Υπό κανονικές συνθήκες, το φυσικό αέριο θα έπρεπε σταδιακά να κάνει την έξοδό του από το ενεργειακό μίγμα, τουλάχιστον της Ευρώπης. Λίγο η εμπλοκή του στις υψηλότατες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, λίγο η εργαλειοποίησή του ως μέσου πολιτικής πίεσης- και πολύ περισσότερο οι φιλόδοξες διακηρύξεις της Ε.Ε. και των μελών της για επικράτηση των ΑΠΕ μέχρι το 2030-, θα έλεγε κανείς ότι το περίφημο καύσιμο-γέφυρα δεν έχει πια θέση στο σημερινό ενεργειακό τοπίο.
Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι αρκετά διαφορετική και το φυσικό αέριο κατά πως φαίνεται, θα εξακολουθήσει να είναι επίκαιρο τις επόμενες δεκαετίες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι σαφώς οι πολλαπλές αδυναμίες των ΑΠΕ να καταστούν σύντομα αξιόπιστη και απρόσκοπτη πηγή ενέργειας. Όχι, φυσικά, επειδή έλειψαν οι φυσικοί πόροι, αλλά επειδή ο σχεδιασμός για την αποτελεσματική τους αξιοποίηση παραμένει ατελής.
Τα προβλήματα των ΑΠΕ
Τα ζητήματα είναι πολλά και τα χρήματα που απαιτούνται ακόμη περισσότερα. Ξεκινώντας από τη διαδικασία αδειοδοτήσεων, που είναι χρονοβόρα και συνεχίζοντας την ίδια την κατασκευή των ΑΠΕ, ένα σημαντικό θέμα που δεν έχει επιλυθεί είναι η επάρκεια και η εύκολη- και κυρίως οικονομική- πρόσβαση στις πρώτες ύλες. Αν δεν έχεις τις πρώτες ύλες για να κατασκευάσεις φωτοβολταϊκά, ή απαιτείται ένας μικρός θησαυρός για να τις αποκτήσεις, το ενεργειακό κόστος θα εκτιναχθεί και πάλι σε δυσθεώρητα ύψη, με τα γνωστά αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει και για τις πρώτες ύλες που απαιτούνται για τα συστήματα αποθήκευσης τα οποία πρέπει να συνοδεύουν τις ΑΠΕ, προκειμένου να παρέχουν ενέργεια στο δίκτυο όλες τις ώρες, χωρίς διακοπή και ανεξάρτητα καιρικών συνθηκών. Είναι ενδεικτικό ότι η Κίνα παράγει το 60% των μπαταριών λιθίου στον κόσμο. Λεπτομέρεια σημαντική το γεγονός ότι η αποθήκευση δεν είχε προβλεφθεί στην κατάρτιση του αρχικού σχεδιασμού ανάπτυξης των ΑΠΕ στην Ε.Ε., οπότε τώρα γίνεται ένας αγώνας δρόμου για να ενταχθούν σε προγράμματα επιδοτήσεων και να συμπεριληφθούν στη γενικότερη στρατηγική. Και όταν γίνουν όλα αυτά και έχουμε και τα εκατομμύρια οικιακά φωτοβολταϊκά, τις αντλίες θερμότητας και όλες τις νέες δυνατότητες παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, πως θα μεταφέρεται όλο αυτό το παραγόμενο ρεύμα;
Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα, που διαπιστώθηκε στην πορεία και είναι τα ηλεκτρικά δίκτυα και η χωρητικότητά τους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που έδωσε στη δημοσιότητα η Κομισιόν, η κατανάλωση ηλεκτρισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 60% μέσα στα επόμενα 7 χρόνια και στο ίδιο διάστημα η ισχύς από τις ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά, αιολικά και θαλάσσια αιολικά) θα αυξηθεί στα 1.000 GW. Αυτό σημαίνει ότι θα διπλασιαστούν οι διασυνοριακές πωλήσεις ηλεκτρικού ρεύματος. Πώς; Μέσα από ένα δίκτυο διανομής σε μεγάλο ποσοστό «γηραιό» και χωρίς την απαιτούμενη θωράκιση έναντι κυβερνοπολέμου και άλλων υβριδικών επιθέσεων.
Και τώρα που η Ε.Ε. συνειδητοποίησε ότι πρέπει να εκσυγχρονίσει και να επεκτείνει τα ηλεκτρικά δίκτυα, αντελήφθη ότι της λείπουν 584 δισ. € για να το πετύχει. Αν προσθέσουμε και τους χρόνους αναμονής για τις αδειοδοτήσεις των ηλεκτρικών δικτύων, που είναι κατά μέσο όρο στην Ε.Ε. περίπου 8-10 χρόνια, γίνεται αντιληπτό ότι οι ΑΠΕ έχουν αρκετό δρόμο να διανύσουν μέχρι να γίνουν η επικρατέστερη πηγή ενέργειας.
Παραγωγή ρεύματος από φυσικό αέριο και επενδύσεις
Στο περιθώριο αυτής της κούρσας για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, οι επενδύσεις σε έργα φυσικού αερίου συνεχίζουν να προχωρούν. Είτε πρόκειται για μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού με φυσικό αέριο, αγωγούς ή σταθμούς LNG, τα έργα υλοποιούνται σε ολόκληρη την Ευρώπη, και την Ελλάδα φυσικά, η οποία έχει μετατραπεί σταδιακά σε περιφερειακό κόμβο φυσικού αερίου.
Όσο κι αν σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο στις Βρυξέλλες παρατηρείται μια ελαφρά… αλλεργία στα έργα αυτά, η χρησιμότητά τους, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον και για τις επόμενες δύο δεκαετίες, είναι υψίστης σημασίας για τη σταθερότητα των ενεργειακών δικτύων. Ναι, το ρεύμα που παράγεται από φυσικό αέριο είναι κατά πολύ ακριβότερο από ότι το παραγόμενο από ΑΠΕ, ωστόσο όσο οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας παλεύουν να βγουν από το εμβρυακό στάδιο, δεν υπάρχει κάποια βιώσιμη εναλλακτική, και μάλιστα μέσα στο πλαίσιο της απεξάρτησης από τον άνθρακα. Άλλωστε, τα περισσότερα από αυτά τα έργα μπορούν εύκολα να μεταφέρουν ή να λειτουργήσουν με βιοαέριο και συνθετικό φυσικό αέριο, ή με ορισμένες μετατροπές να παραμείνουν επίκαιρα και στην εποχή του υδρογόνου.
Εξ ου και η αναβίωση του East Med, που είχε καταχωνιαστεί στο συρτάρι. Οι λόγοι ήταν πολλοί, με αρκετά σημαντικό την αναλογία κόστους και ζήτησης. Είναι ένα πολύ ακριβό project, που όμως, με τα σημερινά δεδομένα και κυρίως την κατάσταση στο Ισραήλ, μπορεί να εξυπηρετήσει τη μεταφορά του φυσικού αερίου της Νοτιοανατολικής Μεσογείου στην Ευρώπη. Την Ευρώπη που ναι μεν θέλει να «πρασινίσει» το ενεργειακό της μίγμα άμεσα, αλλά υποχρεώνεται να καλύψει τις διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες της με το «αμαρτωλό» φυσικό αέριο. Σε μεγάλο βαθμό λόγω του κακού και ελλιπούς της σχεδιασμού ως προς την ανάπτυξη των ΑΠΕ.