορυφαίος πάροχος σε ρυθμούς ανάπτυξης και νέα συμβόλαια πανελλαδικά στη Βόρεια και Κεντρική Ελλάδα, ενώ διατήρησε την πρώτη θέση στην Αττική ως προς το μερίδιο αγοράς αλλά και ως προς την προσέλκυση νέων πελατών αερίου.
Στο ρεύμα, η εταιρεία κατέγραψε άνοδο 10% στο μερίδιό της το πρώτο τρίμηνο του 2023 καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στους εναλλακτικούς προμηθευτές (εκτός εταιρειών παραγωγής) με μερίδιο 3,5% στη μέση και χαμηλή τάση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Μητρόπουλος, το μερίδιο της εταιρείας κινείται ανοδικά και το 2023. Τον Ιανουάριο φέτος διαμορφώθηκε στο 3,18%, το Φεβρουάριο έφτασε στο 3,35%, ενώ το Μάρτιο ανήλθε στο 3,50%.
Μιλώντας για τις συνθήκες στη λιανική ρεύματος, ο κ. Μητρόπουλος ανέφερε πως το τελευταίο δεκάμηνο, από τον Αύγουστο έως σήμερα, η εταιρεία ήταν η φθηνότερη και στο ρεύμα, ενώ τόνισε πως το 70% των πελατών πληρώνει με συνέπεια αξιοποιώντας και τα αντίστοιχα συμβόλαια.
Οι ενεργειακοί «τουρίστες» και το φέσι των 400 εκατ. ευρώ
Εντούτοις, το φαινόμενο των «ενεργειακών τουριστών» έχει αναχθεί σε μεγάλο πρόβλημα, με το συνολικό «φέσι» στην αγορά να προσεγγίζει τα 400 εκατ. ευρώ, ενώ μόνο στη Φυσικό Αέριο Εταιρεία Ενέργειας το 50% των ληξιπρόθεσμων οφειλών προέρχεται από τέτοιας συνομοταξίας καταναλωτές. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Μητρόπουλος υποστήριξε πως ο «ενεργειακός Τειρεσίας» είναι ένα μέτρο που θα μπορούσε να βάλει φρένο σε αυτές τις πρακτικές.
Το φυσικό αέριο η πλέον ανταγωνιστική επιλογή
Ο Γενικός Διευθυντής της εταιρείας επισήμανε με έμφαση και στοιχεία πως το το φυσικό αέριο αναδεικνύεται ως η πλέον ανταγωνιστική και ασφαλής επιλογή για τη θέρμανση καθώς και για την κάλυψη άλλων ενεργειακών αναγκών. Τόνισε πως ελάχιστοι ήταν εκείνοι που γύρισαν στο πετρέλαιο, ενώ εκτίμησε πως η τάση αποκλιμάκωσης στις τιμές του φυσικού αερίου θα συνεχιστεί.
Φέρνοντας παράδειγμα, σημείωσε πως η εξοικονόμηση για ένα διαμέρισμα 120 τ.μ. που χρησιμοποίησε φυσικό αέριο την περίοδο Οκτωβρίου 2022 – Απριλίου 2023 έφθασε στο 14% ή στα 160 ευρώ συγκριτικά με τη χρήση πετρελαίου. Σε ετήσιο επίπεδο η εξοικονόμηση ήταν 350 εκατ. ευρώ, ενώ σε επίπεδο δεκαετίας το κέρδος έφθασε στα 3.500 ευρώ.
Αντίστοιχα, ένα κατάστημα εστίασης πέτυχε εξοικονόμηση που έφθασε έως και 36% ή 6.600 ευρώ με τη χρήση φυσικού αερίου συγκριτικά με τη χρήση ηλεκτρικού ρεύματος ενώ σε σχέση με την κατανάλωση ντίζελ κίνησης ένας φούρνος «γλύτωσε» έως και 2.500 ευρώ ή 16%.