Η μείωση των καθαρών εκπομπών άνθρακα στο μηδέν μέχρι το 2070, και επομένως η διατήρηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους περίπου 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, θα απαιτήσει επενδύσεις ύψους 75 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με την Goldman Sachs.
Ενώ οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα έχουν αυξηθεί υψηλότερα από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως και οι στόχοι που τέθηκαν στη Συμφωνία του Παρισιού είναι απίθανο να επιτευχθούν, μια φιλόδοξη πορεία για τον περιορισμό των αυξήσεων της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς μπορεί να είναι ακόμα εφικτή, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Οι επενδύσεις για την επίτευξη του net zero «έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να μεταμορφώσουν το παγκόσμιο ενεργειακό οικοσύστημα αλλά και το βιοτικό επίπεδο της οικονομίας και της κοινωνίας», υποστηρίζει η τράπεζα.
Το σύνολο περίπου 75 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, που αντιπροσωπεύει δαπάνη υποδομής 1,5 έως 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως έως το 2070, καλύπτει ένα τεράστιο φάσμα επενδυτικών ευκαιριών, σημειώνει η Goldman Sachs. Οι προβλέψεις περιλαμβάνουν 7 τρισεκατομμύρια δολάρια για τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, άλλα 5,1 τρισεκατομμύρια δολάρια για την αποθήκευση ενέργειας και 3,7 τρισεκατομμύρια δολάρια για την υποδομή που θα καταστήσει δυνατή τη μετάβαση στα ηλεκτρικά οχήματα. Απαιτούνται επίσης 9,3 τρισεκατομμύρια δολάρια για να γίνουν οι βιομηχανικές διεργασίες ουδέτερες από άνθρακα και 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια για τις εγκαταστάσεις πράσινου υδρογόνου.
Η υιοθέτηση των ηλεκτρικών οχημάτων έχει προχωρήσει ταχύτερα από ό,τι είχε προβλεφθεί (κυρίως λόγω της ταχύτερης από την αναμενόμενη διείσδυσης στην Κίνα) και η παραγωγή ηλιακής ενέργεια έχει επιταχυνθεί. Οι προσδοκίες για την υιοθέτηση της πυρηνικής ενέργειας έχουν αυξηθεί και οι ερευνητές προβλέπουν τώρα διπλασιασμό της παγκόσμιας εγκατεστημένης δυναμικότητας έως το 2050 από το 2020. Από το 2021, η υιοθέτηση καθαρού υδρογόνου και δέσμευσης άνθρακα παρουσίασαν βραδύτερη πορεία από το αναμενόμενο.
Με βάση τα παραπάνω, η Goldman Sachs καταλήγει στα εξής συμπεράσματα:
1) Ένα απίθανο σενάριο που θα μειώσει τις καθαρές εκπομπές στο μηδέν μέχρι το 2050 και θα διατηρήσει την υπερθέρμανση στους 1,5 βαθμούς θα απαιτούσε επιτάχυνση των προσπαθειών απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, συμπεριλαμβανομένης της απόσυρσης των εργοστασίων άνθρακα στις αρχές της δεκαετίας του 2030, δηλαδή assets ύψους 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Θα συνεπαγόταν επίσης οι πωλήσεις αυτοκινήτων έως το 2035 να αφορούν μόνο ηλεκτρικά. Το σενάριο που επιτυγχάνει net zero έως το 2070 εν μέσω 2,0 βαθμών Κελσίου υπερθέρμανσης θα αντιπροσωπεύει επενδύσεις σε υποδομές ίσες με 1% έως 1,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ κάθε χρόνο.
2) Η Goldman αναμένει τώρα μεγαλύτερη διάρκεια ζωής για τα περιουσιακά στοιχεία υδρογονανθράκων, με τη μέγιστη ζήτηση πετρελαίου να σημειώνεται μετά το 2030 και τη ζήτηση για φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο να αυξάνεται μέχρι το 2050. «Αυτό σημαίνει ότι είναι πιθανό να χρειαστούν νέες εξελίξεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο μετά το 2040».
3) Το φυσικό αέριο είναι το πιο ευαίσθητο ορυκτό καύσιμο στα διάφορα σενάρια net zero της Goldman λόγω του ρόλου του ως μεταβατικού καυσίμου για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι προοπτικές για τη ζήτηση πετρελαίου και άνθρακα, αντίθετα, είναι σχετικά παρόμοιες.
Όπως επισημαίνει η Goldman, η επενδυτική ευκαιρία στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην πορεία προς τις καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2070 ανέρχεται συνολικά σε σχεδόν 30 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό περιλαμβάνει 11,1 τρισεκατομμύρια δολάρια για τα ηλιακά φωτοβολταϊκά, 9,5 τρισεκατομμύρια δολάρια για την χερσαία αιολική ενέργεια και 6,6 τρισεκατομμύρια δολάρια για την υπεράκτια αιολική ενέργεια. Η Goldman προβλέπει επίσης επενδύσεις 4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για την πυρηνική ενέργεια.
Το ζήτημα δεν είναι απλώς η εξάλειψη των εκπομπών άνθρακα από την παραγωγή ενέργειας που απαιτείται σήμερα, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας πρόκειται να αυξηθεί καθώς διάφοροι τομείς — όπως οι οδικές μεταφορές, η θέρμανση κτιρίων και η βιομηχανική κατασκευή — βασίζονται στην ηλεκτρική ενέργεια για να μειώσουν το αποτύπωμα άνθρακα. Η αμερικανική τράπεζα βλέπει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας να τριπλασιάζεται από τα επίπεδα του 2023, προκειμένου να φτάσει στο παγκόσμιο net zero έως το 2070. «Η παραγωγή ενέργειας είναι το πιο ζωτικό συστατικό για κάθε σενάριο net zero», όπως τονίζει.
Αντιμετώπιση των βιομηχανικών εκπομπών
Ενώ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ο ηλεκτρισμός των μεταφορών προσελκύουν πολύ μεγαλύτερη προσοχή, οι βιομηχανικές εκπομπές είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παράγοντας που συμβάλλει στις παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα, επισημαίνει η Goldman.
Στη χαλυβουργία, για παράδειγμα, θα χρειαστούν σημαντικές αλλαγές. «Τα τελευταία χρόνια, έχουμε δει μια σειρά από καινοτόμες εναλλακτικές διαδικασίες παραγωγής καθαρού χάλυβα να αναπτύσσονται, εστιάζοντας κυρίως στην αυξανόμενη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και καθαρού υδρογόνου», τονίζει.
Η παραγωγή τσιμέντου είναι μια άλλη δύσκολη πρόκληση. Εκτός από την ενέργεια που απαιτείται για την έντονη θερμότητα στους κλιβάνους τσιμέντου, η χημική διαδικασία που μετατρέπει τον ασβεστόλιθο σε τσιμέντο απελευθερώνει απευθείας άνθρακα. Για το λόγο αυτό, οι τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα είναι πιθανώς η πιο πολλά υποσχόμενη οδός για την απεξάρτηση από άνθρακα αυτού του ζωτικού παγκόσμιου οικοδομικού υλικού.
Η Goldman Sachs διαπιστώνει ότι η πορεία προς το net zero πιθανότατα θα βασίζεται σε τέσσερις βασικές τεχνολογίες: ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθαρό υδρογόνο, αποθήκευση μπαταρίας και, τέλος, δέσμευση άνθρακα. Το πρώτο από αυτά είναι καθιερωμένο και έχει επωφεληθεί από μια φθίνουσα καμπύλη κόστους. Ωστόσο, ο κόσμος πρέπει να μετακινηθεί από μια μονοδιάστατη προσέγγιση απανθρακοποίησης που βασίζεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε ένα «πολυδιάστατο οικοσύστημα» που να ενσωματώνει όλες αυτές τις τεχνολογίες.