Μέσα σε μία πενταετία η παραγωγή αιολικής και ηλιακής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκε κατά 46% , όταν ανέλαβε καθήκοντα η σημερινή Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτοπίζοντας το ένα πέμπτο της παραγωγής ορυκτών καυσίμων του μπλοκ, σύμφωνα με έκθεση του think tank Ember.
Η Επιτροπή έχει προτείνει ως στόχο οι ΑΠΕ να είναι το 45 % στο συνολικό ενεργειακό μείγμα έως το 2030. Αυτοί οι στόχοι επηρεάζονται και από τις ευρωεκλογές, καθώς διαφαίνεται από τις δημοσκοπήσεις άνοδος τις ακροδεξιάς. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι βασικές φιλοευρωπαϊκές ομάδες γύρω από το πολιτικό κέντρο - η κεντροδεξιά, η κεντροαριστερά, οι Πράσινοι και οι φιλελεύθεροι - θα έχουν μικρότερη πλειοψηφία από ό, τι σήμερα, ενώ η ακροδεξιά θα σημειώσει κέρδη.
Ενώ πολλές πολιτικές της ΕΕ για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή, προβλέπονται αναθεωρήσεις νόμων τα επόμενα πέντε χρόνια και η προώθηση πιο φιλόδοξης νομοθεσίας μπορεί να είναι πιο σκληρή.
Η αιολική και ηλιακή ισχύς της ΕΕ έχει αυξηθεί κατά 65 % από το 2019. Η αιολική ισχύς αυξήθηκε κατά 31% στα 219 GW το 2023, ενώ η ηλιακή χωρητικότητα υπερδιπλασιάστηκε στα 257 GW, που ισοδυναμεί με την εγκατάσταση περισσότερων από 230.000 φωτοβολταϊκών κάθε μέρα κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών, ανέφερε η έκθεση.
Χωρίς αυτή την επέκταση, η παραγωγή ορυκτών καυσίμων θα είχε μειωθεί μόλις κατά 1,9% (21 TWh) αντί για 22%, καθώς η χαμηλότερη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας αντισταθμίστηκε από τη μείωση της παραγωγής από άλλες καθαρές πηγές ενέργειας.
«Η ΕΕ έχει τώρα περισσότερη εγχώρια αιολική και ηλιακή ενέργεια από ποτέ, ωθώντας τόσο την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα όσο και φυσικού αερίου σε ιστορικά χαμηλά», δήλωσε η Sarah Brown, διευθύντρια προγράμματος για την Ευρώπη στην Ember. «Η ΕΕ βρίσκεται τώρα στη μέση μιας ιστορικής, μόνιμης μετατόπισης από την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα για ενέργεια».
Η πρόσθετη ηλιακή και αιολική ισχύς συνέβαλε στην αύξηση του μεριδίου των συνολικών ΑΠΕ στο 44 % του μείγματος ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ το 2023 από 34 % το 2019. Εν τω μεταξύ, η μείωση της παραγωγής άνθρακα και φυσικού αερίου έχει μειώσει το μερίδιο της παραγωγής ορυκτών καυσίμων στο 32,5% από 39%.